Προφανούς ετύμου δεν-περιγράφω-άλλο λέξη που σημαίνει άντερα, εντόσθια. Μας την πάσαρε εξ απαλών ονύχων ο φάδερ (από Αιτ/νία μεριά). Πού διάολο την τσίμπησε μακάρι να ήξευρα, πάντως το λεξιπλαστικό δεν το 'χει, άρα κάπου, κάποτε λεγόταν / λέγεται η μη γουγλιζόμενη λέξη.

Περπατάει χωρίς να μιλάει ότι φρόντισα να ενημερώσω σχετικώς τα βλαστάρια μου.

Μπράβο αγόρι μου, ωραίος σκάρος! Του 'βγαλε κι η τετράαινα τα τσιλίπορδα, γλυτώνουμε και το πολύ καθάρισμα. Άντε, πάμε σιγά-σιγά κατά πίσω, θα με κατασπαράξει η μάνα σου...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είμαι σε μαύρη μελαγχολία, έχω τα ψυχολογικά μου χάλια, είμαι να με κλαίνε οι ρέγγες.

Για φάσεις που πιάνουμε εντελώς πάτο, τα μαύρα πανιά κάνουνε άμα λάχει και για σάβανο, όπως μας λέει το πρώτο παράδειγμα.

Τώρα για λάθος ιστιοφορίες, γκρεμοτσακίσματα από βράχους, ονοματοδοσίες θαλασσών και άλλα τέτοια άσχετα, να πα ν' ανοίξετε καμιά Ελληνική Μυθολογία και μη μού ζαλίζετε τον έρωτα, άντε μπράβο.

  1. Τ’ ακούει ο άλλος βασιλέας, πως του τάδε βασιλέα η δυχατέρα έκαμε ένα σιμιγδαλένιο και τον πήρε άντρα, το μαθαίνει κι η δυχατέρα του αυτουνού, και πέφτει στα μαύρα πανιά να πεθάνει. Ήθελε αυτή το Σιμιγδαλένιο για άντρα. ώρα καλή

  2. Την προηγούμενη εβδομάδα ήμουν στα μαύρα πανιά: «την κάψαμε την αριστερά» και μαζί τη χώρα σκεφτόμουν. Δε θα ξανασηκώσουμε κεφάλι… στην

  3. καλησπερα κοριτσια! πριν απο μια ωρα περιπου γυρισα απο την εξεταση doppler και αυτη την στιγμη ειμαι στα μαυρα πανια! πρύμνη σου

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίτηδες, σκοπίμως. Από το ταυτόσημο (και πολύσημο) τουρκ. mahsus.

Το βρίσκω στη ντοπιολαλιά της Λέσβου, και μάλλον παίζει / έπαιζε και Βόρεια Ελλάδα, αν κρίνουμε από την καταγωγή του συγγραφέα του β' παραδείγματος. Ενστικτωδώς μου κάνει κάτι αποχρώσεις παλιομοδίτικης, κλασικής αστικής αργκό. Σαν το ταραφιντάν που είχα γράψει παλιότερα. Ας πει όποιος ξέρει.

«Βρε…το ʹκανα…επίτηδες… (…)»
«Βρε, τι επίτηδες και μάξους ! Δε σε βλέπαμε που ξεφύσαγες ίδιο παπόρι της στεριάς ;» «Μαξούς» σημαίνει «επίτηδες», όπως λέει κι εδώ.

Από διαδικτυακή συζήτηση.

Σήκωσα το σάκο με το 'να χέρι, τον πέταξα στην προκυμαία κι ύστερα μ' ένα λεβέντικο σάλτο βρέθηκα κι εγώ πάνω στο τσιμέντο. 'Ημουν πιά στη φυλακή! Σήκωσα τα μανίκια μου, έτσι μαξούζ, για να φαίνεται το τατουάζ που είχα στον αριστερό μου βραχίονα κι ύστερα με μιά κίνηση χαμάλη ή μπετατζή ή φορτοεκφορτωτή, ανθρώπου σκληρού δηλαδή και μαθημένου, άρπαξα το σάκο, το φόρτωσα στον ώμο μου και προχώρησα προς την έξοδο του λιμανιού όπου ήταν και η πρώτη σκοπιά.

Γιώργος Κάτος «Τα καλά παιδιά» (εκδ. Καστανιώτης 1992, α' έκδοση 1980).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γαλλισμός αρκετά διαδεδομένος στο διαδίκτυο, ψιλοχοντροακούγεται κιόλας. Παναπεί : έτσι δεν είναι?, από το ταυτόσημο γαλλικό n' est-ce pas?

άλλη, που ανέσπα τα μαλλιά της καμία σχέση. Μην ακούτε τρίχες).

Πάντως περισσότεροι Γάλλοι θα σου μιλήσουν αγγλικά, παρά Αγγλοι οποιαδήποτε άλλη γλώσσα. νεσπα; ici

Ωραίες οι ιστορίες που συνοδεύουν ή καλύτερα γυροφέρνουν τις λέξεις, νεσπά; aussi

Φαντασου να τρως καθε μερα πατατες γιαχνι ας πουμε. Βαρετο, νεσπα? là-bas

ο υπερκορεσμός (κοινώς το μπουρδουκλωμένο μπούγιο) της μουσικής του Βάγκνερ όλα τα επιτρέπει (όλα τα σφάζω, όλα τα μαχαιρώνω) ακόμα και μια ωραία συζήτηση περί ανέμων και υδάτων. Διότι κάπως πρέπει να περάσει και η ώρα, νεσπά; μπλα-μπλα

Got a better definition? Add it!

Published

Αν και γνωρίζω από τα ογδοενενήνταζ πως η λέξη υφίσταται τουλάστιχον από τα εξήνταζ, δεν τεκμηριώνεται από καμία σοβαρή πηγή η υποτιθέμενη χρηματοδότηση του φεστιβάλ του Γούντστοκ από Άραβες πετρελαιάδες. Μιλάμε για απείρως φρικτότερα πράματα, όπως ο Ατομικός ΡαδιοΒιοΧημικός Πόλεμος, παναΐαμ.

Στο τελευταίο παράδειγμα κάτι δε μου πάει καλά, ατομικές βόμβες δεν υπήρχανε το 1940. Ψιλομούφα μου φαίνεται. Εκτός και μιλάμε για την (και προφητική) μαγκιά της φυλής, οπότε πάσο.

φανταστείτε με σε τρίτο υπόγειο με επίστρωση μολύβδου και με πλήρη εξοπλισμό ΑΡΑΒΟΧΙΠΙ, σκεφτείτε με να πετσοκόβομαι για να βρω το τσιπάκι που μου έχει βάλει ο μπιγκ μπράδερ

εδώ

…Η έκρηξη π’ ακολούθησε από τα ΑΡΑΒΟΧΙΠΙ , άνοιξε μια χαβούζα επτά μέτρα βάθος πλάτος και Ύψος

Στην προκειμένη περίπτωση δεν μας ενδιαφέρει ο ραδιενεργός βολβός αλλά ο τύπος με την στολή ΑΡΑΒΟΧΙΠΙ.

(κι αυτά απ' το νέτι)

Στις 2 Νοεμβρίου οι Ιταλοί βομβάρδισαν από αέρος τα Γιάννενα, λέγεται ότι σκοτώθηκαν άμαχοι. Δεν δουλεύω πια στο νοσοκομείο, πείρα την ιδιότητα του ΑΡΑΒΟΧΙΠΙ και προχωράω μαζί με το τάγμα μου προς το Καλπάκι.

εκεί

Got a better definition? Add it!

Published

Τα αρχίδια, με την έννοια της γενναιότητας. Ανεπίτρεπτος και χυδαίος ισπανισμός (cojones) που γνωρίζει διάδοση στο διαδίκτυο. Ενδιαφέρον είναι (όσο μπορεί να ενδιαφέρει ένα αρχίδι δηλαδή), ότι η λέξη λόγω της κατάληξής της έχει θεωρηθεί και θηλυκού γένους.

Ίσως και να την έχω ακούσει επίσης διά ζώσης, αλλά δεν το θυμάμαι σίγουρα. Εδώ μέσα το είχαμε σε ορισμούς και σχόλια, τώρα και σε λήμμα, περάστε να πάρετε ένα μεζέ. Από την άλλη, εδώ πέθανε ο γείτονας, με αρχίδια θ' ασχολούμαστε τώρα?

ΑΡΠΑΞΕΣ ΤΟΥ ΠΑΥΛΑΡΑ ΤΗΝ ΚΟΧΟΝΑ,ΤΟ ΣΠΕΡΜΑ ΤΡΑΒΑ ΠΛΥΝΕ ΜΕ REXONA αριστερό

Μονο μνημη εχασε ;;

Εγω νομιζω οτι εχασε και μια κοχονα αλλα δε λεει τιποτα για να μη το παρουμε στο ψιλο ! δεξί

Εντάξει, θα πάρουμε τις κοχόνες του Σόιμπλε από το κατοχικό δάνειο, αλλά εμείς ΠΡΕΠΕΙ να το λέμε και να το φωνάζουμε. θηλυκό

τι να σχολιασει? για τον "κερατουκλη"? ή για για τους κοχονες του Αντρεουτσι? μα στη 13? προφητικος! σερνικό

Ο τηλεοπτικός φακός "συνέλαβε" τον Κάρλο Αντσελότι να πιάνει τα... κοχόνες του, κατά τη διάρκεια της αναμέτρησης της Ρεάλ Μαδρίτης με την Αθλέτικ Μπιλμπάο. ουδέτερο

Cojones (τα κοχόνες). Αναγκάζομαι να συνεχίσω με μια ακόμη ξένη λέξη που φαίνεται να παίρνει πράσινη κάρτα παραμονής στην Ελλάδα. Γιατί την ακούω και τη βλέπω όλο και πιο συχνά. [...] Είναι ο πληθυντικός μιας ισπανικής «βρώμικης» λέξης που παραπέμπει στο ανδρικό κορμί. Εκεί, κάτω από τη ζώνη και λίγο(!) πάνω από τα γόνατα, όπου και ψάχνοντας αν πας, δεν συναντάς δυο μπαλάκια; Ε, αυτά είναι τα κοχόνες. μεσαίο

Η συγγνώμη θέλει... κοχόνες! αδιευκρίνιστον

Η Κούβα έχει «κοχόνες», εμείς πολιτικούς. υπερπόντιον

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εφήμερη σλανγκιά σε χρήση τη χρονική περίοδο πριν και μετά τις εκλογές του 1946, δηλαδή ακριβώς στην κόψη του ξεσπάσματος του Εμφυλίου. Με τη λέξη χαρακτηρίζονταν οι ξένοι (πλην ΕΣΣΔ που δεν συμμετείχε) παρατηρητές για την ομαλή διεξαγωγή των εκλογών.

Το προσωνύμιο οφείλεται στο περιβραχιόνιο που έφεραν οι εν λόγω λεβέντες, το οποίο παρίστανε μια κουκουβάγια, πανάρχαιο σύμβολο της σοφίας.

Η οριστική, όμως, απόφαση για αποχή αποδείχτηκε πως δεν ήταν αυτή που επιβαλλόταν. Γιατί, ενώ υπήρχε δυνατότητα πάλης τουλάχιστον στα μεγάλα αστικά κέντρα, αφέθηκαν εντελώς ασύδοτοι και ανεξέλεγκτοι οι εκλογομάγειροι ξένοι παρατηρητές, που αποκαλούνταν ειρωνικά «κουκουβάγιες», να εμφανίσουν την εκλογική δύναμη του ΚΚΕ και του ΕΑΜ με το απαράδεκτο ποσοστό 9,3%.

εδώ

     Για το αδιάβλητο των εκλογών ο ΟΗΕ αποφάσισε να στείλει 1.200 περίπου παρατηρητές (οι Ρώσοι αρνήθηκαν να συμμετέχουν), αυτοί έφεραν περιβραχιόνια με μια κουκουβάγια και την επιγραφή AMFOGE (Συμμαχική Αποστολή για την παρατήρηση των Ελληνικών Εκλογών), ο λαός τους ονόμασε οι «**Κουκουβάγιες**»

εκεί

The Insignia

A sleeve patch was authorized for wear by members of the three of AMFOGE contingents. According to one of the Mission's senior officers, there was hesitation on the part of the Army to authorize a shoulder sleeve insigne (SSI) for a unit that would exist for so brief a period. But given the importance and the international flavor of AMFOGE's mission, it is probable that the Army found itself pressured to approve an insigne by elements of the US Government.

The basic SSI depicts an owl (a symbol of wisdom) embroidered in blue on a central white field with a red border. Embroidered in white in the red border vertically flanking the owl are the words PAPATHPHTHS and EKLOGWN, which translate "observer of elections." Above the basic SSI, each contingent wore its own white on red tab: AMEPIKH (America), AGGLIA (Britain), and GALLIA (France). Those acting as interpreters wore a brassard bearing the SSI and a DIEPMHNEYS tab. Additionally, special ID cards were issued.

παραπέρα

Έβλεπα την "βοήθεια" των Άγγλων, τους χίτες, τις ψευτοεκλογές με κουκουβάγιες και το ψευτοδημοψήφισμα και στριφογύριζαν μέσα στο μυαλό μου Άγγλοι, Γάλλοι, Γερμανοί, Αμερικάνοι, λογής λογής ξετσίπωτοι "προστάτες" που έμπαιναν ως την κρεβατοκάμαρά μας [...]

Εγώ, ο Μανώλης Αξιώτης...Η περιπετειώδης ζωή του ήρωα των "Ματωμένων Χωμάτων".

Εκδ. Μπαλτά, 2016

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά το σαράντα χρόνια τούρκικα.

Ρετρό, εξαφανισμένη πλέον έκφραση που σήμαινε μεγάλο χρονικό διάστημα, αδικαιολόγητη καθυστέρηση, υπέρ το δέον χρονοτριβή. Κάποιοι περιμένουν ακόμα το ξανθό γένος να μας σώσει.

Για μιά πιθανή ερμηνεία της φράσης βλέπε το α' παράδειγμα. Ο γούγλης δεν έδωσε τίποτα, αλλά δεν είχα στη διάθεσή μου και ρούσικες ώρες να ψαχουλεύω τα ιντερνέτια. Οπότε βρήκα απ' αλλού.

-Του Αβράμ και του Ισάκ τα καλά έχει εκείνη η Άγια Ρωσία, έμαθε η Άννα να λέει απ' τη γιαγιά της, και τον Παράδεισο τον φανταζόταν στη Ρωσία, όπου όλα ήταν μεγάλα και πλουσιοπάροχα και ατέλειωτα, ακόμα και οι ώρες. "Ρούσικες ώρες έκανες ως που να με το φέρεις", έλεγε η Λωξάντρα στο μπακαλάκι όταν αργούσε.

Μ. Ιορδανίδου, Διακοπές στον Καύκασο, εκδ. Εστία.

Η ώρα έξι το απόγευμα (17 του Αυγούστου) θα γινόταν η έναρξη. [...] Η σάλα είναι φίσκα όπως είπα. Κι όμως ακόμα έρχεται κόσμος πολύς. Βουητό χαρούμενο, φως θαμπωτικό παντού. Είναι η ώρα 7 κι ακόμη δεν άρχισε το συνέδριο. Ρούσικη ώρα!

Κ. Βάρναλης, Τι είδα εις την Ρωσσίαν των Σοβιέτ, εκδ. Αρχείο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Αυτό είναι για τον πολυάσχολο εφημέριο του σάιτ. Και για την Άϊρον. Τα βαφτίσια τα έκανε ο Κύριος ημών).

Για την κουβέντα που κάναμε στο ΔΠ περί του σχήματος αποσιώπησης του ουσιαστικού και χρήσης μόνο του επιθέτου, δηλαδή για εκφράσεις όπως αδέσποτη σφαίρα, περιποιημένο ουζάκι, καϊμακλής καφές (του Λουντέμη αυτό), αεροπλανικό κόλπο κλπ, δυό πραγματάκια έχω να πω μόνο. Το πρώτο είναι πως βαριέμαι να λινκάρω σε όλες αυτές τις πασίγνωστες εκφράσεις. Το πεντηκοστό όγδοο είναι πως κομματάκι πασπαρτού μου φαίνεται το εργαλείο. Εξηγούμαι:

Στην περίπτωση της επαράτου νόσου ή Δεξιάς, διαλιέχτε, το αρχαιοπρεπές του επιθέτου δίνει έναν σαφώς λόγιο τόνο, είτε πρόκειται για καρκίνο είτε για πολιτική παράταξη, διαλιέχτε.

Από την άλλη, αυτό της παλιομοδίτικης καθομιλουμένης πιάσε δυό καθαρά ποτήρια μάστορα, στις μέρες μας μπορεί να σας βγει ξινό, εφόσον είναι πιθανόν ένας ζοχαδιακός μουστακαλής κάπελας να τα πάρει στο κρανίο με τον τρόπο που διαλέξατε για να του πείτε πως το ρημάδι του, ε, ψιλοζέχνει μωρέ αλλά νταξ. Εκεί ακριβώς αυξάνονται εκθετικά οι πιθανότητες αντί για έξι κουβέρ, τέσσερα τζατζίκια, έξι πατάτες, δύο γεμιστά μπιφτέκια, δύο χόρτα, τέσσερις χωριάτικες, τρεις φέτες, τρία σαγανάκια, δυό κεφτέδες με σάλτσα, δυό κιλά παϊδάκια, μιά μελιτζάνα με φέτα, τρεις φάβες, τέσσερα λουκάνικα (πω ρε πστ, αυτά με το πράσο), έξι γιαούρτι-μέλι-καρύδι, τρία κιλά ροζέ (δικό μας, κύριε), εικοσιέξι πράσινες και μιά κόκα διαίτης να σας έρθει καμιά ξανάστροφη.

Τέλος, για να τεκμηριώσουμε τη σύνδεση του σχήματος με την αργκό, αρκεί να σκεφτούμε πως αν μας συμβεί το σοβαρό, με μιά παχιά ανακτούμε την αυτοδυναμία μας.

Για τον ανένδοτο τα 'χουμε ξαναπεί.

Πάτσμαν δεν πειράζει που έκανες το δουπού χασαποταβέρνα και μου τσίκνισες τα χειμωνιάτικα. Σου τη χαρίζω (αυτή τη φορά). Και μπορείς να με λες χτήνος. Είναι το καλλιτεχνικό μου.

Όποιον πει ότι δεν του αρέσει το λήμμα ή / και ο ορισμός θα τον αρχίσω στις γρήγορες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που έχει στόμα χάρβαλο, που βρίζει ακατασχέτως.

Πέραν του πρώτου, φρεσκότατου παραδείγματος ο γούγλης δεν δίνει τίποτα άλλο, αλλά, όπως έχουμε ξαναπεί, δε μας χέζει κι αυτός ο μαλάκας, να πα να γαμηθεί ο ξεφτίλας, πετάγεται σαν την πούτσα το κάθε μαλακισμένο να μας πει πώς θα κάνουμε τη δουλειά μας μη χέσω, ε ρε βίτσα πούτσα και στενά παπούτσα που θέλουνε κάτι καρακαργιόλια...

-Καλό παιδί ο εγγονός σου κυρά Πολυξένη.
-Ναι καλός. Μόνο που είναι λίγο χαρβαλόστομος.
Εννοούσε ότι βρίζει.
Όλα αυτά πριν καμιά εικοσαριά χρόνια.

εδώ, σχόλιο 162

Οι χαρβαλόστομοι ταγματασφαλίτες άρχισαν να γαμοσταυρίζουν και να σκατολογούν τ' αντάρτικο.

Από μνήμης, από τον Καπετάν Άρη του Κωστή Παπακόγκου, εκδ. Παπαζήση.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified