Further tags

Αυτός που όλο λέει ότι πηδάει και δεν το κάνει ποτέ.

Όλο για γκόμενες λέει αυτός ότι πηδάει συνεχώς, αλλά μην τον πιστεύεις, ανεμογάμης είναι.

Σύγκρινε με ανεμογάμης στο cySlang.com.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο: καραπουταναριό
Ο κλασικός πλέον ορισμός που κατά κοινή ομολογία κάνει την «τσαπού» να αναστενάζει.

-Καλά ρε μαλάκα, αυτό το γκομενάκι από τότε που το είδα δεν μπορώ να ξεκολλήσω το μυαλό μου.
-Φιλαράκι δεν θέλω να σε χαλάσω, αλλά είναι μεγάλη καριολοτσιμπουκογλείφτρα. Προχτές πηδιόταν με τον Τάδε και χθες την πετύχαμε στα μπουζούκια να γλύφεται με τον Τάδε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα γαλλικά ο «πατόφλωρος». Χρησιμοποιείται όταν θέλουμε να αναφερθούμε με ευγενικό τρόπο στον φλώρο της γειτονιάς.

-Ήρθε ο ξάδερφος μου ο Γιωργάκης χθές, τι παιδί είναι αυτό; Σκέτος πατ ντε φλερ, σου λέω. Γκόμενα δεν ξέρει τι είναι, στα βιβλία το μυαλό του.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σκλάβος του αιδοίου.
Βλ. μουνόδουλος, μουνοτρέχας.

Ο μουνοείλωτας βρήκε την Κλεοπάτρα και χαίρεται ο μαλάκας.

Σχετικά: μουνοσαλιάρης, πουτόπιστος, χαζομούνης

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο έχων αραιωμένη την κορυφή του τριχωτού της κεφαλής και αφήνει κοτσίδα ή μακριά μαλλιά, κατάλοιπο νεανικών χρόνων.

Πουλικάκος, τίποτα άλλο.

(από Cunning Linguist, 20/04/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτό το οποίο σε εκνευρίζει, σου σπάει τα νεύρα.

- Καλά, εχθές είχαμε βγει με μία καινούργια παρέα και περάσαμε πολύ ωραία, μόνο αυτός ο Σάκης ρε παιδί μου, εντελώς σουτιδινίστικος, μας τα τσάκισε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(ουσ.)
ύστατος + (αγγλ. flash = σηματοδότης).
Ο ασυνείδητος οδηγός που θυμάται ή συνηθίζει να ανάβει τον σηματοδότη (φλας) ένα ή δύο μέτρα πριν τη στροφή.

Παραλίγο να γίνει καραμπόλα γιατί ο μπροστινός ήταν υστατοφλάστης.

Got a better definition? Add it!

Published

Εκ του μπάτσ -ος και -μαν (bat-man, super-man κλπ) Ο και πολύ μπάτσος, ο σερίφης με τα εξάσφαιρα, ο αυτοπροσδιοριζόμενος και Κάλλαχαν make my day.

- Φύγαμε από Γλυφάδα με τα μηχανάκια και μας την έπεσε ένας μπάτσμαν, τι να λέμε, μας έσκισε στην κλήση.

Τώρα και σε Barbie... (από MXΣ, 25/10/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που την κάνει, που φεύγει. Μεταφορικά και ο γρήγορος, αυτός που εξαφανίζεται σε dt. Καμία σχέση με το Γάλλο παίκτη και προπονητή τώρα, Ζαν Αναντού Τιγκανά.

- Ο Γιωργάκης είναι μεγάλος τιγκανά. Δεν προλάβαμε να σχολάσουμε κι αυτός βρίσκονταν ήδη στο internet cafe.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πιπομωρό.

- Τι ώρα παίρνεις πίπες φανουρομωρό;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified