Σκοτώνομαι, με την καλή έννοια.

  1. Σκοντάφτω και περδικλώνομαι, πέφτω κάτω με μεγαλειώδη σούπα και σπάζομαι, σαβουριάζομαι, (τρώω σαβούρα / σαβούρδα), σπάω τα κοκαλάκια μου, τρόπος του λέγειν.

  2. Σκοτώνομαι με κάποιον, πλακώνομαι στο ξύλο, τώρα και με μεταφορική έννοια τ. διαφωνώ έντονα.

Αρβανιτοκουβέντα τόσο ενταγμένη στην ελληνική καθομιλουμένη που αν δε μου το 'λεγαν (παράδειγμα 1) δεν το πίστευα ότι δεν το 'χει ο Τριαντάφυλλος!

  1. Εδώ: Άντε μην αρχίσω κι εγώ τα Αρβανίτικα και μείνετε..... :lol: Έχουμε λέξεις που εγώ θεωρώ δεδομένο ότι τις ξέρουν όλοι, αλλά δεν......π.χ: καλικούτσα, τσοπαλιάστηκα κλπ κλπ κλπ........ Όταν της πρωτοείπα στο Γιώργο με κοίταζε κάπως έτσι..... :shock:

  2. Εδώ: Δεν ξερω γιατι, αλλα σε συμπαθησα ακομα πιο πολυ τωρα που ανεφερες τη μανα σου. Ισως επειδη τσοπαλιαζομαι και γω με την δικια μου καθε τρεις και λιγο και σε νιωθω. Κατα τ’αλλα μεγιες μεγιες οι νεες οι μπλουζιες.

  3. Ε, νταξ, δεν είμαι και γαμώ τις νοικοκυρές, άμα έρθεις στο σπίτι χωρίς προειδοποίηση παίζει να τσοπαλιαστείς στο σκαλοπάτι από κανα κοντάρι σφουγγαρίστρας που έχω παρατήσει μεσ' στη μέση. Όμως ξέρω που είναι η σφουγγαρίστρα, το σωστό να λέγεται.

Και της το πα, πού πας με αυτά τα τακούνια, θα τσοπαλιαστείς πουθενά... (από Galadriel, 19/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published

Κρυφτούλι για ναζάκια. Πειραχτικό ζουζουνίστικο παιχνιδάκι - το γνωστό διεθνές «κούκου - τζα!».

Η παιδική - και όχι μόνο - ατάκα «σου την έσκασα», εξ ου και το σκασάκια, αντίστοιχη της «σου την έφερα» σημαίνει σε κορόιδεψα, αλλά με διάθεση να παίξω. Στόχος μου είναι να σε πειράξω γλυκά κι αγαπησιάρικα, ώστε στο τέλος να γελάσουμε και οι δύο μαζί και όχι να σε βλάψω πραγματικά (Παράδειγμα 1).

Από την άλλη μεριά, σκασάκια μπορεί να σου κάνω για να σου μπω στο μάτι, να σου σπάσω τ' αρχίδια να γουστάρω, έτσι για τη φάση - εκνευριστικόν έως εξοργιστικόν (λοιπά παραδείγματα).

Σου κάνω σκασάκια στη γλώσσα των ενηλίκων ενέχει έναν παλιμπαιδισμό που παίζει να είναι χαριτωμένος ή αντιθέτως εντελώς γελοίος, όπως κάθε αστείο με το οποίο δε γελάει κανείς.

-Ελένη; Πού είσαι καλέ; χμμμ Ελένη...;... Ελέεεενηηηη... Ελένη μη με φρικάρεις, τι σκατά, κρύφτηκες; (μαλάκα πάει το καλό, έφυγε)
-(εντός ντουλάπας - κούκουυυ)
-Ρε Ελένη κρύφτηκες μέσα στη ντουλάπα να μου κάνεις σκασάκια; Τι ξενέρα είναι αυτό; Νόμιζα ότι την έκανες!
-Βρε μωρούλι μου... είπα να σου κάνω κούκου να γελάσουμε και μετά να σε γαργαλήσω κιόλας αλλά...
-Μπράβο μπέμπα, πόσω χρονώ είσαι είπαμε; Πα να φάμε γιατί μετά απ' αυτό δεν υπάρχει να μου κάνει κούκου.
-...έεεεελα βρε μωράαααακιιιιι... Τζάμπα το αυτοκινήτου το καινούριο; -Κούκου.

Εδώ: ...άμα της σβούριζε το τέρας της συζυγικής ζήλιας, τα μυαλά- ένεκα τα σιληπορδήματα του πατρός- προκειμένου να τον εκδικηθεί- όταν δεν κάπνιζε μπροστά στα μούτρα του για να του κάνει σκασάκια- του έφτυνε με ροχάλα θυμού, την τελευταία κουβέντα – πρώτη.

Εδώ: αυτά δε ξεχνιώνται τη στιγμή που ο παρών είχε και μούτρα να κάνει σκασάκια μετά από τόσες ξεφτύλες και ν ακάνει και το δύσκολο να παραμείνει.

Εδώ: Κι΄ αν ήτανε από αυτούς, όπου πετούν γκαζάκια, πού ρίχνουνε μολότοφες, και κάνουνε σκασάκια,
πού καίνε τ΄ αυτοκίνητα, και τις επιχειρήσεις,
πού γράφουνε με χρώματα, τά σπίτια, τά γραφεία [θα του έκανε μεγάλο κακό]

Εδώ: η μαρσέιγ τον έδωσε γιατί βρήκε κορόιδο αλλιώς θα τον δάνειζε σε καμμιά ουότφορντ. ή μήπως υπήρχαν άλλες προτάσεις. απλά ήθελε ένα όνομα ο βάζελος για να κάνει σκασάκια στο κόκκαλη όπως με λέτο ή καστίγιο που διαδίδεται.

Εδώ: ...ομολογώ ότι η τεμπελιά μου με την εκκλησία, χρονολογείται ΠΑΙΔΙΟΘΕΝ..[...] Μέχρι τότε, από τον Ιούλιο του 2008 που ξεκίνησε αυτη η σελιδα, μια ανάρτηση είχα κρεμάσει όλη κι όλη, για να κάνω σκασάκια σε έναν παπά, που την είχε βρεί απαράδεκτη ...χαχα...

Σκασάκια! (από Galadriel, 22/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προκαλώ ζήλια διαλαλώντας πόσο γαμάτος είμαι. Κάνω τον έξυπνο και ενοχλώ με τη διόγκωση της μεγαλειώδους υπόστασής μου (ή ό,τι εσύ θεωρείς ως τέτοια).

Τεντώνω την παρουσία μου και διατυμπανίζω τα επιτεύγματά μου τόσο ώστε να πλημμυρίσω το πεδίο ορατότητάς σου με αυτά. Δε θα σε αφήσω να βλέπεις τίποτα άλλο παρά μόνο πόσο γουάου είμαι (εγώ ή όσα κατέχω), θα ξεχάσεις την ύπαρξη των πάντων και κυρίως τη μηδαμινή δική σου. Χώνω τη μεγαλειότητά μου σαν καρφί στο μάτι σου για να το πάρεις απόφαση οδυνηρά ότι είμαι διαγαλαξιακός, ανοξείδωτος και υπερσυντέλικος και εσύ μπροστά μου είσαι σκατά.

Αν όλα αυτά, αντί να τα κάνω εγώ, τα κάνεις εσύ, είσαι μαλάκας. Και παίζει να σε βάλω στο μάτι (να σε σταμπάρω, να σε έχω υπό παρακολούθηση) κι αν έχω ή αποκτήσω στη συνέχεια το πάνω χέρι, θα σε κάνω να το πληρώσεις, θα σε πάω γαμιώντας, και θα στα δώσω να τα φας τα σκατά που λέγαμετε, νομίζω;

Σο, η κεντρική ιδέα είναι ότι, δεν είναι καλό να μπαίνουμε στο μάτι του κόσμου γιατί όποιος πηδάει πολλά παλούκια, του μπαίνει κι ένα στον κώλο.

Βαμβακάρης: Να πεθάνεις, να πεθάνεις, να πεθάνεις
μὲ τὰ νάζια καιὶ τα κόλπα που μου κάνεις.
Δεν πεθαίνω, δεν πεθαίνω, δεν πεθαίνω
και στο μάτι σου γυαλὶ - καρφὶ θα μπαίνω.

Νικολαΐδης: Κουράστηκα ν’ αγωνίζομαι, να ενημερώνω, να εξηγώ, να βρίζω, να φωνάζω, να σατιρίζω και ίσως να «μπαίνω στο μάτι» κάποιων, διακινδυνεύοντας την όποια καριέρα μου.

Ντατόλο: Ο ΝΤΑΤΟΛΟ ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΔΙΑΚΡΙΘΕΙ ΜΕ ΑΠΩΤΕΡΟ ΣΚΟΠΟ ΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΑΡΓΕΝΤΙΝΗΣ - Θέλει να μπει στο μάτι του Μαραντόνα.

Χαρά: ...τον Περίανδρο δεν θέλει ούτε τον βλέπει μετά την ιστορία με το Ρωσιδάδικο. Για να του μπει στο μάτι, αποφασίζει να οργανώσει μια ποδοσφαιρική ομάδα στο χωριό με προπονητή τον Αστέρη.

Ο άλλος με το 600άρι: Οκ. Ο Μάρκος δε βολεύεται πλέον με το παπί στην πόλη, και ο Χρήστος θέλει να μπει στον κόσμο των ευρωπαϊκών. :agent:
Ο άλλος με το 600άρι απλά θέλει να μου μπει στο μάτι.

(από Galadriel, 22/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που μεταφέρει πληροφορίες πρωτογενώς χωρίς εγκεφαλική επεξεργασία. Από το αυτί του ξεκινάει ένα νοητό μπουρί της σόμπας, του οποίου το άλλο άκρο βρίσκεται στο στόμα του: κάθε πληροφορία που εισέρχεται κουτρουβαλάει σύντομα προς τα κάτω και ξεχύνεται σαν εμετός έξω χωρίς σκέψη ή κακή πρόθεση.

Δεν πρόκειται για κουτσομπόλη, απλά ο αθρώπας δεν είναι σε θέση να κρατήσει τίποτα για πάρτη του ως καλός αγωγός πληροφοριών.

Μεταφέρει εξίσου άνετα, φυσιολογικά και ακομπλεξάριστα δικά του προσωπικά δεδομένα - τόσο προσωπικά που συχνά αφήνει τους ακροατές μαλάκες. Περιγράφει με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες όλα όσα δεν αφορούν κανέναν, τα σχολιάζει πρώτος, γελάει με αυτά και φεύγει, χάνοντας συνήθως το υπέροχο θέαμα των πεσμένων σαγονιών των συνομιλητών τους που αναρωτιούνται από πού τους ήρθε.

Προφ από τα τρύπα και στόμα. Έχει τρύπα ολονών το στόμα; Σοβαρά; :P

-Μαλάκα αυτός ο φίλος σου ο Βαγγέλης δεν υπάρχει, τι είναι αυτά που λέει αριστερά και δεξιά...!
-αχαχαχα τι σας είπε πάλι το ζώον, για τις αιμορροΐδες του;
-Τι, το λέει παντού;! Ρε καθόταν και έλεγε με κάθε φυσικότητα ότι έκανε επέμβαση και του κόψανε λέει τον κώλο, αυτολεξεί δε σου λέω μαλακίες, έδειχνε και με το χέρι, πούστη τον κάνανε λέει! Και να πεις ότι έχουμε και θάρρος...
-Ναι μωρέ τον ξέρω, τρυπιόστομος εντελώς, καλό παιδί, αφού γελάει όταν τα λέει. Τη μαυρίλα στο μάτι την είδες; Του λέω τις προάλλες για πλάκα «τι έγινε ρε Βάγγο σε δέρνει η γυναίκα σου;» και κάθισε και μου περιέγραφε με λεπτομέρειες πώς όντως η γυναίκα του του είχε πετάξει ένα τσόκαρο στα μούτρα αχαχαχαχ σταρχίδια του εντελώς!
-Ρε, αμαρτία, τον κοροϊδεύουμε τον άνθρωπο... ααααααχαχαχ το μαλάκα αχαχαχ

-Για τη Σούλα του 2ου άκουσες τίποτα;
-Τι να ακούσω, για λέγε...
-Ξέρω 'γω, τι να σου πω καημένη είσαι και τρυπιόστομη φοβάμαι θα με εκθέσεις...
-Α ρε Βιολέτα με προσβάλλεις, μου εμπιστεύτηκες τίποτα και το είπα; -Εμ... όχι. Να το ρισκάρω; Φίλα σταυρό.
-Ε α γαμήσου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο βετεράνος, ο παλαίμαχος, ο παλιός, το παλιοσείρι - στρατιωτικές εκφράσεις (εξού και η αναφορά στην καραβάνα) που βγήκανε και απέξω από τα στρατόπαιδα και τις λέμε και οι λοιποί άσχετοι.

Ο ξεσκολισμένος, ο έμπειρος, ο γνώστης, ο ξύπνιος και συνεπώς ψύχραιμος σε δύσκολες καταστάσεις που δε μασάει. Χρησιμοποιείται από τους κοινούς θνητούς και ως αντίστοιχη των γκουρού, σενσέι, επαΐων κλπ.

Αντίστοιχη έκφραση με το «παλιά πουτάνα στο κουρμπέτι», και βεβαίως και το γριά πουτάνα... (θεγκζ σις), εφόσον όσα ξέρει ο δικός της κώλος, δεν τα ξέρει ο κόσμος όλος.

Πάσα: γαϊδουράγκαθος.

κλασομούνι: Το φαινόμενο οφείλεται σε συσσώρευση αέρα στον κόλπο καθώς ο μπούτσος τρομπάρει μέσα-έξω. Και, ως γνωστόν, ότι μπει, θα βγει. Είναι λίγο embarrassing για τη γκόμενα, αλλά άμα είναι παλιά καραβάνα, βάζει τα γέλια και πάτε γι' άλλο ένα.

Από εδώ - Brasil/Ημίζ: Στο καμάκι είμαι παλιά καραβάνα
Διάσημος ράπερ
Φορώ μπαντάνα
''Θες να γίνεις των παιδίων μου η μάνα;''

Από εδώ: gaidouragathos (από τα σχόλια παρακάτω): Μια παλιά καραβάνα που ήξερα, έλεγε: «Τον άντρα τον θέλω νάναι σπασμένος, χαρακωμένος...».

Εδώ: Είναι αυτό που λέμε παλιά καραβάνα... Το σκόρ είναι υπερβολικό γιαυτό που έπαιξε η ΆΕΚ σήμερα. Μπορεί να δείχνει μια επιβλητική ομάδα που κέρδισε άνετα αλλά ένα έχω να πώ και να επισημάνω. (81'-88') τρία γκόλ. Και σίγουρα έπαιξε ρόλο η εμπειρία και οι παλιές καραβάνες τισ ΆΕΚ. (Λύμπε,Δέλλας,Μπλάνκο)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Και να, η προαιώνια ανάγκη του σλάνγκου να πρωτοπορήσει ξαναχτυπά. Στο γούγλε το λήμμα δίνει αραβικά χωριά. Όμως, το γλυκύτατο σκατόπαιδο-μανάβης-του-μπι που ουρλιάζει παίζοντας και το ακούει όλη η πόλη παρά τα κλειστά παντζούρια, δηλαδή έλεος, συνέβαλε στη σλανγκική καταγραφή της ενοχλητικής έκφρασης με την οποία μου ζάλιζε τα αυγά ο ξάδερφός μου ο βαγγελάκης στο δημοτικό. Έχουμε και λέμετε):

Τίκρα: Το κερί του αυτιού, η κυψελίδα που λένε οι ωριλάδες, με τις όξινες αντιβακτηριδιακές ιδιότητες που σκοτώνει τα μικρόβια, μας γλυτώνει από ωτίτιδες και αν μαζευτεί στο πτερύγιο του αυτιού αποτελεί αφορμή για χαρακτηρισμό του ενδιαφερόμενου ως μπίχλερμαν. Ομοιοκαταληκτεί με το πίκρα πράγμα λογικό γιατί, όπως κάθε παιδί που αναγνωρίζει τον κόσμο γύρω του ξέρει, η τίκρα είναι πικρή, αντιθέτως με τη μύξα που είναι αλμυρή.

Συναντάται από όσο γνωρίζει η γράφουσα μόνο στην γνωστή παιδική γείωση απάντηση στην ενοχλητική ερώτηση «τι».
-Τι;
-Τίκρα στ' αυτί.

-...αδφαφί (ψιθυριστά)
-Τι είπες;
-σσσκαμαμφχφ (ψιθυριστά)
-ΤΙ;
-ΤΙΚΡΑ ΣΤ' ΑΥΤΙ ΑΑΧΑΧΑΧ
-Θείααααα πάλι με κοροϊδεύει ο Βαγγελάκηςςς
-Με τρελάνατε, να φύγετε, να πάτε αλλού να παίξετε.
-Και δηλαδή τι είναι τώρα η τίκρα ρε, δεν υπάρχει τέτοια λέξη.
-Το κερί στο αυτί είναι, να, να το βλέπεις αυτό; ααχαχαχ
-Θείαααα μου σκούπισε το αυτί στη μπλούζααα
-Έλα εδώ εσύ, στη μάνα σου, εσένα άμα σε περιλάβω...

(από Galadriel, 05/01/12)Δεν κατάλαβες... ΤΩΡΑ είναι σιχαμερό, το κάνω upload και δεν ξανάρχομαι σε αυτό το λήμμα, τέλος. (από Galadriel, 05/01/12)

Αυτιά και λοιπές πάστες: μαρμελάδα, γράσο, παστελάδα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συμπεριφορικός συσχετισμός με τη γλώσσα του σώματος του σκύλου. Όταν το σκυλί είναι σε επαγρύπνηση το αυτί κάθεται κάγκελο, αντιθέτως όταν μπαίνει σε παθητικό μόουντ τα αυτιά πέφτουν προς τα κάτω - υπάρχουν βέβαια και τα σκυλιά που έχουν μονίμως τα αυτιά ξαπλαδών όπως το γνωστό κουτάβι (τώρα και σε μήδι), που φαίνεται σαν κλαμμένο και εδώ κυρίες και κύριοι οφείλεται ο κλαμμένος συνειρμός:

  1. Απογοητεύομαι. Μου φεύγει η μαγκιά, τρώω σφαλιάρα, τρώω ήττα. Νόμιζα ότι τα πράγματα ήταν έτσι και τελικά αποδείχτηκε ότι είναι οδυνηρά αλλιώς.

  2. Ντρέπομαι. Με προσβάλουν και ζορίζομαι γιατί ενδεχομένως θεωρώ ότι έδωσα αφορμή.

  3. Κουφαίνομαι από εξαιρετικά δυνατό θόρυβο. Τα αυτιά ξεραίνονται και πέφτουν από το ξαφνικό σοκ.

  4. Παγώνω από το κρύο. Τα αυτιά όπως και η μύτη, λόγω του ότι εξέχουν, είναι το πρώτο μέρος του κεφαλιού που παγώνει σε χαμηλές θερμοκρασίες. Σε απλό κρύο μαραίνονται σαν του σκύλου που λέγαμε, σε υπέρμετρο κρύο ξεραίνονται και πέφτουν ως ανωτέρω.

Ευχαριστώ για την πάσα.

Απογοητεύομαι: - Κτήματα δεν έχουμε. Άρα θα πρέπει να τα νοικιάσουμε ή να τα αγοράσουμε. Αυτό θέλει λεφτά. (Ακούω για ανθρώπους που έχουν κληρονομικά 500 και 600 στρέμματα και μου πέφτουν τα αυτιά. Που πας ρε Καραμήτρο σκέφτομαι...)

Απογοητεύτηκα: Λοιπον παιδια εχω ενα παλιο pc με 512 ddr1 και χρειαζομουν παραπανω μνημη.[...]Τελος παντων παρηγγειλα ακομα μια καινουρια 512 την εβαλα πανω ,ξεκινησε το pc ολο χαρα εγω ....στο πρωτο κλικ κολλημα reset στο δευτερο κλικ παλι κολλημα παλι reset μου επεσαν τ'αυτια. Ε τι γινεται ρε παιδια η μητρικη γραφει μεχρι 2gb. στο 1gb τα παιζει και εγω χρειαζομαι τον υπολογιστη για τη δουλεια.Help!!!

Ντράπηκα: Μιά φορά κατάφερα κάτι και πάω όλο καμάρι στον γέροντά μου. Μόλις με είδε εκείνος κατάλαβε ότι κάποια πεπονόφλουδα πάτησα, και πρίν προλάβω να του πω πολλά - πολλά μου λέει: Γιατί να καυχηθούμε εμείς αγόρι μου; [...] Και μου έπεσαν τα αυτιά.

Κουφαίνομαι: Γιατί αν είναι το 2ο μπορείς να κάνεις την μια μεριά να είναι 70άρα χωρίς καζάνι (και όχι την αριστερή που έχουν κάνει αλλά αυτή που είναι πιο ευθεία απο τις σωληνώσεις για πιο free flow των καυσαερίων) ενώ την άλλη να είναι 60άρα με 2 καζάνια για όλη την υπόλοιπη ώρα που θες να μετακινείσαι χωρίς να σου πέφτουν τα αυτιά.

Κουφαίνομαι, απογοητεύομαι και ντρέπομαι τρία σε ένα: Εχτές ήταν μια ακόμη μέρα στην πλατεία Συντάγματος. [...] και ξαφνικά κοιτάω γύρω μου... οι γνωστές άγνωστες φάτσες όλων των εναλλακτικών δήθεν στεκιών εκεί! Άφησαν το Γκάζι , τα Εξάρχεια, και έφεραν την αφεντιά τους στην πλατεία! [...] Από πάνω οι γηπεδικοί φωνάζουν συνθήματα ..ακούω και μου πέφτουν τα αυτιά..τύπο να φωνάζει από την ντουντούκα «πάμε χέρια παιδιά»! κλαίω και όχι από τα γέλια αλλά από την κατάντια μας,

Παγώνω: - Πω πω κρύοοο, παναγίτσα μου τι κρύο είναι αυτό, έπεσαν τα αυτιά μου, βάλε ένα σκουφί στο παιδί θα πάθει πνευμονία!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στριφνός, στριμμένος, ξενέρωτος, ακοινώνητος. Γρουσούζης, χολωμένος, καυστικός, λεμόνι, ξινίχλας. Αποπαίρνει, κριτικάρει, αγνοεί επιδεικτικά τους γύρω του, για να σκάσει χαμόγελο πρέπει να γυρίσει η γη τούμπα, γκρινιάζει, τη βλέπει σοβαροφάνεια και σνομπαρία. Ξινομούρης - ενίοτε κυκλοφορεί με τη μύτη σηκωμένη και έκφραση αηδίας στα μούτρα σαν να βρίσκεται διαρκώς πάνω σε υπόνομο.

Το γυναικείο μοντέλο είναι αλλιώς γνωστό ως ξινομούνα, στάνταρ ψωλοδιώχτης. Η ξινίλα κάποτε είναι ενδεικτική έλλειψης ξινών, ή ανάγκης ξινού για να στανιάρει το υποκείμενο, προφ όμως πρέπει να είναι πολύ γαμάτο μουνί για να ασχοληθεί κανείς γιατί παίζουν ψηλά οι πιθανότητες να σου βγει ξινό.

Η ξινομουνίαση σε άντρες δε συγχωρείται, ο ξινός άντρας παίζει να μείνει να τον παίζει - εδώ κάτι παληκάρια σαν τα κρύα τα νερά δεν βρίσκουν, θα βρει η ξινόπουστα τώρα, έλεος.

Ξινός άντρας; - δηλαδή μέχρι τώρα κανένα κορίτσι δεν μου έχει δείξει έστω και στο ελάχιστο ότι μπορεί να της αρέσω και γενικά πάντα με έκαναν πέρα ακόμα και για παρέα.το περίεργο είναι πως και τροπους έχω και πλάκα κάνω και γενικά δεν είμαι τοσο «ξινός».και έτσι όλα αυτά πάντα με οδηγούν στο συμπέρασμα πως αυτό το ότι μικροδείχνω ξενερώνει τελείως τα κορίτσια.

Ξινή γυναίκα; - Η Ιωάννα κυνηγούσε το χρήμα και περίμενε από εμένα τα πάντα. [...] Ο γάμος θα ήταν ένα τεράστιο λάθος, δεν θα μπορούσα να ζήσω με μια τόσο ξινή γυναίκα.

Ξινό παιδάκι; - Είναι 18 μηνών. Είναι πολύ κοινωνικό παιδί, χαρούμενο ατομάκι ρε παιδί μου. [...] Στην παιδική χαρά λοιπον έχω γνωριστεί με κοπέλες που έχουν παιδάκια στην ίδια ηλικία άντε και κανα μήνα μικρότερα. Ε.. γίνεται μάχη... Γίνεται άλλο παιδί! Στριμμένο άντερο!!! Απο μακριά τα βλέπει και αρχίζει τις ξινίλες!! [...] Εγώ λοιπόν σκέφτομαι τις εξής εκδοχές: 1. Εχω ξινό παιδι; Κληρονομιά απο τον παππού του ας πούμε...;;

Ξινή χοντρή και άσχημη; - Μπαίνει μέσα σε ένα κατάστημα μια γυναίκα χοντρή, άσχημη, κακιά, ξινή, κρατώντας από τα χέρια της τα 2 της παιδιά βρίζοντας και φωνάζοντας, από την είσοδο ως μέσα, ένας υπάλληλος του καταστήματος την πλησιάζει και της λέει:
-Καλήμερα σας τι χαριτωμένα παιδάκια έχετε, δίδυμα είναι;
Η αγενής και ξινή γυναίκα σταματάει να βρίζει και λέει θυμωμένα..
-Τι στο διάολο, δεν είναι δίδυμα, το ένα είναι 10 χρονών και το άλλο 7, πως σου ήρθε αυτό; Τυφλός είσαι ή χαζός;
και ο υπάλληλος απαντάει...
-Ούτε τυφλός, ούτε χαζός, απλά δεν μπορώ να πιστέψω ότι κάποιος θα σε πήδαγε 2 φορές!!!

Χαρακτηριστική ξινόφατσα  (από allivegp, 17/01/12)(από GATZMAN, 17/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ολοκληρώθηκε μία διαδικασία. Έκλεισε η τελική εκκρεμότητα. Είμεθα κομπλέ με την κακή την έννοια (καλή χώνεψη σε φάση). Η ήττα υπήρξε ολοκληρωτική, μετά από αυτό - όποιο - η κατάσταση είναι μη αναστρέψιμη και μένει μόνο να απολαύσουμε το γλυκό. Που βεβαίως, θα το καταλάβατε ήδη, δεν είναι πραγματικά γλυκό, είναι κάπως ξινό.

Μορφωθείτε: Συνταγή, υλικά, κατσαρόλα, βράζεις ζάχαρες με νερά και φρουτάκια και περιμένεις να δέσει σιρόπι. Το «δέσιμο» του σιροπιού στη ζαχαροπλαστική είναι μεγάλη χημεία, απαραίτητο γιατί αν δεν γίνει, είτε μένει το σιρόπι υδαρές, που πα να πει άμα μείνει εκτός ψυγείου πιάνει μούχλα, είτε κρυσταλλώνει που πα να πει τρως το σικαλάκι και κάνει κράτσα κρούτσα η ζάχαρη ανάμεσα στα δόντια. Δεν το θέλουμε αυτό, δεν το θέλουμε, α-α. Σο το σημαντικότερο βήμα κατά την παρασκευή του γλυκού είναι να δέσει το σιρόπι, συνεπώς να δέσει το γλυκό και τα μέρη να αποτελέσουν σύνολο.

Σε μία ενοχλητική κατάσταση όπου έχουν γίνει διάφορα ανεπιθύμητα και που να μη γινόσαντε, σκάει και η τελική μαλακία και η φάση γίνεται απόσκατα. Κατ' αντιστοιχία τα είχαμε χύμα μας ήρθαν και τσουβαλάτα, τα πιάσαμε τα λεφτά μας, πήραμε τ' αρχίδια μας κι αυτά με καθυστέρηση. Γλυκιά και λάιτ μαμαδίστικη σλανγκ, άμα δε θες να γίνεις εντελώς γουγούνι.

Να αναφερθεί παρόλα αυτά ότι τυχαίνει να χρησιμοποιηθεί και ως θετική έκφραση, ανεβαίνοντας σε άλλη σφαίρα από το θετικό στο αρνητικό κι από κει στο θετικό ξανά - παράδειγμα.

Αντίστοιχος ζαχαροπλαστικός όρος: το κερασάκι στην τούρτα. Αντίστοιχος όρος που λένε και στο χωριό μου: δε λαστ στρο.

Το #1 περιοδικό - αρνητικό: τα οσκαρ τα εχω γραμμενα...
συνταγη να παρεις οσκαρ
1.γυριζεις ακαδημαικη ταινια για ενα ''βαρυγδουπο'' στορι πχ με εναν βασιλια που ειναι κεκες ΠΟΥΤΣΕΣ ΜΠΛΕ πετας και μια αγγλικη προφορα και εδεσε το γλυκο
2.γυριζεις ταινια με χαζο η με αρρωσττο με πιπες για καλη θεληση δυναμη της ζωης κτλ..πουτσες μωβ..

Πριν το τέλος - αρνητικό: Ο θρύλος λέει ότι ο Nibiru, ένας υποτιθέμενος πλανήτης που ανακαλύπτεται από το Sumerians, κατευθύνεται προς τη γη. Αυτή η καταστροφή προβλέφθηκε αρχικά για τον Μάιο του 2003, αλλά.. ζούμε ακόμα. Η ημερομηνία της “Ημέρας της Κρίσεως” μεταφέρθηκε στις 21 Δεκεμβρίου 2012. Ήρθε και το αρχαίο ημερολόγιο των Μάγιας που φαίνεται να τελειώνει το 2012 και έδεσε το γλυκό. Λέτε να μην υπάρξει 22 Δεκεμβρίου 2012;

Θα φανεί στο χειροκρότημα - θετικό: Μια πολύ ουσιαστική παρουσία που έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο, όπως και το χειροκρότημά του, το καλωσόρισμα στους καινούριους, αλλά και τους παλιούς αθλητές. Είχε μεγάλη σημασία για όλους μας.
Νομίζω ότι ήταν το υλικό που έλειπε για να… δέσει το γλυκό. Έγινε αυτό που έπρεπε. Πιέσαμε τους αθλητές για το συγκεκριμένο παιχνίδι, αλλά προστέθηκε και από εσάς, από όλους σας, το υλικό που έλειπε για να κάνει τέλεια τη συνταγή.

(από Galadriel, 18/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρακτική κατασκευής αριθμητικών ή άλλων δεδομένων, που κανονικά έπρεπε να έχουν καταγραφεί ως αποτέλεσμα μέτρησης, χωρίς τη μέτρηση. Τα δεδομένα που παράγονται έτσι είναι πυροβολημένα και αυτό τα ξεχωρίζει από τα ακριβή και αξιόπιστα στοιχεία που αναμενόταν να ληφθούν για να βγάλει συμπέρασμα ο μαύρος ο ενδιαφερόμενος.

Το μυστικό είναι στο μαγικό «στο περίπου». Αντί κάποιος να χαλάσει κόπο, χρόνο κλπ που χρειάζονται για να κάνει μετρήσεις, υπολογισμούς, να φτιάξει πίνακες και ό,τι τέλος πάντων απαιτείται, παίρνει ένα τουφέκι, το στρέφει προς τον αβέβαιο στόχο, πυρ κατά βούληση κι όποιον πάρει ο χάρος. Πόσο βγήκε; Πέντε. Να τ' αφήσω; Μια χαρά μου φαίνεται.

Εφαρμογή κυρίως σε ασκήσεις εργαστηριακών μαθημάτων στη σχολή, μεταπτυχιακά θίσις, σε επιχειρηματικούς / οικονομικούς δείκτες, σε μικροβιολογικά / οινολογικά / πυρηνικά εργαστήρια κλπ (κυρίως όταν οι μετρήσεις βγαίνουν σκατά και πέρα από κάθε φυσικό νόμο, επειδή το μηχάνημά του είναι μπουρδέλο ή αυτός μπερδεύει τα μπουκάλια, όταν αντιγράφεται παλιά εργασία αλλά δε θέλει ο αϊνστάιν να έχει και τα ίδια νούμερα μπας και μυριστεί ο μεταπτυχιακός, ή όταν προτιμάει τη ζωγραφική).

Αν πιαστεί με ενδεχόμενο κρόστσεκ φταίει το κομπιουτεράκι, το μηχάνημα, το κιτ κλπ. Αν πρόκειται για άσκηση πασταδγιάλα, αν πρόκειται για Elisa testκάνε έναν κόπο και δοκίμασε και σ' ένα άλλο μαγαζί πριν το πεις στη μάνα σου.

Συνώνυμα: τουφέκισμα, τουφέκι, χχχχ μπαμ (γενικώς ό,τι έχει να κάνει με στόχους και επίτευξή τους), στου Μανώλη την ταβέρνα (υπονοούμενο) κ.λπ. Το μαγείρεμα δεν είναι ακριβώς συνώνυμο γιατί αναφέρεται σε παραποίηση κυρίως παρά σε κληρονομικό χάρισμα.

Γιατρέ μου...: - Μα τελικά γιατρέ μου είμαι ή δεν είμαι έγκυος; - Ήσουν αλλά... δεν μπορώ να καταλάβω αν συνεχίζεται η κύηση... μήπως να κάναμε κι έναν κολπικό υπέρηχο...
- Μα να βάλω τώρα δεύτερη βδομάδα εκείνο το μακρύ το πράμα; Τα αποτελέσματα της β-χοριακής στο αίμα τι σας λένε; Δυο φορές τρυπήθηκα!
- Τι να σου πω βρε κοπέλα μου, αυτά που έκανες στο εργαστήριο στο κέντρο λένε ότι είσαι, αυτά που έκανες στο εργαστήριο της γειτονιάς σου λένε ότι δεν είσαι, τι να πω, να τα έχει πυροβολήσει κανένα απ' αυτά τα κοριτσάκια που βάζουνε εκεί... ξανακάνε και σήμερα.
- Αααα.

Κύριε καθηγητά μου...:
- Μαλάκα αυτή την άσκηση με τη μέτρηση ραδιενέργειας, μιλάμε άμα δεις τα νούμερα... ό,τι να 'ναι εντελώς. Τι μαλακία έκανα με το γκάιγκερ δεν μπορώ να καταλάβω... Άντε πάλι ανέβα κατέβα ταράτσες και υπόγεια, σκατά!
- Άντε ρε Στόκεμον, πάρε τη δική μου, βάλτα στο εξέλ και πολλαπλασίασέ τα όλα επί 0,8 μια χαρά θα σου βγούνε.
- ...λες ρε να πέσει τέτοιο πυροβόλημα; Τουφέκι τελείως;
- Άντε γαμήσου με τις τύψεις ρε, ξεκόλλα απ' τη ζωή σου! Κι εγώ από την Τιτίκα του τρίτου έτους τα πήρα, έτοιμα στα δίνω, μας περιμένει η Άντζελα με εκείνη τη μουνίτσα τη νηπιαγωγό στην Καζάρμα, τελείωνε.

Χικ!:
-Πήγα το κρασί στον οινολόγο που μου πες, δε με θυμήθηκε.
-Μέτρησε τα γράδα;
-Αρχίδια μέτρησε, μου 'δειξε κάτι νούμερα και μου είπε να βάλω μισό κιλό ζάχαρη.
-Ε, μπορεί να χρειαζόταν ρε...
-Του είχα βάλει ήδη ένα κιλό όπως μου είπε την περασμένη φορά που το πήγα.
-Τι λες τώρα! Και τα νούμερα; Πυροβόλημα;
-Μπλε.

Δε βαριέσαι... Πέντε. (από Galadriel, 19/01/12)(από Mr. Cadmus, 19/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified