Η κοπέλα που κλείνει τα ραντεβού σε κάθε είδους γραφεία. Αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για κάποιον παράγοντα ή μεσάζοντα που «κλείνει» κάτι, μια συμφωνία, μία συνάντηση κ.τ.λ.

  1. - Βρήκε δουλειά η Άννα;
    - Της πρότεινε ένας ψυ να την πάρει για κλείστρα, αλλά με τόσα χρόνια σπουδές δεν της κάνει καρδιά.

  2. - Καλά οι καταδύσεις περιλαμβάνονται στο πρόγραμμα που δίνει το ξενοδοχείο;
    - Όχι, αλλά μου δώσανε το τηλέφωνο της κλείστρας κι έχω κάνει τα κονέ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι διάφορες παροχές ή ευκολίες ή ποσοστό από τις οφειλές σου που σου δίνει το κράτος για να γίνεις ρουφιάνος.

  1. Με το ρουφιανομπόνους που δίνουν στους ελεγκτές εισιτηρίων δεν είναι να απορεί κανείς που έχουμε θύματα.

  2. Να ανάψουμε τζάκι ή θα μας καταδώσει κανείς για το ρουφιανομπόνους;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο σκατιάρης, το βρωμερό υποκείμενο που βρωμάει και ζέχνει.

Γέμισε ο Κορυδαλλός με σκατιάδες που τα τρώγανε επί χρόνια, αλλά ακόμη δεν έχουμε ξεβρωμίσει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αλλιώς ο βρικόλακας. Λέγεται και για σκιαχτικούς ανθρώπους που τρομάζουν με την εμφάνισή τους. Και για όταν προβάλλονται καταστροφές που θα έρθουν, για να τρομάξει ο κόσμος, όπως όταν τρομάζουν τα μικρά παιδιά με τον βουρδούλακα για να φάνε το φαΐ τους.

  1. Κακογέρασε ο Θωμάς. Τον είδα τις προάλλες κι έχει γίνει σαν βουρδούλακας. Και δεν έχει περάσει καν τα εβδομήντα...

  2. Αυτήν την επιγραφή ότι όποιος καταστρέψει σήμα της τροχαίας θα πάει δυο χρόνια φυλακή τι μας την βάλανε σαν βουρδούλακα;

Ο βουρδούλακας του δημόσιου χρέους (από Khan, 15/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ποδοσφαιρικό, όταν μια ομάδα δεν είναι καλά ετοιμασμένη και προπονημένη μια βροχή την σώζει από την ξεφτίλα γιατί ακυρώνεται ο αγώνας. Ή αν δεν ακυρωθεί ο αγώνας μπορεί να γλιστράει το γήπεδο και ο αντίπαλος να μην είναι εξοικειωμένος με το γήπεδο.

Το λέμε όταν δεν είμαστε καλά προετοιμασμένοι και φοβόμαστε την ξεφτίλα και για αυτό ελπίζουμε να συμβεί κάποια μικροκαταστροφή που θα μας γλιτώσει.

- Καλά θα είναι κανείς στη διαδήλωση ή εμείς κι εμείς;
- Άσε, μια βροχή θα μας σώσει.

(από Spider, 18/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κοντόχοντρος, από αρβανίτικα.

Τέτοια κοπέλα σαν τα κρύα νερά να παντρευτεί αυτόν τον μπακούκο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάποιος που είναι τελείως άσχετος με το άθλημα, που δεν το έχει καθόλου.

Ο καινούργιος παίκτης που έφερε ο γαύρος δεν ξέρει την τρύπα του μιλάμε, τελείως ανίκανος! Να δούμε πώς θα τον ξεφορτωθούμε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που γαμάει, κυριολεκτικά και μεταφορικά, ο φοβερός, ο καταπληκτικός.

Πολύ γαμησερός ο παικταράς που πήραμε από το ΝΒΑ!

Got a better definition? Add it!

Published

Βρισιά με την οποία βρίζουμε κάποιον ότι γαμάει την αδερφή του.

Έτσι αδερφογαμιάδες! Όταν θα παίζουμε στην Ευρώπη, θα μας βλέπετε από τον καναπέ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται για κάποιον ο οποίος τελικά δεν καταφέρνει να έχει συνέπειες, να ριζώσει, να κάνει κατάσταση, αλλά έρχεται και παρέρχεται. Όπως μια μπαλιά στο ποδόσφαιρο που περνάει και δεν βρίσκει τίποτα, ούτε δοκάρι ούτε γκολ.

  1. Τον διαφημίσανε ως μεγάλο σταρ από το ΝΒΑ, αλλά τελικά πέρασε και δεν ακούμπησε. Δεν κατάφερε να προσαρμοστεί στην Ευρώπη.

  2. Κι εδώ που τα λέμε, και ως Υφυπουργός πέρασε και δεν ακούμπησε. Πώς να τον εμπιστευτείς μετά;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified