Further tags

Η γυναίκα που είναι γεμάτη.

Καλή, αλλά είναι λίγο χοντρομούρω.

Ναι μεν, αλλά, αν σου κάτσει; (από Galadriel, 07/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published

Αλοιφές, λοσιόν, κρέμες, σπρέι, ματζούνια και ο,τιδήποτε άλλο απλώνουμε στο δέρμα μας - ειδικά αν είναι λιπαρό ή γλοιώδες και έχει έντονη μυρωδιά.

Ειδικότερα, ο όρος έχει τέλεια εφαρμογή στα κάτωθι:

  1. καλλυντικές κρέμες και μέικ απ
  2. αντιηλιακά και λοσιόν μαυρίσματος
  3. εντομοαπωθητικά π.χ. Autan

- Καλά ρε μανούλα μου, είναι δυνατόν να ξέχασες πάλι τα πασαλειψατέρ; Ντάλα μεσημέρι ... θα καψοκαούμε... αφού είπες ότι τα είχες βάλει στην τσάντα με τις πετσέτες ...

Got a better definition? Add it!

Published

Παραλλαγή του ονόματος Κουασιμόδος (ο παραμορφωμένος κωδωνοκρούστης της Παναγίας των Παρισίων του Ουγκώ)

Σημαίνει τον κακάσχημο άνδρα ή γυναίκα που ακολουθεί την τελευταία λέξη της μόδας στο ντύσιμό του / της, με οικτρά όμως συνήθως αποτελέσματα...

- Δες τον κουασιμόδα παλτουδιά! Τσάμπα πάνε τα λεφτά του κακομοίρη με τέτοιο σώμα που έχει...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηριστικό στυλ τύπου τρέντυ.

Δες πώς πάνε στο σχολείο! Όλα τρεντυφατσουλάκια.

Δες και -φατσα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποτιμητικό επίθετο για γυναίκα. Πιθανόν προέρχεται από τη φράση «στάχτη και μπούρμπερη» συνδυασμένο ηχητικά με την μάρκα ρούχων Burberry.

Αναφέρεται σε γυναίκες που προσπαθούν να ντυθούν επιδεικτικά με μάρκες (ενίοτε και faux), χωρίς το ντύσιμο να συνάδει με τον πολιτισμό τους, την συμπεριφορά τους και συχνότατα την βαριά προφορά τους.

- Για δες τη βλαχομπούρμπερη την Μαρία, σαν την λατέρνα ντύθηκε πάλι και μας μοστράρει τα φιρμάτα...

- Η Καίτη η βλαχομπούρμπερη, πάει στην λαϊκή να ψωνίσει κολοκυθάκια με την καρό καπαρντίνα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που έχει μικρό πέος.

Η Άννα δεν έχει πρόβλημα με τους μικροτσούτσουνους. Βασικά, δεν έχει πρόβλημα με κανέναν...

(από Galadriel, 07/03/09)Οβελίξ ο μικροτσούτσουνος (από allivegp, 30/06/09)Να γιατί αρκούσε ένα φύλλο συκής για να το καλύψει. (από Khan, 06/08/09)(από Khan, 20/05/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παράφραση του ονόματος της μεγάλης λυρικής τραγουδίστριας Μαρίας Κάλλας, χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει τραγουδίστριες με ελκυστική ή προκλητική εμφάνιση, ανεξαρτήτως του αν αυτές έχουν φωνή ή όχι.

Σχετικά λήμματα: εκτελώ, από φωνή μουνί κι από μουνί φωνάρα, Κακοφωνίξ.

  1. - Μαλάκα τό' χεις δει εκείνο το καινούριο γκομενάκι από τη Βουλγαρία που κάνει τραγούδι στο ωδείο; - Γάμησέ τα, την πέτυχα προχθές και τα είδα όλα μιλάμε... Μαρία Κάβλας η μικρή!

  2. - Ακούστε την κύριε Μοδινέ, δεν έχει καταπληκτική φωνή; Ίδια η Μαρία Κάλλας... - Μαρία Κάλλας δεν νομίζω, μάλλον Μαρία Κάβλας...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάποιος με μεγάλα αυτιά, ο μπακαυτιάς.

Άσε μακρύ μαλλί να κρύβεις τα αυτιάγγουρά σου.

(από xalikoutis, 26/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γκόμενα 30+, MILF, εκ του mature.

Η μάνα του Βλάσση είναι τρελό ματσούρι σου λέω!

ΚΙΤΑΡΟ,τρελλό ΜΑΤSURI (από gaidouragathos, 27/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φαινόμενο κατα το οποίο εκτός από τον κώλο (κωλοχωριστρίαση) φαίνεται και η κωλοχωρίστρα του ατόμου για το οποίο μιλάμε. Κατά κανόνα δεν υφίσταται κωλοχωριστρίαση αν δεν υπάρχει εξωκώλιαση, αλλά από προσώπικη πείρα λέω ότι δυστυχώς υπάρχουν και τέτοια φαινόμενα. Μάλιστα μια κοπέλα το έχει καταφέρει και -προς λύπη των υπολοίπων- με μεγάλη επιτυχία.

- Ευσταθία, πάλι έχεις κωλοχωριστρίαση. Έλεος! Θα πέθανουμε από τη θέα!
- Για ήρεμα γιατί θα πώ στη Σακκά να σε πλακώσει στο ξύλο!
- Πες της να μαζέψει και αυτή τον κώλο της μη της βάλω τη γλώσσα στον κώλο!

(από patsis, 13/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified