Το άτομο που μένει μόνο του, δηλαδή δεν έχει γάμο ή συγκατοίκηση, αλλά είναι ανοικτό σε πολλαπλές ερωτικές σχέσεις και σε πολυσυντροφικότητα. Εκ του solo polyamorous.

Δεν είμαι μπακούρης, είμαι σόλο πόλυ.

Got a better definition? Add it!

Published

Νεολογισμός- αντιδάνειο από τα αγγλικάνικα (newstalgia) που σημαίνει όταν έχουμε νοσταλγία για την επαναβίωση ενός παλαιού προϊόντος, αλλά το θέλουμε εκσυγχρονισμένο (new).

Παρατηρείται μεγάλη νιουσταλγία για τον σκαραβαίο της Volkswagen.

Got a better definition? Add it!

Published