Selected tags

Further tags

Από την ποδοσφαιρική ορολογία, καθιερώθηκε από τον Χάρρυ Κλυνν, που μετέφερε έτσι την εμπειρία του ως Πρόεδρος του Απόλλωνος Καλαμαριάς. Λέγεται από προπονητές / παράγοντες ομάδας σε στυλ Αγανακτήσεως ή Απελπισιακού, που κινδυνεύει άμεσα με υποβιβασμό στην Β΄ Εθνική κατηγορία και της χρειάζεται μία, μόλις μία ισοπαλία (ούτε καν νίκη!) για να παραμείνει στην Α' Εθνική. Κρέμεται δηλαδή η σωτηρία της από μια τρίχα, απ' το τσακ του τσακός. (Μπορεί να ειπωθεί και για μια οποιαδήποτε πρόκριση, αλλά πολύ δευτερευόντως).

Το χαρακτηριστικό της φράσης είναι ότι παραδοξολογικά λέγεται ταυτόχρονα με:

1) Σεμνότητα και ταπεινοφροσύνη, αφού αυτός που την εκφέρει δεν ζητάει πρωτάθλημα, αλλά μη υποβιβασμό, δεν ζητάει καν νίκη, αλλά ισοπαλία.
2) Αυταρχισμό, αφού νυν ο υπέρ πάντων αγών, η μάχη για την επιβίωση, οπότε εννοείται ότι πρέπει να κινηθούν νεκροί και ζωντανοί, λυτοί και δεμένοι, να μετέλθουμε κάθε θεμιτό και αθέμιτο μέσο, να αγοράσουμε διαιτησίες, να κάνουμε το γήπεδο κόλαση, για τη φουκαριάρα τη μάνα μας...

Τα δύο αυτά έχουν αμοιβαία αιτιότητα: ακριβώς επειδή απειλείται η ίδια μας η επιβίωση και δεν ζητάμε από την άλλη πολυτέλειες, ακριβώς γι' αυτό έχουμε δικαίωμα να κάνουμε το ο,τιδήποτε. Οπότε, η φράση λειτουργεί πλέον ως μέθοδος των κάτα Γκατσάνδρα βιοπαλαιστών: ξέρετε, αυτών των τύπων που, με ύφος σαράντα κλαψομούνηδων σου κόβουν τον μισθό σου και σου κάνουν και κήρυγμα ότι πρέπει να είσαι ευγνώμων που εν μέσω οικονομικής στύσης συμβάλλεις στην επιβίωση της εταιρείας κ.ο.κ.

Συνώνυμο: να ρεφάρω, να σώσω το καπέλο.

Υφιστάμενος: - Τι εννοείτε κύριε Αφεντικουλέσκου, ότι οι ώρες εργασίας μου θα αυξηθούν κατά μία, ενώ ο μισθός μου θα πέσει κατά 10%;
Αφεντικουλέσκου: - Έλα βρε Γιάννη μου, απορώ με το εγωιστικό μη ομαδικό σου πνεύμα! Εδώ κλείνουν τόσες και τόσες εταιρείες σαν εμάς με την κρίση! Μια ισοπαλία θέλουμε για να σωθούμε! Σκέψου με και μένα, που έχω τέσσερα παιδιά! Μια φιλική χάρη σου ζητάω για να επιβιώσουμε όλοι μας και συ το κάνεις θέμα! Έχω και ζάχαρο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει ντροπιαστική ήττα σε αγώνες, ή όταν συμβαίνει κάτι μη αναμενόμενο.

Συνήθως προηγούνται τα «έφαγα» ή «έριξα», αναλόγως ποιος το λέει.

  1. Ρε τι ταμπάνι φάγαμε χθες. Αυτή η ομάδα δεν πιανόταν στο γήπεδο.

  2. Φίλε μου κόλλαγε ένας πιτσιρικάς στο φανάρι. Του έριξα ένα ταμπάνι...

  3. Άσε κι έφαγα ένα ταμπάνι απ' τη ΔΕΗ (λογαριασμό)!

Δες και ρίχνω, τρώω, πέφτω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο νεαρός ποδοσφαιριστής του Εργοτέλη που έχει βγάλει μάτια φέτος ιδιαίτερα λόγω της καταπληκτικής του ταχύτητας. Το όνομά του έχει γίνει φέτος για τους ποδοσφαιρόφιλους συνώνυμο της ταχύτητας.

  1. - Ρε συ χάσαμε το πούλμαν, πριν λίγα δευτερόλεπτα έφυγε, ρε πούστη.
    - Τρέχα μπας και το προλάβουμε!
    - Σιγά ρε ποιος είσαι; Ο Μπολτ ή ο Κουτσιανικούλης;

  2. (Από το σήριαλ «Ευτυχισμένοι μαζί»):
    Μήτσος: - Έχω καλύτερη ιδέα ρε!
    Μάρκος: - Λέγε...
    Μήτσος: - Αντί να κυνηγάμε το κουνέλι, μπορείς να αγοράσεις άλλο, και να πεις της Εύας ότι το έπιασες. Καλή ιδέα ε;
    Μάρκος: - Ναι ρε συ. Καλή ιδέα. Γιατί, εδώ που τα λέμε, αυτό που αγόρασα πριν δεν είναι κουνέλι. Είναι ο Κουτσιανικούλης.

(από rigo21, 13/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από τα πάλαι ποτέ παιχνίδια που παίζαμε όταν είμαστε παιδιά. (Σ.ς.: Αν κρίνω από όσα λέγονται για την πρόσφατη συνάντα αυτό θα ήταν στις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες... Ή μήπως στον Μεσοπόλεμο;).

Η προέλευση έχει ως εξής: Παίζαμε λ.χ. βόλευ, ή ακόμη καλύτερα «μήλα» κ.ο.κ. και η μπάλα έβρισκε στο λεγόμενο «φυσικό εμπόδιο», δηλαδή στα κλαδιά μιας συκιάς, μουριάς, πεύκου κ.τ.λ. που δεν μπορούσαμε να αποφύγουμε, γιατί δεν είχαμε πολύ χώρο για να διαλέξουμε πού θα παίξουμε.

Για αυτούς που μεγάλωσαν σε πόλεις, το «φυσικό εμπόδιο» μπορεί να ήταν κολώνα της ΔΕΗ ή η μπουγάδα της κυρα-περμαθούλας. Έτσι η φάση χάλαγε αδικώντας την μία ομάδα, η οποία φώναζε «φυσικό εμπόδιο» και διεκδικούσε την εξαρχής επανάληψή της.

Από εκεί προήλθε το «φυσικό» χάριν συντομίας, το οποίο σλανγκίστηκε με το αυθόρμητο σλανγκικό αισθητήριο που είχαμε ως παιδιά σε «φυσικός» και για μεγαλύτερη σλανγκ αίσθηση σε «χημικός». Αν ήταν τεχνητό εμπόδιο, λ.χ. κολώνα ΔΕΗ, λέγαμε και «τεχνητό». Αατα.

- Μπραααφ! (Κολώνα ΔΕΗ).

Κακομαθημένο παιδί: Δεν παίζω! Φυσικός! Φυσικός! Απ' την αρχή!
Αντίπαλη ομάδα: Σιγά μην σας δώσουμε και χημικό! Εμείς φταίμε που σημάδεψες την κολώνα;
Κ. Π. : Δεν παίζω! Δεν παίζω! Α. Ο. (ρυθμικά): Υ-πο-χώ-ρη-ση! Υ-πο-χώ-ρη-ση!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που αντί για χέρια έχει μανταλάκια. Χρησιμοποιείται ιδιαίτερα για αθλήματα και παιδικές αθλοπαιδιές για τους διάφορους δεντηβρίσκοβιτς, που δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν τα χέρια τους, ιδίως σε μπάσκετ, βόλευ, bitch volley κ.τ.ό.

- Πιάσ' τη μπάλα ρε μανταλάκια! Μανταλάκια έχεις στα χέρια σου ρε παράλjυτε;

Βλ. και παράλjυτος, παρμένο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ιστιοπλοϊκός όρος που σημαίνει το μεν σοφράνο την προσήνεμη πλευρά του σκάφους, το δε σταβέντο την υπήνεμη.

Δεν χρησιμοποιείται καθόλου ως ιδίωμα από άσχετους με την ιστιοπλοΐα, χρησιμοποιείται όμως ευρέως από τους ιστιοπλόους, είτε για να εξηγήσουν π.χ. πώς να τεντώνουν την σοφράνο πλευρά του πανιού και να καμπυλώνει έτσι η σταβέντο, είτε (και εδώ είναι το ζουμί) να περιγράψουν με ποιο τρόπο κουτούπωσαν το γκομενάκι στην καμπίνα τους μετά από μια μακρά και τρικυμιώδη πορεία μέσα στο Αιγαίο πέλαγος (και όσοι έχουν ταξιδέψει έστω και μια φορά με ιστιοπλοϊκό καταλαβαίνουν τι θέλει να πει ο γερο-καπετάνιος).

  1. Ανάθεμα αν ξέρουν να ξεχωρίζουν το σταβέντο από το σοφράνο και την πλώρη από την πρύμνη.

  2. Όσοι έρθουν σύντροφοι στο ταξίδι μου, να έχουν στο νου τους τα παρακάτω και να συμμετέχουν στο ταξίδι σαν πλήρωμα και καπετάνιοι μαζί. Να κρατούν, μαζί μου, ευλαβικά τη ρότα τού σκάφους, να φουντάρουν το σίδερο, να δένουν τις πρυμάτσες στην μπίντα τού λιμανιού, να αγαντάρουν στα δύσκολα, να μαζεύουν τούς τυχόν ναυαγούς από σταβέντο, και να ρίχνουν τις στροφές τής μηχανής όταν το σκάφος πλέει σοφράνο...

  3. Με έφαγε το γκομενάκι να το πάρω μαζί μου ως την Ικαριά. Μόλις μπήκαμε Ικάριο της άλλαξα τα φώτα στην καμπίνα. Όλο σοφράνο σταβέντο την είχα.

Stavento: Όμορφη. (από Hank, 11/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το γκολ, στο ποδόσφαιρο. Είθισται να συντάσσεται με το ρήμα πετάω.

  1. Το πέταξε το τεμάχιο και σήμερα ο Αντεμπαγιόρ....

  2. ...τους είχαμε μωρέ, αλλά προς το τέλος μαλακιζόμασταν και μας το κολλήσανε το τεμάχιο και πήραμε τα @@ μας ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι επίσημοι που κάθονται στις αντίστοιχες εξέδρες των ποδοσφαιρικών αγώνων. Λέγονται έτσι επειδή κάθονται ακίνητοι και σοβαροί, ενώ το πλήθος γύρω τους ωρύεται και χτυπιέται. Ο όρος παραπέμπει και στις μαρμάρινες θέσεις των επισήμων στα αρχαία θέατρα.

Δες τα μάρμαρα ρε μαλάκα! Το γήπεδο καίγεται και αυτοί κουλ! Ρε ουστ!

(από ironick, 07/04/09)Δες τα μάρμαρα ρε μαλάκα! Η εξέδρα καίγεται και αυτοί κουλ! Ρε ουστ! (από Vrastaman, 07/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published

Λέξη που χρησιμοποιείται για να κοροϊδέψουμε κάποιον φίλαθλο μιας ομάδας η οποία έχει αποκλειστεί στην Ευρώπη κι επομένως το μόνο που του μένει είναι να παρακολουθεί τους αγώνες των άλλων ομάδων που αγωνίζονται ακόμα στην Ευρώπη, από έναν καναπέ.

- Είστε κωλόφαρδοι που προκριθήκατε στους 16!!
- Γαυράκι δεν πειράζει, πάλι καναπέ φέτος, να βλέπεις την Πανάθα.

Got a better definition? Add it!

Published

Αθλητικώς, η άνετη επικράτηση, η συντριβή του αντιπάλου. Εννοείται ότι το παιχνίδι δεν ήταν ματς, αλλά βόλτα χωρίς αντίπαλο.

Μεγεθυντικό: Υγιεινός περίπατος.

Με 25 πόντους διαφορά η ΤΣΣΚΑ έκανε περίπατο έναντι της Παρτιζάν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified