Further tags

Πολύ άσχημη γυναίκα.

-Μαλάκα, πέρασε πριν μια φούρκα κόντεψα να ξεράσω.

Η μάγισσα Φούρκα (από poniroskylo, 05/12/10)Φούρκα - κλασική (από poniroskylo, 05/12/10)

Got a better definition? Add it!

Published

Κοντός, μικρόσωμος, μικροκαμωμένος.

-Τον είδες τον μπασμένο, ένα κι ένα μίλκο ήτανε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κοντός.

Να και ο ζουμπάς, δεν πήρε ακόμα πόντο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι κοντός, γυαλαμπούκας, αλλά κάνει μαγκιές και τρώει πάντα ξύλο.

- Ο ντολμάς ο Χρήστος πάλι πουλάει μαγκιά.
- Σε δυο λεπτά θα έρθει εδώ με ματωμένη μύτη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται σε γυναίκα που έχει τόσο χαμηλά τον πισινό της (χαμηλοκώλα), ώστε όταν περπατά "σηκώνει σκόνη".

-Πω πω τι μουνάρα είναι αυτή !
-Σιγά ρε μαλάκα !!! Αυτή σκων' σκον' !

Got a better definition? Add it!

Published

Το σκουπίδι, ο τιποτένιος. Απαξιωτικός χαρακτηρισμός που υποδηλώνει είτε χαμηλή νοημοσύνη είτε (πιο συχνά) ασχήμια.

- Γνώρισα την γκόμενα του Κυριάκου που μας την παρουσίαζε ως μοντέλο... Φρόκαλο είναι τελικά όπως το φανταζόμουν. - Αφού είναι μπαζοφονιάς ο άνθρωπος!

0.57. Τώρα που ακρίβηνε το μπρόκολο, παραδέχομαι πως ήσουν φρόκαλο. (από Khan, 17/02/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο σακάτης. Αυτός που κουτσαίνει.

-Τι του βρήκε και τον παντρεύτηκε ήθελα να 'ξερα. Αυτός είναι κούτσαυλος.

Got a better definition? Add it!

Published

(επίρρημα, και φατσικώς): Γνωρίζω ή αναγνωρίζω εξ' όψεως.

-Πού τον ξέρεις το Μπάμπη εσύ;
-Δεν τον ξέρω, φατσικά μόνο απ' την παρέα του Λάκη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίσης είναι η γκόμενα η οποία έχει πολύ μεγάλο κώλο και (στις περισσότερες των περιπτώσεων) σέξι για τους αρσενικούς παρατηρητές.

- Πωπω ρε συ, κοίτα μια φακλάνα!
- Δεν θα με χάλαγε να την είχα για ένα βράδυ... Ωραία κορμοστασιά...

να τι λέει ο τζιμάκος για το τέρας  (από elias_petropoulos, 13/05/11)φακλανες λαμβανουν ευλογία από κενυάτη ιερέα στην παραλία (από parofilol, 04/12/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μάγκικος, ο μουράτος, ο φινετσάτος.

-Είδες αμάξι που πήρα; Τσίλικο, ε;

Got a better definition? Add it!

Published