Ο ξελιγωμένος για γυναίκα, ο σεξομανής, αλλά και ο αγάμητος.
-Πω, κοίτα αυτή ρε τι γκομενάρα!
-Χαλάρωσε ρε, μην κάνεις σα λιγούρης!
Ο ξελιγωμένος για γυναίκα, ο σεξομανής, αλλά και ο αγάμητος.
-Πω, κοίτα αυτή ρε τι γκομενάρα!
-Χαλάρωσε ρε, μην κάνεις σα λιγούρης!
Βλ. και λιγούρι.
Got a better definition? Add it!
Πέρα από την κυριολεκτική του χρήση για την διείσδυση στο σεξ χωρίς ύγρανση ή λίπανση, μεταφορικά χρησιμοποιείται για να χλευάσει μια επώδυνη κατάσταση.
- Πέντε γκολάκια φάγατε, ασάλιωτα σας πήγαμε ρε κακομοίρηδες!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Εμφατικό, μαλάκας και αρχίδης μαζί.
- Δεν με άφησε να μπω στα κλαμπάκι.
- Άντε ρε τον μαλακαρχίδη!
Got a better definition? Add it!
Ο ερωτικά ακόρεστος και με μεγάλες επιδόσεις εραστής, ο ασχολούμενος πολύ και με πάθος με σεξουαλικά και ερωτικά θέματα, ο cult σταρ της greek erotica σκηνής της δεκαετίας του '70 Κώστας Γκουζγκούνης.
- Με αυτά που βλέπεις στο internet όλη μέρα θα γίνεις τελείως Γκουζγκούνης.
Σχετικά: άξιος άξιος!!!, βάστα τοίχο, θα σμπρώξω, βεντούζα, δε γαμώ κώλο που κλάνει, έεετσι!, έγια μόλα έγια λέσα, βάλε και τις μπάλες μέσα, και τα αρχίδια μέσα, και τις μπάλες, με την αρμύρα, Μπεν Χουρ, μπράβο μωρή π... καριόλα!!, παλαμάρι, σκύψε ευλογημένη, σπάω τον πάγο, υπονοούμενο, υπόθεση σε τσόντα, ζμπρώγνω
Got a better definition? Add it!
Στην έκφραση χωρίς σάλιο ή τους γαμήσαμε ή τους πήραμε χωρίς σάλιο: τους κατανικήσαμε, τους διασύραμε, τους εξευτελίσαμε.
-Πόσο πήγαμε με τη Χ ομάδα;
-Πέντε μπαλάκια ρίξαμε!
-Πω πω φίλε, χωρίς σάλιο!
Got a better definition? Add it!
Η φράση αυτή χρησιμοποιείται όταν θέλουμε να ειρωνευτούμε κάποιον ο οποίος συνήθως δεν έχει τι να κάνει και μας πρήζει τον πούτσο.
-Πω ρε, είδες χθες είδες το ματς; Τι γκολάρα έβαλε θεε μου, αα δεν σου είπα, φασώθηκα με την Ελένη, ααα μαλάκα, θα πάμε Firewind έτσι;
-(Και εγώ σκεφτόμενος την χαμένη μου αγάπη), δουλειά δεν είχε ο διάβολος γαμούσε τα παιδιά του.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Η μεγάλη συγκέντρωση ωραίων γυναικών.
Τι γίνεται εδώ ρε Τάκη, έχει πέσει μουνοθύελλα!
Λέξεις για το συνωστισμό αντρών: αρχιδάλωνο, αρχιδαριό, αρχιδόκαμπος, καψιμί, λοσταρία, πουτσοπανήγυρος, πουτσοσπορά, πουτσοχώραφο, σβερκαρία, τίγκα στο αρχίδι, τσατσάρα, ψωλαρία, ψωλοχώρι.
Λέξεις για το συνωστισμό γυναικών: Αιδοίον πέλαγος, ακατάσχετη μουνορραγία, θεομουνία, μουνόβραση, μουνοθύελλα, μουνοκαλύβα, μουνόλακκος, μουνοπλαγιά, μουνοπλημμύρα, μουνώνας, μπαζοκαταιγίδα, μπουλογιόλι, του μουνιού το πανηγύρι, moon storm.
Got a better definition? Add it!
Χαρακτηρισμός προσώπου ή κοινωνικής κατάστασης που δηλώνει υποταγή σε ανώτερα συμφέροντα.
Τι Ευρωπαίοι ρε Γιάννη... Ευρω-πέη έχουμε γίνει...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Όταν κάτι δεν γίνεται τη στιγμή που πρέπει ή θα αργήσει πολύ για να γίνει ή και ακόμα μπορεί να μη γίνει ποτέ.
- Ρε μάνα δε σου είπα να πλήνεις το jean μου;
- Αύριο θα βάλω πλυντήριο ρε Γιώργο...
- Ναι καλά... του Αγίου πούτσου ανήμερα!...
- Τι γίνεται ρε συ με το αμάξι... ακόμα συνεργείο ε;...
- Ναι ρε άσε... 4 μήνες έκλεισε το γαμημένο...
- Καλά και πότε λες να το πάρεις;
- Ξέρω γω με τους μαλάκες... του Αγίου Πούτσου ανήμερα!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Got a better definition? Add it!