Further tags

Ομιλία μέσω του τηλεφώνου. Το λήμμα προήλθε από την ένωση της ελληνικής λέξης τηλέφωνο με την αγγλική chat (=κουβεντούλα). Ας σημειωθεί το ουσιαστικό, τηλετσάτινγκ.

Σταμάτα επιτέλους το τηλετσάτινγκ, μιλάς δύο ώρες!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ιδιοκτήτης / υπάλληλος κάβας.

Στις μικρές γειτονιές όπου η κάβα είναι πιο κοντά από το σούπερ μαρκετ / μίνι μάρκετ / ψιλικατζίδικο, δίνουμε το ψευδώνυμο αυτό για τον ιδιοκτήτη της κάβας, αφού σπανίως ξέρουμε το όνομά του, ενώ κάποιες φορές είναι απαραίτητο να τον αναφέρουμε στις συζητήσεις μας.

  1. - Πού τις βρήκες τόσες μπύρες ρε;; - Τις κέρασε ο κάβαμαν, λήγουν λέει σε μία εβδομάδα και δεν προλαβαίνει να τις πουλήσει.

  2. Στο τηλέφωνο:
    - Έλα ρε, είσαι σπίτι να περάσω;
    - Είμαι ακριβώς άπω κάτω και παρκάρω..
    - Ωραία, περνάω απ' τον κάβαμαν κι έρχομαι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ετυμολογία: τζελ + Έλβις.

Ο ροκαμπιλάς παλαιάς κοπής και νεότερης με το καλτ χαρακτηριστικό χτένισμα-κούρεμα-φαβορίτα (κυκλοφορεί και σε περούκα - αποκριάτικο αξεσουάρ, έχω μια) λαδωμένο από το τζελ (=μπριλκρίμ για τους +60). Ενίοτε η αμφίεσή του είναι πράγματι σαν του Έλβις.

Ωστόσο μπορεί να χαρακτηρίσει και οποιονδήποτε κυκλοφορεί παστωμένος (χτενισμένος όμως, όχι κοντό μαλλί) με τζελ.

Έχει χρησιμοποιηθεί και για να χαρακτηρίσει νεοσφίχτες - πρωηνχοντρούς που κυκλοφορούν με κολλητές μαύρες μπλούζες, γυαλί και μαύρο, λαδωμένο, σλικ, μαλλί.

Μας την έπεσε μια ομάδα τζέλβιδες και έγινε πανικός στην πλατεία...

Elvis from hell από τον πρωτοΜΑΣΤΟΡΑ (από alamo, 15/07/10)Ο Κώστας Ζουράρις με λίγο από Τζέλβις στάιλ, νταξ όχι απολύτως, αλλά τζελβισοφέρνει. (από Khan, 27/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Α. Απ' το αρχαίο ελληνικό και μετέπειτα αλεξανδρινό «σάπφειρος» > ζαφείρι: Ορυκτός πολύτιμος λίθος, από ανοιχτό γαλάζιο και πράσινο μέχρι σκούρο μπλε, χρησιμοποιείται από αρχαιοτάτων για κοσμήματα κλπ.

Β. Κατά μίαν εκδοχή, ήταν/είναι τα κιτρινο-γαλαζο-πράσινα φλέματα που προκύπτουν απ' τον τσιγαρόβηχα, το κρυολόγημα, τη φθίση, κλπ., που σου στέκονται στο λαιμό και δε μπορείς να τα φτύσεις, ούτε να τα καταπιείς ... μπλιαχ! (πιθανά συνώνυμα: ροχάλα, τάλιρο, λίρα, κλπ.)

Γ. Ήταν / είναι οι καπνίλες, οι στάχτες, τα ρετσίνια, τα λάδια και άλλα κατάλοιπα στο νερό του ναργιλέ (نرجيلة, narguil, narguilé, pipe à eau, pipa de agua, water pipe, water bong) ή της συνώνυμης شيشة «shisha» και, κατ' επέκταση, στο λαρύγγι του χρήστη, μαζί με τη σχετική πικρίλα.

Ίσως να' χεις καπνίσει το εκ Ζωνιανών ορμώμενο χορταράκι, ή άλλα, πιο διαδεδομένα στις Αμερικές και αλλαχού, όπως Acapulco Gold, Panama Red, Jamaican Spliff, Pot , ή την πιο διάσημη Marijuana (στις λατινογενείς γλώσσες, οι διάφορες Μαρίες-Ιωάννες έχουν δανείσει/χαρίσει τ' όνομά τους σε πλείστες όσες ονομασίες: Maria-Juana, Marie-Jeanne, Mary Jane = Μαριχουάνα, Bloody Mary = Βότκα+ντομάτα+ ..., Marie-couche-toi-là = Εύκολη γκόμενα, ανοιχτομπούτα, κρεβατάμπλ, Dame Jeanne = Νταμιτζάνα, κλπ.) που, αρχικά, σήμαινε το φτηνό ταμπάκο. Μέχρι που οι λατινομαθείς τη βαφτίσανε cannabis sativa indica, οι ελληνομαθείς ινδικήν κάνναβιν και οι πιο περπατημένοι, μαστούρηδες, αφιονισμένοι (απ' το αρχαίο ελληνικό «όπιον» μέσω του περσο-τουρκικού afyon) κι ωραίοι σημερινοί σλανγκιστές, ανά τον κόσμο, την είπαν joint, stick (US), pétard, bédo (FRA), porro, cano, mota (ESP), baseado, toco (POR), canna, spinello (ITA), στριφτό, γεμιστό, μαύρη, τσιγαρλίκι, (ΕΛΛ), «الحشيش القنب الهندى» (ΑRΑ, αλ χασίς αλ κάναμπ αλ χίντι = δλδ το «χασισάκι») κλπ.

Αφού το καπνίσεις και «φτιαχτείς», εκτός απ' τη ζαλάδα/θολούρα, σε πιάνει και μια λιγούρα, άλογο πράμα, λιμπίζεσαι κάτι να φας, βρε παιδί μου, οπότε ζητάς να μασουλήσεις καμιά μπουκιά, κάτι να κατευνάσει την πείνα σου, να σου διώξει την πικρίλα απ' το λαρύγγι και να σε φέρει στα ίσα σου, να στανιάρεις, να ξεπήξεις απ' την κατακεφαλιά της τετραϋδροκανναβινόλης (THC). Το περί ου ο λόγος μπινελίκι ήταν το de rigueur (συνηθισμένο/υποχρεωτικό) σοροπιαστό γλυκό που κατανάλωναν το πάλαι ποτέ οι χασικλήδες حشيشي (ελάχιστη σχέση με τους παλιούς τρομοκράτες حشيشين -haschaschin=assassins=δολοφόνους-) μετά που είχαν «κάνει» ή «φουμάρει» ή «πιει» τη τζούρα τους, ώστε να πάνε κάτω τα ζαφείρια και να μην είναι ο στόμας τους τσαρούχι, σα να λέμε, κάτι με μπόλικα σορόπια/πετιμέζια: κανταϊφάκι, μπακλαβαδάκι, φοινίκι/μελομακάρονο, γαλατομπούρεκο, σάμαλι, κτλ., να φύγει η πίκρα. Το λουκούμι συνηθιζόταν αργότερα σαν πιο εύχρηστο, πιο βολικό και πιο φτηνό. Μεταγενέστερο (αλλά ersatz) κατάλοιπο της συνήθειας (που εγώ πρόλαβα) είναι η καραμέλα που πάντα δίνανε παλιά οι καφετζήδες (και κάθε αξιοπρεπής κάπελας/ταβερνιάρης) με το απλό κονιάκι (sic) στους μπεκροκανάτες βαρελόφρονες.

Ανέλιξη του να πάνε κάτω τα ζαφείρια ίσως είναι η πιο γνωστή έκφραση να πάνε κάτω τα φαρμάκια, μεταφορικά, τα ντέρτια κι οι καημοί, χωρίς σχέση με τσιγαρλίκια και τεκέδες. Δείγμα από ένα παμπάλαιο ρεμπέτικο:

[I]Στο απόμερο το ταβερνάκι
Τα πίνω με δυο γεροντάκια
Άιντε ακόμα ένα ποτηράκι
Να πάνε κάτω τα φαρμάκια.[/I]

- -Άσε, μωρ' αδερφέ μου! Με κεράσανε κάτι σέρτικα Λαμίας κι είναι ο καταπιώνας μου γεμάτος ξυλόπροκες ... Πιάσε κάνα μπινελίκι να πάνε κάτω τα ζαφείρια!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για τραβηγμένη απ' τις κωλότριχες απόδοση στα Ελληνικά της αμερικλανιάς Hershey Highway, τουτέστιν του κωλογαμιέσθαι.

Η τσικουλατίτσα Hershey's είναι για τους ΗΠΑτζήδες ότι και η ΙΟΝ για την Ρωμιοσύνη. Μόνο που η δικιά μας εκδοχή αποτελεί καλύτερη αναλογία καθώς παραπέμπει σημειολογικά στην πρώτη και παντοτινή αγάπη.

Πέρι: - Τι θα' λεγες για ένα φιλικό, φιλενάδα;

Λίλιαν: - Καυλίτσες έχω, αλλά οφείλω να σε προειδοποιήσω, ήρθαν οι Ρώσοι...

Πέρι: - Δεν τρέχει μία, υπάρχει κι άλλη δίοδος - η Ιόνια Οδός...

Λίλιαν: - Α, να σού πω, για τέτοια πάνε βρες την γιαουρτομούνα τον Βαγγέλη. Εγώ είμαι κορίτσι από σπίτι.

Πέρι: Τσκ, τσκ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ελληνική μετάφραση του αγγλικού crop circle, αναφέρεται σε ένα φαινόμενο σχετικά άγνωστο στην Ελλάδα που προκάλεσε όμως αρκετή αίσθηση τις τελευταίες δεκαετίες στις δυτικές κυρίως χώρες, αλλά και σε όλον τον κόσμο.

Ξεκίνησε ως εξής: σε αγροτικές περιοχές οπού υπάρχουν απέραντα χωράφια γεμάτα σιτάρι, κριθάρι, σίκαλη, καλαμπόκι και τα συναφή, οι αγρότες των παρακείμενων κατοικιών, αντί να το ξενυχτάνε σε κάποιο χιλιόμετρο της Εθνικής παρέα με δίμετρες καλλονές του πρώην ανατολικού μπλοκ, την έπεφταν για ύπνο νωρίς. Ξυπνούσαν λοιπόν το επόμενο πρωί και ανακάλυπταν πως οι σοδειές τους είχαν ισοπεδωθεί σε διάφορα σημεία και μάλιστα κατά τέτοιον τρόπο και με τέτοια ακρίβεια που, αν τις έβλεπε κανείς από ψηλά, ανακάλυπτε πως σχημάτιζαν περίπλοκα γεωμετρικά σχήματα (βλέπε τις φωτογραφίες).

Στον τόπο του εγκλήματος έσπευσαν οι ντόπιοι Χαρδαβέλλες της εποχής και άρχισε η σύνδεση των αγρογλυφικών με τους εξωγήινους οι οποίοι είτε παρκάρουν τα ούφο τους στα χωράφια και πατάνε τις σοδειές, είτε χρησιμοποιούν τα αγρογλυφικά για να επικοινωνήσουν μαζί μας. Η New Age εξήγηση πάλι μας λέει ότι η Γη είναι ένα συνειδητοποιημένος οργανισμός και τα αγρογλυφικά είναι τα μηνύματα που μας εκπέμπει, γιατί έχει αγανακτήσει πια με τις μαλακίες που της κάνουμε όλη την ώρα.

Τα περισσότερα αγρογλυφικά πλέον έχουν αποδειχτεί πως είναι ανθρώπινης κατασκευής και ότι τελικά δεν είναι και τόσο δύσκολο να φτιάξει κανείς τέτοια περίπλοκα σχήματα με απλά εργαλεία (κυκλοφορούν άλλωστε αναλυτικότατες οδηγίες στο διαδίκτυο). Τελικά φαίνεται ότι όλη αυτή η βαβούρα ξεκίνησε από κάποιους Βρετανούς αστειάτορες στα 70s και μετά διαδόθηκε, αν και υπάρχουν και οι περιπτώσεις που παρουσιάζουν κάποια περίεργα φαινόμενα τα οποία διατηρούν ακόμα το μυστήριο των αγρογλυφικών.

  1. (από εδώ)
    «Crop Circles , στα ελληνικά αγρογλυφικά , οι παράξενοι σχηματισμοί σε χωράφια , κυρίως σιτηρών ! Τί είναι ; Πώς δημιουργούνται ; Από τί ή ποιούς ΄Και μήπως υπάρχει και γιατί ; Ας προσπαθήσουμε να ρίξουμε λίγο φως σε αυτό το , πραγματικά παράξενο , φαινόμενο , για το οποίο ξέρουμε τόσο λίγα , ή και σχεδόν καθόλου , εδώ στην Ελλάδα , σε αντίθεση με άλλες χώρες , και κυρίως την Μεγ.Βρεττανία ,όπου τα αγρογλυφικά τείνουν να γίνουν τόσο συνηθισμένα όσο και τα φαντάσματά τους !»

  2. (από εδώ)
    «Πολλά έχουν
    γραφτεί για τα αγρογλυφικά, γνωστά περισσότερο με την ονομασία crop circles. Πιο εντυπωσιακή όμως ήταν η προγενέστερη εκδοχή τους: οι ''νεραϊδόκυκλοι'' ή ''νεραϊδοδακτυλίδια''. Όπως και οι crop circles, έτσι και οι νεραϊδόκυκλοι, είναι κύκλοι ή μπαλώματα
    που μπορεί κανείς να δει να σχηματίζονται στο χορτάρι ή στα σπαρτά.»

  3. (από εδώ - πάντα τελευταίοι και καταϊδρωμένοι στο Ελλάντα!!)
    «Αγρογλυφικά στην Ελλάδα(;)

Και όμως ! Αγρογλυφικά έχουν παρατηρηθεί και στην Ελλάδα . Το παρακάτω άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Guardian το Σάββατο , 10 Αυγούστου 2002 . Αφορά την εμφάνιση και προσγείωση(!) ενός ιπτάμενου δίσκου , σε ένα χωράφι κοντά στο χωριό Πρίνη , στον νομό Τρικάλων.»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο έχων ατημέλητη κόμη, ο μαλλιάς.

Προέρχεται από τους Beatles και το πρωτοποριακό και ανατρεπτικό για την εποχή τους κούρεμα.

Καλά παιδί μου, πόσο καιρό έχεις να κουρευτείς; Σαν μπητλής έχεις γίνει.

(από Khan, 04/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πιθανότατα προέρχεται από το αγγλικό cockblocked που δηλώνει την διακοπή της σεξουαλικής πράξης από τρίτο πρόσωπο, από αμέλεια ή δόλο.

- Και πάνω στην ώρα που είμαι έτοιμος να μπω, χτυπάει η πόρτα και είναι η ξαδέρφη της που έχουν να μιλήσουν από πέρσι και έπαθα κοκομπλόκο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάθομαι με τις ώρες στο YouTube, συνήθως μέσω της αέναης ακολουθίας των related videos, με ή χωρίς τη συνοδεία τσιγάρου/καφέ/αλκοόλ/ναρκωτικών.

Βλ. και youtube poop

- Πώς είσαι έτσι, ρε μαλάκα; Δεν κοιμήθηκες καθόλου;
- Μπα... Γιουτιουμπάριζα όλη νύχτα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το facebook και την τουρκική κατάληξη -κλού.

Κυριολεκτικά, αυτή που ασχολείται με το facebook.

Λόγω όμως...

...η λέξη φεϊσμπουκλού αποκτά επιπλέον βάθος (όχι πολύ όμως) προσδίδοντας στο άτομο που χαρακτηρίζει αρκετά υπονοούμενα κι έτσι μπορεί να χρησιμοποιείται χαλαρά και ως πασπαρτού (χωρίς φυσικά να θέλει να πει κάτι το ιδιαίτερο).

- Είσαι μια φεϊσμπουκλού εσύ..!
(Το άκουσα ανάμεσα σε δύο κάγκουρες στα Ταμπούρια)

Θώδη στη νοηματική (από protnet, 17/09/10)(από Khan, 01/04/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified