Further tags

Ο έχων εξαιρετικά μικρό πέος.

— Πώς πήγε χτες το βράδυ με τον Μάκη;
— Άσ΄τα Νίτσα μου, τζάμπα η αναμονή... Όλα καλά στην αρχή, με πήγε στο καλό εστιατόριο, με τα ακριβά κρασιά, μετά για ποτό στο Galaxy... Αλλά... όταν πήγαμε στο σπίτι του και αρχίζουμε τα διάφορα, βγάζει κάποια στιγμή το παντελόνι και τι να δω; Μια σταλιά... Λιλιπούτσειος, σου λέω Νίτσα μου... Λιλιπούτσειος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πραγματικό γεγονός, όταν μια παρέα φαντάρων αφού είχαν κάνει χοντρή μαλακία και τους έπιασε η αστυνομία, έβαλαν τον gay της παρέας να «βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά». Οπότε και η προσέγγιση του gay ήταν πολύ χαριτωμένη. Χρησιμοποιείται για να προσδιορίσει την εκδηλωμένη ομοφυλοφυλία.

- Δε μας τα λες καλά...
- Ντιγκι-νταγκ κυρ αστυνόμε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Σκοπιανός.

Μας ζαλίσανε τα αρχίδια οι φυροματσεντόνες.

Got a better definition? Add it!

Published

Είναι το θηλυκό που δεν μασάει... ή μάλλον μασάει... αρχίδια!

Εμπνευσμένο λήμμα από το περιστατικό που συνέβη πρόσφατα στην Άρτα:

[I]Ένας άντρας, παντρεμένος, με παιδιά διατηρούσε δεσμό με ερωμένη. Επί χρόνια την καθησύχαζε ότι θα χωρίσει και ότι θα την παντρευτεί. Συγκεκριμένα για 10 χρόνια!

Μία μέρα πήγαν σε ξενοδοχείο όπου όταν έβγαλαν τα ρούχα τους εκείνη από την μανία της και τα νεύρα της , του δάγκωσε το αρχίδι και τελικώς το έκοψε! [/I] :Ο :Ο

Link

- Ρε μαλάκα. Πάμε να γαμήσουμε σε μπουρδέλο
- Ρε συ. Σου λέω δεν μπορώ. Άμα το μάθει η αρχιδοκόφτρα στο σπίτι, την γάμησα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πουθενάδας: Εκ του ελληνικού πουθενάς και του ισπανικού nada που σημαίνει τίποτα, ως πουθενάδας ορίζεται ο μεταφορικά ανύπαρκτος, ο τιποτένιος, αυτός που η παρουσία του δεν προσφέρει το παραμικρό όφελος.

Μπορεί να χρησιμοποιηθεί αντί εκφράσεων όπως τελευταίος, ανίκανος ή βλακομουτρίδης.

Ποιόν θα γαμήσεις στο Pro ρε πουθενάδα; Μάθε μπαλίτσα αγόρι μου...

Σύγκρινε: πουθενάς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γυναίκα μειωμένων πνευματικών ικανοτήτων, ανόητη, χαζοβιόλα. Αντίστοιχα και το αρσενικό: παπαρόπουλος.

- Πάλι μούσκεμα τα έκανε η α.α. Γενική Δ/ντρια.
- Μα τι παπαροπούλα είναι αυτή...

(από peregrine, 27/11/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση συχνά απαντώμενη σε εναλλακτικά χαμαιτυπεία της πόλεως των Αθηνών εκφράζουσα την απογοήτευση θαμώνων στην θέα νεαρών θηλυκών εξ' αιτίας της αιφνίδιας επί το χειρίστον εξωτερικής μεταλλάξεως αυτών λόγω συγχρωτισμού αυτών με υπερ-εναλλακτικούς θαμώνες των ιδίων μπαρ που είθισται να είναι φιλόδοξοι καλλιτέχναι και διασκεδασταί.

(βλ παράδειγμα)

- Ρε συ Μάκη, αυτή δεν είναι η Νίτσα από τη γειτονιά; Καλά, πώς έχει γίνει έτσι; Τι χαϊμαλιά και τζιβομπίχλες είναι αυτά; Και βλέπω καλά; Το παντελόνι της είναι από τσουβάλι; Κρίμα ρε... το θυμάσαι το Νιτσάκι μικρό πώς ήταν;... Με τις μπουκλίτσες του, με τα ματούδια του, με τα μινάκια του... Και τί ειναι αυτός ο μπαμπουϊνος που σέρνει;
- Άσε Μηνά... Έχεις χάσει επεισόδια... Ο μπαμπουϊνος είναι ο εικαστικός Πυγμαλίων Τσαλταμπασίδης και από τότε που τά 'μπλεξε μαζί του το Νιτσάκι έχει αναμφίβολα ασχημindie... Άλλαξε και το όνομά της σε Ουρανία... Φτιάχνει μόνη της τα ρούχα της και πάει διακοπές στην Ίφκινθο... Αχ τι να πεις... Κρίμας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ελάχιστα μειωτικό συνώνυμο του «άνθρωπος». Χρησιμοποιείται ως επί το πλείστον σε λαϊκό context και κυρίως σε διηγήσεις ευτράπελων, δυσάρεστων και ταλαιπωρητικών ιστοριών της καθημερινότητας.

Επίσης: άνθρωπας, άθρωπας.

3 ώρες έκανα να πάω με το αυτοκίνητο από την Κολιάτσου στην Αμερικής. Τι τραβάω ο άθρωπας!

ή

Μία φορά έβαλα τρούπια κάλτσα και έτυχε να μου ζητήσουν στο αεροδρόμιο να βγάλω τα παπούτσια μου. Ρεζίλι έγινα πάλι ο άθρωπας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για υπερθετική διατύπωση του λολ, της διαδικτυακής δηλαδή επισήμανσης ότι σε κάποιον καθαρίζουν εικονικά αυγά και ξεκαρδίζεται στα γέλια. Καραλόλ προκαλούν τόσο πραγματικά αστεία, όσο και οι παπαριές που έχουν διατυπωθεί.

Το ιντερνετικό αυτό σλανγκ πραγματοποιεί πλέον την μετάβασή του στη ξεμπρίζωτη καθομιλουμένη.

Εκ του Τουρκικού kara- (μαύρο) και του αρχαίου καγχάζω (γελώ ωσάν xaxac), το οποίο συνδέεται ετυμολογικά με την λέξη laughing (βλ. www.etymonline.com).

- pasokkav Says: ΕΝΤΥΠΩΣΙΑΖΟΜΑΙ ΓΙΑ ΑΛΛΗ ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΒΛΕΠΟΝΤΑΣ ΟΤΙ Η ΑΠΟΛΙΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΕΊΝΑΙ ΜΙΑ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ ΠΟΥ ΚΥΡΙΑΡΧΕΙ. ΟΙ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟΙ ΠΡΑΣΙΝΟΙ BLOGGERS ΕΧΟΥΝ ΣΤΑΘΕΙ ΠΟΛΛΕΣ ΦΟΡΕΣ ΚΡΙΤΙΚΑ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΚΑΙ ΣΤΗ ΙΔΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΤΑΞΗ ΠΟΥ ΥΠΟΣΤΗΡΖΟΥΝ ΕΧΟΝΤΑΣ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ ΠΙΣΤΕΥΟΝΤΑΣ ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΜΕ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΟΧΙ ΣΕ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΑΠΛΑ ΓΙΝΟΝΤΑΙ ΓΙΑ ΝΑ ΓΙΝΟΝΤΑΙ.Η ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΠΡΑΣΙΝΗ BLOGGER ΕΞΕΦΡΑΣΕ ΤΗΝ ΑΠΟΨΗ ΤΗΣ. ΔΕΝ ΤΟΠΟΘΕΤΗΘΗΚΕ ΟΥΤΕ ΥΠΕΡ ΟΥΤΕ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ ΑΛΛΑ ΣΤΑΘΗΚΕ ΚΡΙΤΙΚΑ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΕ ΜΙΑ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΊΧΕ ΝΑ ΑΝΑΔΕΙΞΕΙ ΤΙΠΟΤΕ ΚΡΙΣΙΜΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΗΣ ΚΑΒΑΛΑΣ. ΝΑΙ ΟΙ ΠΡΑΣΙΝΟΙ BLOGGER ΣΤΕΚΟΝΤΑΙ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΕ ΚΑΘΕΤΙ ΑΠΟΛΙΤΙΚΟ ΠΟΥ ΔΕΝ ΠΡΟΩΘΕΙ ΤΑ ΚΑΥΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΝΕΟΛΙΑΣ ΌΠΩΣ Η ΑΝΕΡΓΙΑ ΤΑ ΝΑΡΚΩΤΙΚΑ ΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ. ΑΥΤΟ ΕΙΠΕ Η ΜΑΡΙΖΑ . ΑΛΛΑ ΔΕΝ ΤΗΝ ΑΦΗΣΑΝ ΝΑ ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΕΙ, ΤΗΣ ΠΗΡΑΝ ΤΟΝ ΛΟΓΟ. ΓΙΑΤΙ ΤΟ ΘΕΩΡΗΣΑΝ ΚΟΜΜΑΤΙΚΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ, ΘΑΡΡΕΙΕ ΚΑΙ ΕΊΝΑΙ ΑΚΚΑΟ ΝΑ ΑΝΗΚΕΙΣ ΣΕ ΠΑΡΑΤΑΞΗ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΑ ΣΤΟ ΠΑΣΟΚ ΠΟΥ ΚΑΠΟΙΟΙ ΤΟ ΜΙΣΟΥΝ . ΟΟΣ ΚΑΙ ΝΑ ΠΡΟΣΠΑΘΟΥΝ ΝΑ ΤΟ ΠΑΙΞΟΥΝ ΑΚΟΜΜΑΤΙΣΤΟΙ.

- exiled Says: Μιλάμε για καραλόλ καταστάσεις. Προς pasokkav: Είσαι σύμβουλος του Παπανδρέου;

(εντελώς τυχαία επιλογή από τις χιλιάδες αναφορές σε ιντερνετικά φόρα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για κοινωνικές εκδηλώσεις, όπου ένστολοι κλόουν, ανιματέρ, ξυλοπόδαροι και ζογκλέρ διασκεδάζουν τους μικρούς καλεσμένους με τα μπαμ-μπουμ τους σε μια παραμυθένια ατμόσφαιρα. Τυχόν ατυχήματα οφείλονται πάντα σε εξοστρακισμούς.

Ρε Βαγγέλα, το Λίλιαν σε άκουσε να λες ότι στο Σύνταγμα γίνεται το μεγαλύτερο πάρτυ με ούζα όλων των εποχών και μου ζήτησε να την πετάξω αμέσως με το μοτοσακό μου!
— Καλά, το αμαρτωλό έχει ξανθές ρίζες και είναι και κουφάλογο –πάρτι με uzi είπα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified