Further tags

Από το λατινικό ignoramus, ο αδαής, αυτός που δεν έχει ιδέα, ο άσχετος.

Πάγωσε ο Κώστας, είναι άσχετος με τη συζήτηση... Ιγνοράνος!

Got a better definition? Add it!

Published

Κυριολεκτικά, τραμπάκουλο: το ογκώδες και αργό ιστιοφόρο.

Μεταφορικά αν πούμε παθαίνω τραμπάκουλο θα πει ότι ταράζομαι, τρώω πακέτο, παθαίνω ζημιά.

Λέξη ιταλικής προελεύσεως από το trabaccolo

- Βγήκατε τελικά με εκείνα μουνιά χθες;
- Δε σε είπανε οι άλλοι τι έγινε ρε; Ήταν κάτι μοσχάρια και οι τρεις, η μία πιο άσχημη απο την άλλη! Πάθαμε μεγάλο τραμπάκουλο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται από το αγγλικό made in england που σημαίνει κάτι πολύ καλό και ποιοτικά αναβαθμισμένo, άριστο, πρώτο.

Ο Γιώγος ήταν χθες ντυμένος στη μέγκλα...

Βλ. και τέφα, τζετ.

Got a better definition? Add it!

Published

Κακή ψυχολογία, σκοτούρες, νεύρα, είμαι στις μαύρες μου.

Προέρχεται από τη γαλλική φράση de noir.

-Τι εχεις ρε μπαγλαμά, δεν σε βλέπω καλά.
-Άσε ρε, έχω κάτι ντενουάρια...

Got a better definition? Add it!

Published

Από το UFO (ελληνιστί: ΑΤΙΑ). Ο βλάκας λόγω αφηρημάδας, τόσο που λες πως δεν ανήκει στον γήινο και ανθρώπινο κόσμο.

Πληθ.: ούφα. Υπερθετικός: ουφάρα, ουφάκλα.

Είσαι μεγάλη ουφάρα! Πότε θα πάψεις να χαιρετάς αγνώστους στον δρόμο νομίζοντας ότι είναι γνωστοί;...

(από patsis, 06/03/11)

Βλ. και ούφο με σκούφο - και με φλογέρα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

O γκέι σε υπερθετικό βαθμό.

Χρησιμοποιείται συχνά από νεαρά άτομα όταν θέλουν να υποβιβάσουν συνομήλικό τους.

Τι θες ρε γκέουλα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η βόλτα, το σεργιάνι, η περιπλάνηση.

Από το ιταλικό sollazzo.

Πιο συχνά συναντούμε το ρήμα σουλατσάρω. Επίσης χρησιμοποιείται συχνά και η λέξη σουλάτσα αντί του σουλάτσο.

- Πού 'σαι ρε Βάγγο;
- Βολτίσα με κάτι φιλαράκια και το βράδυ για ποτάκι!
- Α ρε αλάνι, όλο στη σουλάτσα είσαι!

Got a better definition? Add it!

Published

Ο άβουλος άνθρωπος, αυτός που εκτελεί εντολές άδιαμαρτύρητα και δεν μπορεί να εκφέρει άποψη. Δεν έχει δικαιώματα, δεν μπορεί να διεκδικήσει το δίκιο του και αμοίβεται πενιχρά.

Συναντάται κατα κύριο λόγο στον ιδιωτικό τομέα εργασίας, ενώ αντίθετα απουσιάζει παντελώς στον δημόσιο τομέα.

Σκέφτομαι να φύγω απο το γραφείο που εργάζομαι, δεν αντέχω άλλο, μας έχουν όλους στον ίδιο χώρο, τα γραφεία δίπλα, διάλειμμα 20 λεπτά την ημέρα και δεν μας αφήνουν ούτε τσιγάρο να κάνουμε ακόμα και εκτός του γραφείου. Θέλουν να έιμαστε πάντα στην ώρα μας, αλλά να καθόμαστε και υπερωρίες τις οποίες ποτέ δεν πληρώνουν. Μας έχουν σαν τα ρομπότ όλους και δεν μιλάει κανένας απο φόβο μην τον απολύσουν...

Got a better definition? Add it!

Published

Παραλλαγή του κλασικού κοκτέιλ Cuba Libre. Αγαπημένο ποτό των οπαδών της ομάδας της Θεσσαλονίκης, ΠΑΟΚ. Παρασκευάζεται με 3 μέρη Ρετσίνα Μαλαματίνα (αποκλειστικά) και 1 μέρος Κόλα. Χυμός Lime προαιρετικά. Σερβίρεται στα ταβερνεία πέριξ του γηπέδου της Τούμπας τις Κυριακές ή παρασκευάζεται αυτοσχεδίως από τους οπαδούς προ της εισόδου τους στο Γήπεδο της Τούμπας.

– Ρε συ Μάκη, παίξαμε τίποτα χτες, για πάλι χάλια;
– Φίλε, άμα δεν έχεις πιει τουλάχιστον 3 Toumba Libre πριν το ματς, η ομάδα δεν βλέπεται φέτος...

Τούμπα Λίμπρε (από allivegp, 06/08/09)παγωμένη ομορφιά... (από BuBis, 12/10/09)

Δες και κουστούμι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρειάζονται 3 άτομα, 2 άντρες και 1 γυναίκα.

Είναι η στάση όπου κατά τη διάρκεια του σεξ η γυναίκα είναι ανάμεσα στους 2 άντρες και την περιποιούνται ταυτόχρονα και οι 2.

Συναντάται κυρίως σε πορνοταινίες.

Είχαμε πάει πέρσι στη Πάρο με τον Ανδρέα κα γνωρίσαμε μια Γαλλίδα πολύ έκφυλη! Τελικά το βράδι την πήραμε σάντουιτς και οι 2!

Σύγκρινε με σούβλα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified