Ο τσιγκούνης, αυτός που δεν αφήνει τα λεφτά να φεύγουν από πουθενά... (ιδιότητα της τσιμούχας σαν αντικείμενο είναι να εμποδίζει τις διαρροές, εξ ου και ο όρος τσιμούχα /τσιμούχας).

  1. - Πάμε για κάνα καφέ ρε μλκ;
    - Μπα ρε συ, δεν έχω λεφτά...
    - Μια ζωή αυτό λες... Είσαι πολύ τσιμούχας τελικά!

  2. - Με έκανε παζάρια για 1 ευρώ, το πιστεύεις;!;!
    - Καλά, δεν ξέρεις τι τσιμούχα είναι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην ορολογία των αγώνων αυτοκινήτου, σανίδα ονομάζεται η μεγάλη ταχύτητα. Πολλοί συνοδηγοί στα ράλι περιλαμβάνουν τη λέξη στις σημειώσεις τους, για να δηλώσουν στον οδηγό ότι πρέπει να πατήσει το γκάζι μέχρι τέρμα.

«Δεξιά παρατεταμένη και 100 για αριστερή σανίδα».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίσημη μονάδα μέτρησης η οποία δεν έχει μπει ακόμα στο CGS ή στο MKS, άγνωστο για ποιους λόγους, αν και εικάζεται ότι ανθελληνικοί, αλλόθρησκοι δάκτυλοι σε συνεργασία με ξένα, σκοτεινά παράκεντρα εξουσίας είναι στη μέση ως συνήθως...

Η μονάδα μέτρησης κολώνα χρησιμοποείται από τους Έλληνες καυλοτίμονους για να περιγράψει την διανυσματική διαφορά μεταξύ δύο παραλλήλως κινούμενων αυτοκινήτων (Α και Β), τα οποία οι ιδιοκτήτες τους έχουν προηγουμένως «στήσει». Όπου κολώνα, ο παρόδιος στύλος της ΔΕΗ που φωτίζει τον δρόμο - θέατρο των προαναφερθεισών επιχειρήσεων. Δεδομένου ότι η διαφορά από κολώνα σε κολώνα είναι συγκεκριμένη (πχ. 15 μέτρα), αν το αυτοκίνητο Α προπορεύεται του Β κατά 30 μέτρα, λέμε ότι «του 'ριξε 2 κολώνες».

Ενίοτε χρησιμοποιείται και η μισή κολώνα, ως υποδιαίρεση της κολώνας, ενώ για μικρότερες διαφορές είθισται να χρησιμοποιείται ο όρος «αμάξια» ή «καρότσες», όπου το μήκος του μέσου αυτοκινήτου χρησιμεύει ως ένδειξη της διαφοράς. Επιστημονικά πράγματα.

- Στήσιμο;
- aseto...
- Τι άσετο ρε φλωρόκουπα; Κωλώνεις;
- Τι να κωλώσω από το ματρακά σου ρε ληγμένο άτομο; Πέντε κολώνες θα σου ρίξω για να μην το παίζεις τζάμπα μάγκας. Άδειες;

(από acg, 26/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο διπλοπαρκάρων και εξαφανισθείς.

Κλασικό δείγμα έλληνος οδηγού εν άστυ προ δεκαετίας, ο οποίος διέθετε μεν την απαραίτητη γαϊδουριά να αφήσει το αμάξι του διπλή σειρά αλλά είχε και ψήγματα τύψεων, ισχυριζόμενος άμα τη επανεμφανίσει του, φέρων την σύζυγο αλά μπρατσέτα και τα καριοκάκια από τον Χατζηφωτίου, ότι να, μέχρι το φαρμακείο πετάχτηκε να πάρει ένα Αμοξύλ για τον πιτσιρικά.

Το είδος τείνει να εκλείψει, γιατί πλέον ο κόσμος αφήνει το κινητό του στο μπαμπρίζ ή επειδή το σημείο τήξης του κόσμου έχει κατεβεί επικίνδυνα χαμηλά, οπότε και ο παραβάτης αντί να πει κάνα μπαρντόν σε αρχίζει στα μπινελίκια και τα γαμοσταυρίδια.

Φορέθηκε πολύ στην Θεσσαλονίκεια πυρίκαυστο ζώνη.

Ρε συ Χρήστο, πάτα λίγο κόρνα μπας και 'ρθει ο φαρμακείος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified