Ανταλλαγή υγρών είναι το σεξ, με μια πιο επιστημονική φράση.

Διότι κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής, στο μπες-βγες δηλαδή, εκκρίνονται από τη γυναίκα κολπικά υγρά και κολλάνε πάνω στο πέος, ενώ από τον άντρα σπέρμα, το οποίο αφήνεται, είτε μέσα στο αιδοίο, είτε στους μαστούς, ή στο στόμα της γυναίκας (πάντα για χωρίς προφύλαξη, αλλά έχει το ίδιο νόημα και τώρα).

- Κοπελιά είσαι για μια ανταλλαγή υγρών;
- Ωραία, πιάσε το ουίσκι και φέρε την μπύρα. - Δεν κατάλαβες, ανταλλαγή άλλων υγρών, με πιάνεις;
- Αυτά τα υγρά βλακάκο δεν θα τα ανταλλάξουμε ποτέ, για αυτό βολέψου με αυτό που σου είπα.
- Α, κατάλαβα, δεν θα γίνει η ανταλλαγή υγρών τελικά…
- Έτσι φαίνεται, πήγαινε βρες καμιά άλλη!

Για όποιους έχουν δει το Dr Strangelove ... ο Σγος Ρίπερ αρνείται την ανταλλαγή των πολύτιμων σωματικών υγρών του με κομμουνίστριες. (από allivegp, 02/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, η οργανική χημεία αποτελεί τον κλάδο της χημείας που μελετά τις ενώσεις του άνθρακα. Εδώ φρενάρει η βιβλιογραφία και αρχίζει το slanging.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση, λέγοντας οργανική χημεία αναφερόμαστε στο ερωτικό συνταίριασμα των εραστών στο κρεββάτι, ή σε οποιοδήποτε άλλο χώρο ερωτικών αθλοπαιδιών.

Λέγεται έτσι, λόγω του ότι εκεί τον πρώτο λόγο, τον πρωταγωνιστικό ντε, τον έχουν τα πρωταγωνιστικά όργανα της κλασσικής ερωτικής σύζευξης. Τα γεννητικά όργανα των εραστών ντε!

Γιαυτό και η βασικότερη χημική αντίδραση αυτής της οργανικής χημείας είναι:

πέος + αιδοίον-----------> παιδίον

Η παρτούζα πάλι, αποτελεί κλάδο της οργανικής χημείας και μάλιστα σύνθετο, αφού εμπλέκει περίπλοκα γεφυρώματα.

Δες και ενόργανη γυμναστική.

O Γιάννης και η Φλόρα, έχουν σχέση εδώ και δέκα μέρες. Ο Βασίλης, κολλητός του Γιάννη, συζητάει μαζί του, για τη σχέση του ζεύγους.

- Γιάννη, σε βλέπω πως με την Φλόρα, έχετε γίνει πια το ζευγαράκι της Αγίας Παρασκευής. Πως τα πάτε στον κρεββατικό τομέα όμως;
- Καλή ερώτηση! Υπάρχει πρόβλημα φίλε... στην οργανική χημεία!
Δε θέλει ακόμα... λέει. Θέλει να γνωριστούμε... πρώτα. Μπορεί η κλασσική οργανική χημεία να μελετά τον άνθρακα, εδώ πέρα όμως... άνθρακες ο θησαυρός, φίλε. Για να ψηθεί η σχέση μας όμως και να δουλέψει η οργανική χημεία πρέπει πρώτα, να πάρει φωτιά ο άνθρακας. Πρέπει να κάψουμε θερμίδες.
- Έλα ρε μαλάκα. Εσύ ήσουν καλός στη χημεία. Θα τα καταφέρεις.
- Λόλ!

(από GATZMAN, 19/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σκοτώνω κάποιον και κατόπιν εξαφανίζω το πτώμα του, χωρίς να αφήσω καθόλου ίχνη. Ένα είδος Τέλειου Εγκλήματος. Διότι - κατά κανόνα - χωρίς πτώμα, δεν υπάρχει και αξιόποινη πράξη.

Χρησιμοποιείται πολύ στο χώρο του οργανωμένου εγκλήματος: «συνδικάτα» και «εταιρείες» που δραστηριοποιούνται στους τομείς των ναρκωτικών, της μαστροπείας (νταβατζιλίκι εν στενή εννοία), των εκβιασμών και της προστασίας νυχτερινών μαγαζιών (νταβατζιλίκι εν ευρεία εννοία), του λαθρεμπορίου όπλων ή τσιγάρων. Τους ξέρουμε ως «μαφιόζους», «νονούς», «μπράβους», «βαρώνους» (της κόκας, της νύχτας, ό,τι μπορεί ο καθένας).

Η σλανγκικότης του πράγματος έγκειται βασικά στο ότι το εν λόγω ρήμα, υπό κανονικές συνθήκες, δεν συντάσσεται με έμψυχο αντικείμενο, εκτός κι αν σημαίνει την απλή απόκρυψη, π.χ. εξαφάνισα τον αντάρτη στο υπόγειο για να μη τον βρουν τα σκυλιά. Το δε «εξαφανίζομαι», ως μέσο και όχι παθητικό ρήμα, δεν συνοδεύεται από ποιητικό αίτιο, δεν λέμε δλδ « ο χ εξαφανισμένος (=αγνοούμενος) εξαφανίστηκε από τον τάδε».

Ο όρος εξαφανίζω χρησιμοποιείται από τους επαγγελματίες παρανόμους ως δηλωτικός της απουσίας οποιασδήποτε συναισθηματικής φόρτισης σχετικά με την πράξη της δολοφονίας. Ο μαφιόζος - σ' ένα ιδεατό επίπεδο τουλάχιστον - δε σκοτώνει παρακινούμενος από προσωπικό πάθος, αλλά πάντα κατόπιν ψυχρού υπολογισμού, σαν να φέρνει εις πέρας μια οποιαδήποτε επιχειρηματική πράξη. It's just business. Γι' αυτό, εκφράσεις του στιλ «μακελιάζω», «κόβω φέτες» και παρόμοιες σπλατεριές, γενικά αποφεύγονται. Η εξαφάνιση, όπως επίσης το ξεμπαρκάρισμα, έχουν μια ουδέτερη χροιά. Είναι κι ένα είδος μπλακ χιούμορ, παρόμοιο με το «θα σε αυτοκτονήσω»

Ο άνθρωπος περιπίπτει σε απλό αντικείμενο, η αξία της ανθρώπινης ζωής εκμηδενίζεται. Κατά παρόμοιο τρόπο, ο Αδόλφος Άϊχμαν, ο ναζί χασάπης των Εβραίων, δήλωνε στη δίκη του πως «η θανάτωση δεν είναι παρά άλλη μια ιατρική πράξη». Στο 1984 του Όργουελ, το αντίστοιχο της «εξαφάνισης» είναι η εξάτμιση, μετά την οποία απαλείφεται κάθε ίχνος της μνήμης του προγραφθέντος, σαν αυτός να μην υπήρξε ποτέ. Τέλος, η ίδια απαξίωση για την ανθρώπινη αξία, εμπεριέχεται στη χρήση του όρου «εκτέλεση» από τις ακροαριστερές οργανώσεις ένοπλης βίας, π.χ. 17Ν.

Η επιτυχία της εξαφάνισης και η καταστροφή κάθε αποδεικτικού / επιβαρυντικού στοιχείου, δεν οφείλεται τόσο στις ατομικές ικανότητες και ευφυία του κάθε μαφιόζου, όσο στην αφθονία των υλικών μέσων που βρίσκονται στη διάθεση των οργανωμένων ομάδων και τα οποία μπορούν να κινητοποιήσουν. Έχουν π.χ. τη δυνατότητα να μεταφέρουν το πτώμα σε κάποια γειτονική ξένη χώρα και να το θάψουν σε κάποιο απάτητο δάσος. Ή μπορούν να ξανοιχτούν με πλεούμενο και να φουντάρουν το πτώμα μεσοπέλαγα, μαζί με δυο λιθάρια δεμένα στο λαιμό του. Ή να το μεταφέρουν σε καμιά απόμερη αποθήκη και να το ρευστοποιήσουν σε μπανιέρα με άκουα φόρτε. Και άλλα που δε φανταζόμαστε.

  1. - Πολύ μου τα 'χει ζαλίσει τώρα τελευταία ο άραβας. Έχει να πληρώσει τέσσερις μήνες. Σκέφτομαι να τον εξαφανίσουμε.
    - Μαζί σου. Πολύ σήκωσε κεφάλι ο μαλάκας.

  2. - Αυτός ο κωλόμπατσος μπλέκεται συνέχεια μες τα πόδια μας. Θα τον εξαφανίσω τον βρωμόπουστα, τον παλιοκαριόλη! - Συμφωνώ, αλλά θέλει ψυχραιμία το θέμα, όχι φωνές.

(εμπνευσμένα από τις απομαγνητοφωνήσεις Βλαστός κ' Σία)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ντουφέκι κι ο μπαργαλάτσος, μοιάζουν λόγω:

  • Σχήματος,
  • Βλητικής δυνατότητας,
  • Σημειολογίας περί κυνηγητικής φύσης του χρήστη τους.

Οπότε μιλώντας για ντουφεκιά, μιλάμε για τη διαφυγή ριπών σπέρματος από την κάννη, πεοβόλου όπλου, στο πεδίο της ερωτικής μάχης.

Αντίθετα με την κλασική έννοια της ντουφεκιάς, ντουφεκιάς που μπορεί να επιφέρει το θάνατο, η συγκεκριμένη ντουφεκιά μπορεί να επιφέρει τη δημιουργία, συμβάλλοντας έτσι στη δημιουργία μιας νέας ζωής.

- Με μια ντουφεκιά, την άφησε έγκυο.
- Τόσο ευθύβολος ήταν, ε;

- Σε ποιο αιδοίο βολής θα ρίξεις ντουφεκιές απόψε;
- Στη Σούζυ, που όταν βλέπει ούζι, σκούζει.

Το...ντουφέκι (από GATZMAN, 27/04/09)Στο 00:09 "και εσύ ντουφέκι φλογερόν πουλί μου" (από GATZMAN, 08/03/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Παλιός ευφημισμός για το χέζω (απο τα χρόνια που οι τουαλέτες βρίσκονταν ακόμη εκτός σπιτιού) που επιβιώνει ακόμα χάριν πολιτικής ορθότητας αλλά και συντομίας (έναντι του πάω τουαλέτα/στο μέρος).

  2. Στη φράση την βγαίνω (+ σε/από): κάνω απρόσμενο (και αθέμιτο) ελιγμό συμπεριφοράς. (Παράβαλε και την μπαίνω)

  1. - Τι έχεις ρε γιαγιά, σαν το λεμόνι είσαι όλη μέρα.
    - Τι νά 'χω γιε μου, μ' αυτά τα χάπια που μου δίνει ο γιατρός, τρεις φορές βγήκα σήμερα...
    - Καλά, ας μη χλαπάκιαζες τρείς καυτερές το μεσημέρι και θα σού 'λεγα...

  2. - Τί άκουσα ρε άτομο; Πλάκωσες λέει στις φάπες χθές τον Ρούλη;
    - Ε είναι να μήν τον πλακώσεις, τον τάκη; Να μού'ρχεται γραμμή απ'το σκυλάδικο και με το που βλέπει τα φρικιά στην παρέα να μας τη βγαίνει στο ροκάδικο;
    - Δηλαδή τί είπε ρε;
    - Οτι καταβάθος λέει γουστάρει Δάντη και Ρουβά, επειδή εχουν ωραία σόλα...

Στο σινεμά του Bunuel αντιστρόφως μπαίνουν για να χέσουν και βγαίνουν για να φάνε. (από Khan, 14/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified