Πέθανε.

Πήγα να δω τί έκανε ο παππούς και τί να δω, ντακόρδιασε. Τον κηδέψαμε προχθές.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αόριστος του ζουφιάζω. Κουρνιάζω.

Η γάτα ζούφιασε στη φωλιά της. Κοιμάται εδώ και ώρα.

Got a better definition? Add it!

Published

γ' εν. γαμπρίζω, ζευγαρώνω

Η γάτα μας αυτό τον καιρό γαμπρίζει. Δεν μαζεύεται σπίτι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατάληξη που παραπέμπει σε υποτιθέμενο φάρμακο που παίρνεις για να τα γράφεις όλα στ' αρχίδια σου.

- Ρε συ, κόψε το σταρχιδιαμόλ και κάτσε δούλεψε λιγάκι...

Σχετικό λήμμα: γραψαρχιδίνη

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατάληξη που παραπέμπει σε χάπι που η λήψη του σε μπερδεύει, σου κάνει τη ζωή δύσκολη.

- Πολύ μπερδεβίξ πέφτει σ' αυτό το γραφείο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπερδεμένη κατάσταση.

- Έμαθες για το καινούριο σύστημα στο πρωτάθλημα...
- Άσε μπερδεψοκατάσταση...

Got a better definition? Add it!

Published

Προστακτική του ρήματος παλουκώνω, προστάζω κάποιον να καθίσει ήσυχα σ' ένα μέρος.

Παλουκώσου επιτέλους! Με ζάλισες!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γυναίκα που είναι γεμάτη.

Καλή, αλλά είναι λίγο χοντρομούρω.

Ναι μεν, αλλά, αν σου κάτσει; (από Galadriel, 07/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published

Άντε παράτα μας, άει γαμήσου κτλ.

Τι λες ρε φίλε, σοβαρά... Φάε κάναν πεθαμένο να χορτάσεις!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πραγματικό γεγονός, όταν μια παρέα φαντάρων αφού είχαν κάνει χοντρή μαλακία και τους έπιασε η αστυνομία, έβαλαν τον gay της παρέας να «βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά». Οπότε και η προσέγγιση του gay ήταν πολύ χαριτωμένη. Χρησιμοποιείται για να προσδιορίσει την εκδηλωμένη ομοφυλοφυλία.

- Δε μας τα λες καλά...
- Ντιγκι-νταγκ κυρ αστυνόμε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified