Further tags

Ο παντελώς άστοχος καλαθοσφαιριστής τ. παπάροβιτς, με έφεση σε τούβλα, σίδερα και αερόμπαλες.

- Ο μεγαλύτερος χασοκαλάθης του Ελληνικού Μπάσκετ... Αν γυρίσει στην Εθνική πάμε πάλι 10 χρόνια πίσω... (εδώ)

- Ο Αποστολίδης είναι χασοκαλάθης πως να το κάνουμε... εμένα μ'αρέσει γενικά, έχει το σωστό κορμί, παίζει άμυνα, παρά το χαζά ψηλοκρεμαστό ... (εκεί)

Βλ. επίσης: χασογκόλης, χασοδίκης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συλλογική ονομασία αναφερομένη στο γνωστό αθλητικογραφικό δίδυμο Καρπετόπουλος-Πανούτσος.

Έχει σαφή πλεονεκτήματα έναντι άλλων, επίσης συλλογικών ονομασιών του ιδίου αθλητικοδημοσιογραφικού ζεύγους, του τύπου Καρπετοπανούτσοι, Πανουτσοκαρπετόπουλοι και τα συναφή, διότι:
- είναι συντομώτερον
- είναι καρποφόρον και (ανα)παραγωγικόν
και τέλος
- είναι πλέον διεισδυτικόν

Διότι ως γνωστόν «τα εις -ουτσος ουσιαστικά είναι ανδρείας σημαντικά π.χ. Ανδρούτσος, Πανούτσος πλην των Γιούτσος και Πούτσος, άτινα σημαίνουν: "έμπαινε!"»
[εκ της γραμματικής Τζαρτζάνου].

- Θυμάσαι πού έπαιζε ο Βουνοτρυπίδης;
- Νομίζω στα Τρίκαλα. Πάρε καλού-κακού το Καρπούτσο να το σιγουρέψεις.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το καφενείο, όπου συχνάζουν κάφροι, κυρίως οπαδοί αθλητικών ομάδων με διαταραγμένας τας φρένας.

  1. Προσωπικότης διαταραγμένη . Γίνεται γαύρος σε ιχθυοπωλείο όταν βλέπει καφρίλερ. Συχνάζει σε καφρενείο και πίνει γάλα. Ελλαδιστάν. (Από το Τουίτερ).

2. Οπως στο χωριο ο καθενας εχει το καφρενειο του και ΟΥΔΕΠΟΤΕ παει στο διπλανο.

3. Αυτή η έδρα, το καφρενείο, πρέπει να είναι άδεια στην τελευταία αγωνιστική!!!

Got a better definition? Add it!

Published

  1. Ο τύπος που πηδάει σούπερ γκόμενες.

  2. Γαμώ υπέροχα.

  1. Είδες ο Γιαννάκης τι θεογκομενάρα έριξε πάλι. Είναι σουπεργαμάω ο τύπος.

  2. Την σουπεργάμησες πάλι την Ελενίτσα χθες βράδυ. Σας άκουσε όλη η πολυκατοικία.

(από Khan, 30/10/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται στον ποδοσφαιριστή ο οποίος ασχολείται περισσότερο με την εξωτερική του εμφάνιση παρά με την μπάλα.

- Κώστα που ήσουνα ο αγώνας έχει αρχίσει εδώ και δέκα λεπτά.
- Είχα πάει στον Τρύφωνα να μου κάνει το μαλλί.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μη μπερδεύεστε δεν πρόκειται για τη βιομηχανική κλέμα. Πρόκειται για σαρδάμ με νόημα.

Είναι σύνθετη λέξη και απαρτίζεται από τις λέξεις κλέψιμο και ψέμα. Θα ειπωθεί κυρίως υπό εκνευρισμό, σε διαδικασίες η καταστάσεις ανταγωνιστικές μεταξύ ατόμων.

Κοινωνικές ομάδες που πιθανόν να την εκστομίσουν, είναι οπαδοί φίλαθλοι και στοιχηματίες, χαρτόμουτρα γκέυμερς και όχι μόνο. Χαρακτηριστικό δε της λέξης αυτής, ακριβώς επειδή το 99,9% των φορών θα προκύψει απο σαρδάμ παρά από λογική σκέψη, είναι ότι την πρώτη φορά που θα ειπωθεί, θα ακολουθήσει μια μικρή παύση ξαφνιασμού του στυλ τι είπα τώρα ο μαλάκας, που τη σειρά της όμως θα κλέψει η συνειδητοποίηση της κατάστασης επιβεβαιώνοντας έτσι στον αδικημένο ότι ναι, έχει πέσει θύμα πλεκτάνης, τον έκλεψαν και το αποτέλεσμα ή η διαδικασία αυτή καθ'αυτή είναι ψεύτικη.

Με άλλα λόγια ο ηττημένος επικαλείται την μη εγκυρότητα της διαδικασίας στην οποία συμμετείχε κηρύσσοντας έτσι την ήττα του ψεύτικη. Το κλέμμα διαπιστώνεται κυρίως κατά τη διάρκεια διαδικτυακού παιχνιδιού που λόγω κακής σύνδεσης ο παίχτης χάνει κάποια φρέιμς απ' το παιχνίδι, και μη βλέποντας τον τρόπο με τον οποίο έχασε αρχίζει να ωρύεται πως το παιχνίδι τον κλέβει και πως έχασε με ψεύτικο τρόπο.

  1. - Καλα ρε μαλακα Γιώργο τόσο άσχετος ήσουν στο DragonBall δε το ήξερα...
    - Είσαι μπινές που θα με πεις και άσχετο, δε βλέπεις ότι το παιχνίδι είναι κλέμμα ρε μαλάκα;!

-2. - Α ρε κωλοβαζελίνες, σας πεθάναμε μέσα στο γαβροτίγανο τη κυριακή...
- Τι μιλάτε ρε γαύροι λαγοί να πούμε, αφού και η διαιτησία πουλημένη ήτανε, κλέμμα το παιχνίδι κλέμμα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δημοσιογράφος που εξυπηρετεί συμφέροντα υποστηρίζοντας, απροκάλυπτα ή μη, την ομάδα του Ολυμπιακού Πειραιώς.

Σύνθετη λέξη προφ από το δημοσιογράφος και το γαύρος.

Τους διακρίνει η άκρατη (!) υποκειμενικότητα και η οπαδική συμπεριφορά, κάτι που συμβαίνει και με άλλους δημοσιογράφους του είδους.

- Έλα τώρα μωρέ που το παίζει και αντικειμενικός! ένας δημοσιογαύρος είναι κι αυτός και λέει και όλο βρωμολοχίες!
- Βωμολοχίες θες να πεις.
- Γιατί, ψέματα λέω;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ των βαζελίνη και Έλληνας ή Ελλάδα αντιστοίχως.

  1. Ο Έλληνας του οποίου ο μεν τράχηλος «ζυγό δεν υπομένει», ο δε κώλος υπομένει πολλά και διάφορα. Αν και κρατάει μία υψηλή εθνική υπερηφάνια υπόκειται σε πολλούς εξευτελισμούς και διασυρμούς, και ως ομορφάντρας βάζει διάφορες σως για να γλυστράει. Η έκφραση δηλώνει ακραία αυτοκριτική για το πώς εντέλει αποτελούμε χώρα γαμιόμαστε, πλην όχι ασάλιωτα, αλλά μέσω διαφόρων εξωραϊσμών, που λειτουργούν ως βαζελίνη.

Ήδη το 1985 ο Χάρρυ Κλυνν είχε τιτλοφορήσει παράστασή του στο Δελφινάριο «Βαζελληνίδες, Βαζέλληνες» (δες εδώ) τρέποντας το «Ελληνίδες, Έλληνες» του Κωνσταντίνου Καραμανλή θείου, οπότε η έκφραση υπάρχει τουλάχιστον από τότε και πιθανόν από παλιότερα.

  1. Χρησιμοποιείται μειωτικά για τους παίκτες ή οπαδούς του Παναθηναϊκού, τους βάζελους. Ενίοτε με την σημασία ότι η Αθηνέζικη ομάδα φτάνει να εκπροσωπήσει όλη την Ελλάδα, ή κυριαρχεί με πλάγιες μεθόδους στο ελληνικό στερέωμα, ως μη όφειλε. Χρησιμοποιείται κυρίως από Ολυμπιακούς.

  2. Σχετικό και το Βαζελλάδα. Έχει κυρίως αθλητική σημασία ως αντώνυμο του κοκκαλιστάν. Δηλαδή σημαίνει λ.χ. μια Εθνική ομάδα που κυριαρχούν παίκτες του Παναθηναϊκού, ως μη έδει, ή το σύστημα μιας ολόκληρης χώρας που ευνοεί τον Παναθηναϊκό. Μπορεί βεβαίως και να μην αναφέρεται στον Παναθηναϊκό, αλλά να δηλώνει απλώς μια ξευτιλισμένη ξεβρακωμένη Ελλάδα.

Επίσης, υπάρχει και το Βαζελλήν, και καλά μάρκα βαζελίνης made in Greece.

  1. Αυτό είναι αλήθεια! Το δροσερό καλομαίρι και ο ήπεος χειμώνας, (που συνιστούν ένα εύκροτο κλίμα) σε συνδυασμό με τους φαλλόξενους κατοίκους και τη Μεσοργειακή διατροφή (λάδι, λαχανητά, φασ Ολη, ρεΒύθη, σπόρδο κ.α.) αναδεικνύουν τους βαζΕΛΛΗΝΕΣ σε ομ φαλλό του κώ…σμου! (Λεξιπλαστικό όργιο σε σχόλιο στο γουορντπρέσι του Πάνου 1962).

  2. α. oi vazellines maxairwsan paidakia,tin epomeni apla de... vrikan ton dromo gia to gipedo! (Εδώ).

β. Σε τρείς βδομάδες, που θα 'ναι μαζί μας κι ο Τζολε και η ομάδα θα ρολάρει καλύτερα και τότε δεν θα έχουν τύχη οι βαζελληνες ;) (Εδώ).

γ. Εμπρός γενναίοι Βαζέλληνες! (Εδώ).

  1. Eγω (αν μου πεφτει λογος) ελπιζω αυτο το πραμα που θα εκπροσωπει το σιχαμα που λεγεται ελληνικο μπασκετ, να διασυρθει κ να φαει 30αρες. Σκατα στη βαζελλαδα του βασιλακοπουλου. (Εδώ).

Ομφαλός της γης. (από Khan, 20/04/12)(από Khan, 05/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κακής ποιότητας μπασκετικός αγώνας, όταν και οι δυο ομάδες κακοποιούν το άθλημα. Προέρχεται από προσαρμογή του ευρύτερα χρησιμοποιούμενου όρου κλωτσοσκούφι, που αναφέρεται στο ποδόσφαιρο.

- Να σηκωθώ να πάω στο Ιβανώφειο, να πληρώσω 20 ευρώ εισιτήριο για να δω ...τί; Μπασκετοσκούφι; Όχι εγώ.

Got a better definition? Add it!

Published

Ο δίκαιος, ο μη στημένος, ο αμερόληπτος, αυτός που τηρεί ίσες αποστάσεις από τα δύο αντίπαλα μέρη, που παίζει το παιχνίδι πενήντα-πενήντα.

Κυρίως προσδιορίζει διαιτητή / διαιτησία αλλά και τον αντίστοιχο αγώνα (πρβλ. τα σπόρια). Υπάρχει και επίρρημα, πενηνταρίσια (όπως λέμε παλικαρίσια).

  1. Από εδώ:

Δεν λέω ότι έπαιξε η ομάδα μου αλλά έτσι χαλαρά όπως έπαιζε εάν ήταν πενηνταρίσιος ο διαιτητής το ματς τουλάχιστον θα έληγε Χ.

  1. Από εδώ:

Πάμε να δούμε τα αγωνιστικά και πάντα υπό την συνθήκη ότι θα δούμε ένα κανονικό παιχνίδι, σε κανονικές συνθήκες, με κανονική πενηνταρίσια διαιτησία.

  1. Από εδώ:

Επόμενος αγώνας την Κυριακή 21/02/2010 στις 19.00 με το βάζελο στην Τούμπα. Με νίκη χτυπάμε ακόμα και πρωτάθλημα. Εκεί δεν θα φανεί μόνο πόσα απίδια χωράει ο σάκος μας, αλλά και πόσα απίδια χωράει ο σάκος του ελληνικού ποδοσφαίρου. Είμαι περίεργος να δω πόσο πενηνταρίσιο παίξιμο θα έχουμε από τη διαιτησία (προβλέπω Κάκο...)

  1. Από εδώ:

Δεν θα τον ξανααναφέρω με την προϋπόθεση πως η ΚΕΔ θα ορίσει φέτος στο ΠΑΟΚ-Άρης τον μοναδικό διαιτητή που σας έχει παίξει «πενηνταρίσια» σε μεταξύ μας μάτς (όπως λέτε), τον μεσιέ Σπάθα.

Στο 0:40 και πιο μετά. (από patsis, 16/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified