Τοπικός ιδιωματισμός περιοχής Πατρών και περιχώρων (Αχαγιά). Αγνώστου προλεύσεως και αμφιβόλου νοήματος.

Χρησιμοποιείται σαν κρυφός-άσσος-στο-μανίκι όταν μια πρόταση περιπέσει σε τελματώδη κατάσταση και απ' την οποία δεν φαίνεται να μπορεί να βγει κάποιο σαφές νόημα.

Άγνωστο επίσης παραμένει το εάν και πώς θα μπορούσε να έλκει την καταγωγή της από το γνωστό σε όλους «δικάστηκε ερήμην», δηλαδή παρά την απουσία του.

- Ρε μηνάρια, μην είδατε τον Λάμπρο ρε;
- Ερήμην φίλε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το γνωστό αναπαυτικό έπιπλο (το λήμμα προστέθηκε ύστερα από παράκληση).

Έλα κάτσε στον καναπέ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα ποδανά (=ανάποδα): το μουνί. Αναφέρεται σε πρόσωπο, οπότε μπορεί να θεωρηθεί και αντωνυμία.

Πού είσαι ρε φίλε, τι έγινε; Κανά νιμού, παίζει;

Λέξεις για τους όρχεις και τα αντρικά γεννητικά όργανα συνολικά: αρχίδια, ζουβάχια, καλαμπαλίκια, καμπανέλια, καρύδες, κοκόβια, κοχόνια, κρεμαντζόλια, λιμπά, λυμπά, μπομπόλια, οικογένεια, παπάρια, τζοχανταραίοι. Ειδικά για συνώνυμα του πέους δες πέος.

Λέξεις για τα γυναικεία γεννητικά όργανα: γατάκι, κουτί, μουνί, μουτζό, μύδι, νιμού, πιπί, πουτί, πράμα, τρύπα, ψωλότσεπη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δηλαδή κάτι που κάποιος έκανε, χωρίς όμως να έχει λόγο να το κάνει.

- Έλα ρε φίλε που είσαι εσύ;
- Έλα ρε! Εδώ. Όλα καλά! John έχεις δει καθόλου;
- Άσε φίλε, πήγε στρατό.
- Σοβαρά;
- Ναι, είναι στην Κύπρο τώρα, στην ΕΛΔΥΚ.
- Τι λε ρε φίλε, άνευ λόγου και αιτίας όμως!
- Τι να πεις...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο απρόσεκτος. Περιέχει μια ελαφρά δόση χιούμορ.

Μας τσάκισες ρε αρούκατε, πρόσεχε λίγο!

Got a better definition? Add it!

Published

Αρκαδικής και δη τριπολιτσιώτικης προέλευσης. Ο χαζός.

Τι μας λες ρε μπανταβέ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυθόρμητο.

- Ρε φίλε τι της είπες εκεί της γκόμενας; Την άφησες μαλάκα.
- Ον δε σποτ ατάκες φίλε!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βλέπε λέουρας.

Έλα παλαίουρας, πάρε σκούπα, φαράσι και μόκο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μάγκικος αποχαιρετισμός. Αντί του φλώρικου «τα λέμε».

Έλα τσάγια ρε, τα είπαμε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που είναι ό,τι νά 'ναι και γενικότερα πρεσβεύει το κίνημα του οτινανισμού.

Κάθε παράδειγμα περιττεύει με αυτόν τον οτινάνα....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified