Βαριεστημένη και ιδιαιτέρως απαισιόδοξη εκδοχή του «μπα».

Προφέρεται χαμηλόφωνα, με μια ελαφρά αηδία, τόση είναι η έλλειψη ελπίδας ή προθυμίας μας. Το δε κάτω χείλος μας κατεβαίνει κι άλλο και ίσα-ίσα που βγάζουμε τη γλώσσα έξω. Κοιτάμε αλλού, όχι τον συνομιλητή μας, κυρίως κάπου χαμηλά, πχ στο πάτωμα.

Καμία σχέση με το «Μπεεε» των προβάτω (sic), αυτό λέγεται ανοιχτά και δυνατά.

Λέγεται και ερωτηματικά με τη σημασία «καλέ τι μας λες τώρα» ή «βρε βρε βρε...», «για δες», « α ναι, ε;» κτλπ.

Σημ.: για το καθαρόαιμο «μπα», δεν έχω να πω τίποτα παραπάνω απ' ό,τι ο Τριανταφυλλίδης, ας πούμε.

  1. - Λες να τηλεφωνήσει;
    - Μπε...

  2. Τι λες, πάμε στο πάρτι απόψε;
    - Μπε...

  3. - Σωτήρη, είμαι έγκυος!
    - Μπε;;; Πώς έγινε αυτό;...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποτιμητική συνήθως προσφώνηση που συνδυάζεται με αυταρχικό ή πονηρό ύφος π.χ. «πού ήσουν πουλάκι μου;», «ώστε έτσι πουλάκι μου!».

(διοικητής προς απλό φαντάρο, φωναχτά)

- Πού ήσουν πουλάκι μου το μεσημέρι που σε φωνάζαμε; Δεν είχες υπηρεσία θαλαμοφύλακα;
- Εμ... κοιμήθηκα, κύριε διοικητά.
- Κοιμήθηκες ε; Ώστε έτσι πουλάκι μου! Πάρε τώρα 5 φυ να έχεις.

σ.σ. το παράδειγμα είναι πολύ στο περίπου, δεν έχω πάει ακόμα φαντάρος.

Got a better definition? Add it!

Published

Ζόρικο «κάνε στην άκρη». Τόσο απαξιωτικό και προειδοποιητικό για καυγά, ώστε παραλείπονται όλα εκτός από την ίδια τη λέξη.

- Παρακαλώ! έχετε άδεια εισόδου;
- Μπάντααα...

Got a better definition? Add it!

Published

Αναφέρεται όταν κατορθώνεις κάτι το οποίο κανείς δεν πίστευε σε εσένα. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί ακόμα και για πραγματοποίηση στόχων ή σκοπών. Επίσης συνδιάζεται με το χύνω με την πάρτη μου για πραγματικά δύσκολες επινοήσεις ή κατορθώματα.

- Χώρισα την γκόμενά μου και πηδάω κάτι δίδυμες Ισλανδές τούμπανα. Πω ρε φίλε με πάω με χίλια, χύνω με την πάρτη μου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φωνή επιδοκιμασίας του κοινού κατά την προβολή ερωτικών ταινιών την στιγμή που ο πρωταγωνιστής ολοκληρώνει το έργο του -συνοδευόμενη συνήθως και από χειροκρότημα.

(Πρωταγωνιστής) -Πάρτα μωρή άρρωστη!!!
(Κοινό) -Άξιος άξιος!!!!!

(από joe909, 19/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είδος χαιρετισμού που χρησιμοποιούσαν οι παλαιότεροι στον προηγούμενο αιώνα, πολλές φορές και χωρίς να γνωρίζουν την ακριβή σημασία της φράσης.

«Τα δέοντα»: ουσιαστικοποιημένη μετοχή ουδετέρου γένους που σημαίνει «αυτά που πρέπει».

  1. Να δώσεις τα δέοντα στους δικούς σου.

  2. Αυτός πράττει πάντα τα δέοντα.

  3. Στείλε τα δέοντα.

Κάπου στο 0.30 (από Khan, 03/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει: Δεν επιθυμώ την μετάβαση στον προτεινόμενο τόπο, δεν επιθυμώ την υλοποίηση του αιτήματός σας, κοινώς αφήστε με ήσυχο.

Η έκφραση είναι ικανώς θεμελιωμένη στην μεσογειακή κουλτούρα και αντίληψη διότι:
α) ανατρέχει στην διαδεδομένη ματσό αντίληψη περί του ρόλου του άνδρα ως κυνηγού
β) συνάδει με την απόρριψη μετακινήσεων και πράξεων που δεν αποσκοπούν στην dolce vita (βλέπε και α.)
γ) εισάγει ένα τιραμισουρεαλιστικό τόνο χρησιμοποιημένη κατά κόρον και σε κάθε περίπτωση δ) προεξοφλεί την αρνητική απάντηση, ουσιαστικά εντείνοντας το επικοινωνιακό έλλειμμα που βιώνουν όλοι οι κατά τα άλλα πολύρρυτοι λαοί της Μεσογείου και δη της Νοτίου Χερσονήσου του Αίμου.

  1. - Αύριο θα πάω το αμάξι για λάστιχα, θες να ρθεις για παρέα;
    - Μουνιά θα 'χει;
    - ....

  2. - Δημητρίου, τέταρτο, καύσιμα!
    - Μουνιά θα 'χει;
    - 5!
    - ...;

  3. - Χρηστάκη, θα πας λίγο από το λογιστήριο να φέρεις τα τιμολόγια;
    - Μουνιά θα 'χει;
    - σφληγεςρογγςερτ!

  4. - Σύντροφε, θα έρθεις αύριο στο Εργατικό Κέντρο που θα ετοιμάσουμε τα πανώ;
    - Μουνιά θα 'χει;
    - Τι είναι αυτά που λες, δεν καταλαβαίνεις ότι έτσι αποπροσανατολίζεται το λαϊκό κίνημα;
    - Α, οκ θα είναι αξύριστες, θα δω.

θα έχει αγάπη τουλάστιχον... (από MXΣ, 03/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η έκφραση χρησιμοποιείται καθ' υπερβολήν, για να δηλώσει την «σχεδόν» απουσία, ή τον εξαιρετικά χαμηλό βαθμό ή μέγεθος κάποιων πραγμάτων.
Η έκφραση ακολουθείται από ουσιαστικό, μονάδα μέτρησης, ή αφηρημένη έννοια. Με μηδέν βαθμούς, με μηδέν στροφές, με μηδέν αυτοπεποίθηση, με μηδέν βυζί, με μηδέν ντροπή, με μηδέν συμμετοχή κ.ο.κ.

  1. - Χθες γνώρισα μια γκόμενα...
    - Για λέγε, για λέγε...
    - Θεά, ωραίος τύπος, αλλά με μηδέν βυζί.
    - Για να λες εσύ που είσαι του σαμπανιζέ, ότι είχε μηδέν βυζί, φαντάζομαι ότι θα έχει κοιλότητα, η καμένη η κοπεγιά!

  2. - Ρε τι χάλια έπαιξες χθες. Σαν σταματημένος πήγαινες.
    - Ε, τι περίμενες; Με μηδέν βαθμούς, να χορεύω στη χορταρού; Νορβηγός είμαι;
    - Σωστά, ξέχασα ότι σε πήρανε στην ομάδα για Βραζιλιάνο!

  3. (από το σλανγκρ, και σχόλιο της συγγραφικής εδώ)
    όλες οι ταχύτητες κουμπώνουν και κάνουν τον θόρυβο. Απλά την πρώτη επειδή την βάζεις με μηδέν στροφές, την ακούς, γιατί δεν υπάρχει θόρυβος.....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ας υποθέσουμε οτι δυο άνθρωποι τσακώνονται και λογοφέρνουν. Και πως κάπου εκεί κοντά βρίσκεται κι ένας τρίτος. Μπορεί να είναι φίλος ή γνωστός των δύο προηγούμενων, μπορεί να είναι κι άσχετος με την όλη φάση. Και σε κάποια δόση, ο ένας απ' τους δύο λογομαχούντες ζητά απ' αυτόν τον τρίτο να παρέμβει, να πει κι αυτός την άποψή του, να πει ποιος πιστεύει πως έχει δίκιο και τι θα έπρεπε κτγτ να γίνει. Να γίνει δλδ κάτι σαν διαιτητής ένα πράμα.

Όμως αυτός ο τρίτος δεν έχει καμιά όρεξη να ασχοληθεί. Είτε γιατί είναι γενικά ευθυνόφοβος, είτε γιατί πολύ απλά βαριέται και θεωρεί το όλο ζήτημα τρίχες. Συνήθως συμβαίνει το πρώτο. Σκέπτεται δλδ πως όποιος ανακατεύεται με τα πίτουρα τον τρώνε οι κότες. Προτίθεται να τηρήσει απαρέγκλιτα την ενδεκάτη εντολή, το γνωστό «Ού Μπλέξεις». Ή όπως λέει και μια κυπριακή παροιμία, «λείψε που τον ππελά να μη σε βρει το κρίμα» (=απόφυγε τον μπελά για να μη βρεθείς και χρεωμένος). Ή επίσης «από πίτα που δεν τρως, τι σε νοιάζει κι αν καεί». Άσε τους να κουρεύονται λοιπόν κι ας βρουν την άκρη μόνοι τους.

Όλη λοιπόν αυτή η στάση επιφύλαξης, συνοψίζεται στην κορυφαία κττμγ ατάκα «εγώ για τα χαλιά ήρθα!». Με μια κουβέντα: «μη με ανακατεύετε με τα δικά σας, εγώ περαστικός είμαι». Ακριβώς όπως ο τύπος που σκάει σπίτι μας κάθε που σφίγγουν οι πρώτες ζέστες, για να πάρει τα χαλιά μας για φύλαξη και καθαρισμό και να μας τα ξαναφέρει με τα πρώτα κρύα, τον επόμενο χειμώνα. Έρχεται, πακετάρει και τιγκανάουα χωρίς πολλά λόγια.

Ανακεφαλαιώνοντας: «εγώ για τα χαλιά ήρθα!» είναι ένας εύσχημος και δροσερός τρόπος να πάρεις τις αποστάσεις σου από μια δυσάρεστη κατάσταση που παν να σε μπλέξουν. Να βγάλεις την ουρά σου απόξω. Να κάνεις την πάπια / τον κινέζο / τον γερμανό / τον αλέκο.

Απαντάται συνήθως υπό μια πληρέστερη μορφή, του τύπου: «παιδιά εγώ δεν ξέρω τίποτα, για τα χαλιά έχω έρθει..»

(στο γυμναστήριο)
- Φιλαράκι αν έχεις την καλοσύνη, παίζω εγώ σ' αυτό το μηχάνημα...
- Τι λες ρε φίλε, θα μας τρελάνεις; Τώρα μόλις δεν ήρθες;
- Είσαι λάθος. Είχα έρθει και πριν κι άφησα την πετσέτα μου απάνω για να το καβατζώσω.
- Και ποιος είσαι συ ρε φίλε που θα καβατζώνεις και τα μηχανήματα, ο γαμιάς της γειτονιάς; Σάμπως δικά σου είναι και δεν το ξέρουμε;
- Τι να σου πω τώρα... Να, και το παιδί εδώ δίπλα ήτανε και είδε τη φάση. Πες ρε Μητσάκο, εγώ δεν είχα έρθει πρώτος;
- Τι να σας πω παιδιά, εμένα μη με μπλέκετε, εγώ για τα χαλιά ήρθα...

Απ΄ τα καλύτερα του μακαρίτη! (από Khan, 15/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Και μαλακίες.

Πολλές φορές στον προφορικό λόγο, πρέπει να μεταφέρουμε στον συνομιλητή μας κάτι που κάποιος άλλος είπε. Είναι ο γνωστός πλάγιος λόγος που μας μαθαίνανε στο σχολείο: «Ο Γιωργάκης (τυχαίο όνομα) είπε ότι...». Όταν θέλουμε όμως να μεταφέρουμε αυτά που είπε ο Γιωργάκης, δηλώνοντας ταυτοχρόνως ότι αυτά που είπε ο Γιωργάκης:

α) είναι μαλακίες ή/και

β)μας τα 'πανε πολλοί, πριν από αυτόν, είναι κοινοτοπίες, δεν μας είπε και τίποτα σπουδαίο, οπότε δεν αξίζει να τα μεταφέρουμε αυτούσια, παρά μόνο σε περίληψη ή/και

γ) είναι υποκρισία και ο Γιωργάκης είναι μέγιστος υποκριτής, καικαλάς ή/και

δ) ήταν κάπως πιο περίπλοκα από αυτά που εμείς μεταφέρουμε, αλλά το νόημα είναι αλλού και δεν αξίζει τώρα να είμαστε ακριβείς, πάρε μία γενική ιδέα, για να καταλάβεις και να προχωρήσουμε στο σημαντικό ή/και

ε) θέλουμε να πούμε συγχρόνως και πολύ απλά ότι ο Γιωργάκης είναι μαλάκας,

-τότε χρησιμοποιούμε εκφράσεις όπως αυτή του λήμματος. Με λίγα λόγια μεταφέρουμε πολύ περιληπτικά αυτό που ειπώθηκε και συγχρόνως το βάρος πέφτει στην ακαριαία απαξίωση αυτού που ειπώθηκε και αυτού που το ξεστόμισε.

Είναι ο σλανγκικός πλάγιος λόγος.

Σχετικές εκφράσεις :

(ότι) και καλά, κι έτσι, τάχαμου, ή διπλό τάχαμου-τάχαμου: δηλώνουν υποκρισία αυτού που μίλησε και του οποίου μεταφέρουμε τα λόγια.

σούπα - μούπες: υπεκφυγές και αοριστίες.

και τα ρέστα: μας λένε τις ίδιες γνωστές μαλακίες, μπλέξαμε με σπασαρχίδη.

σε στυλ, σε φάση, ντεμέκ, μα- μου, ή ακόμα πιο ελλειπτικά: α - ου, κουλουπού κουλουπού.

Και τέτοια. Αλλά κάποιος για όλα αυτά μπορεί κάλλιστα να πει και στα τέτοια μας.

  1. — Τι είπανε στο Υπουργικό Συμβούλιο;;;;
    — Ε, τα γνωστά του Γιωργάκη, πράσινη ανάπτυξη, προστασία του πολίτη και τέτοια (εδώ ο Γιωργάκης δεν είναι τυχαίο όνομα).

  2. Δεν μας φτάνανε τα μαρτύρια που περνούσαμε είχαμε και την ηλίθια καθοδήγα να μας ζαλίζει ότι ο σωστός κομμουνιστής δεν αυτοκτονεί, ότι πρέπει να τρώμε όλο το φαγητό μας και τα ρέστα. (Χρόνης Μίσσιος).

  3. Σενιάρω το ωραίο μου λήμμα και πετάγεται ο τύπος σε στυλ σλανγκαρχίδη και με αρχίζει ότι και καλά σεσινεπασλάνγκ κι έτσι. Μα αφού το έχω ακούσει το γαμολήμμα, δεν το έβγαλα από το νου μου.

  4. Είναι ψυχούλα σου λέω. Με πιάνει στη σκοπιά να κοιμάμαι και μ' αρχίζει α - ου, ετοιμότητα κι έτσι, αλλά δεν με έβγαλε στο τάκο, μου τη χάρισε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified