Μπαρ όπου βρίσκουν συντροφιά μοναχικοί τύποι... με το αζημίωτο πάντα!!!

- Ανησυχώ για τον Μπάμπη... αν δεν βρει σύντομα γκόμενα θα καταλήξει να συχνάζει σε κωλόμπαρα!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο υπερβολικά σεξουαλικά διεγερμένος.

Πολύ γκόμενα σου λέω. Πύρκαυλος έγινα μόλις την είδα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το όνειρο κάθε άγαμου λιγούρη που βγαίνει σαββατόβραδο με την ελπίδα να γαμήσει. Ένας μουνόλακκος απαρτίζεται από πολλά άτομα γένους θηλυκού και από κανένα αρσενικό ον. ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΟ ΝΑ ΑΠΟΤΕΛΕΙΤΑΙ ΑΠΟ ΟΜΟΡΦΕΣ ΚΟΠΕΛΕΣ!!!

Άκου να δεις τι έπαθα χθες που βγήκα με την Μαίρη. Μου λέει: θα περάσουν και οι φίλες μου να σε γνωρίσουν. Ε, μετά από 10' σκάει μύτη ένας μουνόλακκος άλλο πράγμα!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για τη γυναίκα (ή τον άντρα gay) της οποίας ο κώλος ή το αιδοίο είναι τόσο ανοιχτό έτσι ώστε να χωράνε περισσότερα από ένα ανδρικά γεννητικά μόρια ταυτοχρόνως.

Τις περισσότερες φορές όμως χρησιμοποιείται ως υπερβολή για να δείξουμε ότι κάποια /-ος είναι τόσο ανοιχτή/-ός στα συγκεκριμένα μέρη του σώματος όσο το άνοιγμα ενός κουβά.

Επίσης, ως πουτσοκουβάς μπορεί να θεωρηθεί και το στόμα κάποιας /-ου αν δέχεται παραπάνω από ένα ανδρικό γεννητικό μόριο.

- Ζορίστικες να την πηδήξεις;
- Μπαα, η κωλάρα της ήταν ολόκληρος πουτσοκουβάς!!

(από Khan, 29/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η τεχνίτρια στην πίπα !!

ε !! βρε παιδιά δεν πιστεύω να χρειάζεται κι εδώ ανάλυση του χαρακτηρισμού !!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η έννοια απέχει από το τετριμμένο κοπρολάγνος. Είναι η απόλαυση, μέσω της όσφρησης, αέριων κενώσεων εναλλάξ από τους παρτενέρ. Συναντάται κυρίως σε ερωτική συνεύρεση μεταξύ ομοφύλων, και κυρίως γυναικών. Η αρχή έγινε το 1989 στη Βραζιλία.

Κλάσε μας τα φρύδια.
— Γιατί κύριε; Μήπως είσθε πορδολάγνος;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παγκάρι-Γλείψιμο: η ιδιάζουσα περίπτωση αυτής της γλείφτρας ακόμη προβληματίζει την κοινωνία, καθώς κανένας δεν ξέρει εάν σημαίνει γυναίκα που πήγε με παπά ή γυναίκα που χρηματίζεται για μία (μπορεί και 2 αν είναι παρέα) πίπα.

Η λέξη χρησιμοποιείται επίσης και για αυτούς που λαμβάνουν «λάδωμα» από ανωτέρους τους.

Επίσης επειδή η διαδικασία του γλειψίματος περιλαμβάνει κάτι σαν να το λαμβάνουμε (δηλαδή όπως το φάγωμα) μπορεί να σημαίνει και κλέφτης παγκαριών.

  1. Ο τάδε χθες πιάστηκε από την αστυνομία, ήταν παγκαρογλύφτης.

  2. Χθες μια παγκαρογλύφτρα μου πήρε 30 ευρώ για μια πίπα, κλέφτρα ρε φίλε έχουν κρίση και οι πουτάνες να πούμε.

(από pargas, 13/10/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που επιδίδεται συνεχώς στην γνωστή τέχνη του Αυνανισμού... Χρησιμοποιείται για να μην χρησιμοποιηθεί δημοσίως όταν δεν αρμόζει (π.χ. όταν είναι μια γκόμενα μπροστά)...

Στο γυμναστήριο είναι 2-3 και συζητούν... Μπαίνει ένας που είναι ευρέως γνωστό ότι το αγαπημένο του σπορ είναι να την βρίσκει με την Πουλχερία...
«Μαλάκα αυτόν τον βλέπεις;»
«Ποιον ρε»;
«Αυτόν που μπήκε τώρα μέσα...»
«Ναι ρε... Γιατ;ί»
«Είναι μεγάλος πετσαδόρος... Όλη μέρα χειρογλύκανο...»
«Έλα ρε... είναι θαμώνας του youporn;»
«Τι να σου λέω το έχει ματώσει το πετσάκι του πολλάκις...»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπουκλόνι, το - (πληθ): μπουκλόνια.

Πεολειχία, στοματικός έρως προσδιδόμενος προς άρρεν (από άρρεν ή θήλυ ή trans ή by ή bye-bye... δεν έχει σημασία).

Συντομογραφία του «τσιμπουκλόνι».
Συγγενής ρίζα με το «μπουκώνω»...

... και με πλακώνει σε κάτι μπουκλόνια το γκομενάκι φίλε... άσε !!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκ του πέρασα ΚΤΕΟ. Η έκφραση αυτή χρησιμοποιείται από γυναίκες και από gay. Συγκεκριμένα σημαίνει ότι γαμήθηκε μια χρονική περίοδο.

Λόλα: - Βγήκες τελικά με το παιδί που σου σύστησα;
Λίλη: - Ναι. Και με πέρασε ΠΕΟ μάλιστα!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified