Further tags

Τσαχπίνα, αλλά κοντή.

Συνώνυμο : κοντοπούτανο

-Δε φτάνει που είναι ένα μέτρο με τα χέρια στην ανάταση (και άκοφτα τα νύχια), μου κουνιόταν κιόλας το πινεζοπούτανο!

Salma Mater στα 1 και 56 (από Vrastaman, 04/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται σε γυναίκα με ιδιαίτερο γούστο στις ενδυματολογικές της επιλογές, οι οποίες οπωσδήποτε αναδεικνύουν τα φυσικά της χαρίσματα.

Πολύ ξέκωλο αυτή η Ντίνα... είδες το μίνι που φόραγε προχτές;

(από xalikoutis, 03/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ωραία αλλά κοντή γκόμενα, αλλιώς και πινεζοπούτανο.

- Κοίτα ρε βυζιά που έχει το κοντοπούτανο, αντί να το πάρει σε ύψος, το πήρε αλλού το μπόι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το αντρικό γενετικό μόριο. Συνήθως λέγεται για να δείξει υπερβολή ώς προς το μέγεθος.

- Πάω τη μαλαπέρδα μου στη γυναίκα σου να απλώσει τις κουβέρτες, ρε καραγκιόζη...

Λέξεις για τους όρχεις και τα αντρικά γεννητικά όργανα συνολικά: αρχίδια, ζουβάχια, καλαμπαλίκια, καμπανέλια, καρύδες, κοκόβια, κοχόνια, κρεμαντζόλια, λιμπά, λυμπά, μπομπόλια, οικογένεια, παπάρια, τζοχανταραίοι. Ειδικά για συνώνυμα του πέους δες πέος.

Λέξεις για τα γυναικεία γεννητικά όργανα: γατάκι, κουτί, μουνί, μουτζό, μύδι, νιμού, πιπί, πουτί, πράμα, τρύπα, ψωλότσεπη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ευμέγεθες πέος, συνώνυμο με τη λέξη κρεατόβεργα.

- Και ενώ οι υπόλοιποι κολυμπούσαν, ξαφνικά ο Μάρκος έσκασε μύτη από τη σκηνή κραδαίνοντας το κρεατομάτσουκο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μελαχρινή.

Δεν είναι γνήσια ξανθή. Είναι μαυρομούνα βαμμένη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ευπαρουσίαστη κοπέλα, η όμορφη και σέξυ.

- Πωπω, η Κατερίνα από το σχολείο είναι αυτή ρε; Που ήταν γεμάτη σπυράκια και σώμα σαν άντρας; Πώς έγινε έτσι τούμπανο ρε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αν την δεις θα καταλάβεις τι εννοώ. Η κοντή γεματούλα, χωρίς το γνώθι σεαυτόν, που μου φοράει το μίνι, καλτσόν δίχτυ και μπότα μαύρη.

Κοίτα, κοίτα τον μπόγο, την χιονόμπαλα, λύγισμα και κούνημα και αυτοπεποίθηση το κοντοπούτανο! Με τρελή πίπα θα τον κρατάει τον άλλον τον χάφτα δίπλα της.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

=Παίρνει Πίπα Όρθια.
Υποδηλώνει την υπερβολικά κοντή γυναίκα, η οποία φθάνει μέχρι το ύψος του ανδρικού μορίου.

-Πόσο κοντή είναι αυτή: -Σκέτη Π.Π.Ο.

(από Khan, 19/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παράφραση της λέξης μπάζο, που τονίζει περισσότερο την ασχήμια της γκόμενας.

Φύγε από εδώ μωρή μπαζόλα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified