Βλ. τυρόλδος (2)
- Θα πάμε διακοπές με τον Ντίνο.
- Θα μείνετε σε διαφορετικά δωμάτια, φαντάζομαι. Ποιος τον αντέχει, τον τυρέμπορα;
Βλ. τυρόλδος (2)
- Θα πάμε διακοπές με τον Ντίνο.
- Θα μείνετε σε διαφορετικά δωμάτια, φαντάζομαι. Ποιος τον αντέχει, τον τυρέμπορα;
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο καράβλαχος, ο μπουρτζόβλαχος. Άτομο της υπαίθρου, με αστικές αξιώσεις (όχι με τη νομική έννοια).
Ο όρος προέρχεται από το τουρκ. Karacova < Karaca + ova (τοπωνύμιο).
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο θαμώνας οίκων ανοχής στις Κάτω Χώρες. Ο όρος οφείλεται στη γνωστή βιτρίνα των ολλανδικών μπουρδέλων.
- Πάμε καμιά μπουρδελότσαρκα, τώρα που θα είμαστε Άμστερνταμ;
- Φύγε από 'δώ ρε βιτρινιάρη που θα πάμε στα μπουρδέλα, με τόσες μουνάρες Ολλανδέζες ολοτρίγυρα...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Άτομο που δεν διαφέρει και πολύ από τον Homo australopithecus, τόσο στην εμφάνιση, όσο και στη συμπεριφορά.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Τσιχριτζής ή τσιχριντζής: άλλος τύπος του τσικιρικιτζή.
- Κερνάς εσύ, έτσι;
- Πάλι εγώ ρε μάστορα; Όλο εγώ κερνάω.
- Έλα ρε, μη γίνεσαι τσιχριτζής τώρα!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Εναλλακτική χρήση του λήμματος μαλάκας.
Εάν θεωρηθεί ως δεδομένο ότι υπάρχει μια ιεραρχία μαλακίας, αντίστοιχη με αυτή του στρατού, τότε ο ανθυπομαλάκας βρίσκεται χαμηλά στην ιεραρχία αυτή. Ο βαθμός του θα πρέπει να είναι αντίστοιχος με αυτή του ανθυπολοχαγού ή του ανθυποπλοίαρχου.
Επομένως, ο ανθυπομαλάκας είναι αυτός που έχει μπροστά του όλο το μέλλον και τις δυνατότητες να προβιβαστεί σε υπομαλάκα, μαλάκα, επιμαλάκα, ή και αρχιμαλάκα. Ακόμη όμως βρίσκεται αρκετά χαμηλά στην ιεραρχία και θα πρέπει να καταβάλει φιλότιμες προσπάθειες για την αναρρίχηση του συνεχίζοντας ακάθεκτος να μαλακίζεται.
Ως χαρακτηρισμός, δεν είναι σίγουρο αν είναι επιτιμητικός ή υποτιμητικός σε σχέση με τους άλλους τύπους μαλάκα («υπομαλάκας», «αρχιμαλάκας»). Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να γνωρίζουμε εκ των προτέρων εάν για τον χαρακτηρισμό λαμβάνεται υπόψη η ιεραρχία μαλακίας, όπως αυτή περιγράφεται πιο πάνω.
Εάν ναι, τότε η μαλακία αντιμετωπίζεται σαν τα γαλόνια στη στρατιωτική ιεραρχία και έτσι ο αρχιμαλάκας είναι ο πιο μαλάκας απ' όλους τους κατωτέρους του. Επομένως ο ανθυπομαλάκας είναι ο λιγότερο μαλάκας.
Εάν όμως δε ληφθεί υπ' όψη η ιεραρχία μαλακίας, τότε ο όρος «ανθυπομαλάκας» φαίνεται να δηλώνει κάποιον πιο μαλάκα από τον απλό μαλάκα, γιατί με τη χρήση του όρου υπονοείται κάτι σαν μαλάκας limited edition.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Η μεγάλη σκύλα, από το καρα- και μπιτς (όχι παραλία αλλά η σκύλα, από τα αγγλικά).
Αργκό από την Βόρεια Ελλάδα.
— Άσε αυτή η παλιοφακλάνα που μου έκλεψε τον πίνακα.
— Τι λες τώρα, καραμπιτσαριό τελείως;
— Τελείως σου λέω....
Got a better definition? Add it!
Ο βλάχος ο Έλλην που ζει και εργάζεται στην Γερμανία. Έχει πάρει την γερμανική κουλτούρα, και όταν επιστρέφει στην Ελλάδα το παίζει υπερόπτης με το μερσεντόνι του (γερμανικά νούμερα) και το σπίτι στη Γερμανία με δωρικούς ρυθμούς και συνήθως είναι ιδιοκτήτης γκρηκ εστιατορίων με κολώνες και ονομασίες όπως «Άρτεμις», «Αφροδίτη» κτλ κτλ.
Πόλυ λάζο (το ίδιο με βλαχοντόιτς) είναι αυτός!
Δες και λαζογερμανός, λαζοντόιτς.
Got a better definition? Add it!
Η γυναίκα που ρουφιανεύει... Η πιπατζού, αυτή που παίρνει πίπες αβέρτα κουβέρτα...
Χρησιμοποιείται συχνότατα για να αποκαλέσουμε κάποια πιπατζού χωρίς να γίνει αντιληπτό από την ίδια... Την βρίζεις και νομίζει ότι την αποκάλεσες με ένα επίθετο λάιτ ή κάτι συνηθισμένο... Και ακόμα και αν κάποιος βρεθεί να της εξηγήσει την αλήθεια, δεν γίνεται πιστευτός! (από προσωπική εμπειρία).
Έτσι λοιπόν, χρησιμοποιείστε το ευρύτατα χωρίς να σας παίρνουν χαμπάρι, λέγοντας, σε περίπτωση που ζητήσουν εξηγήσεις, πως εννοείτε ότι πίνει πολύ (ποτό, νερό κλπ), ή ότι σας ρουφιάνεψε στην φιλενάδα της ή σε φίλο σας (για κάποιο ψευτοπράγμα για να μην δείχνει σοβαρό...), αλλά στην ουσία της λέτε κατάμουτρα πως παίρνει πίπες αβερταστάν και έτσι βγαίνει κανείς λάδι και το ξαναλέει όποτε και όσες φορές γουστάρει!!!
- Μωρή ρουφιάνα Μαίρη, πώς είσαι;
- Εεε, όχι και ρουφιάνα !
- Πίνεις τόσο νερό που μόνο μια ρουφιάνα μπορεί...
- Ααα, καλά τότε...
Όπως ερχόμουν βγαίνει η ρουφιάνα και με ρωτάει για τη γυναίκα μου, ενώ βλέπει ότι είμαι με έτερο μανούλι!
- Ποια από εσάς είναι ρουφιάνα;
- Ποια, ποια;;;;;
- Η Ελένη !
- Μα πώς με αποκαλείς έτσι;;;!!!
- Εσύ δεν είπες τον Τάκη ότι πήγα με τον Μανώλη για ουζάκι;!!
- Ε, ναι...
- Είσαι ρουφιάνα !!
Got a better definition? Add it!
Βγαίνει από την πρέζα και το κόβω.
Το άτομο το οποίο βρίσκεται στην ίδια κατάσταση υστερίας και παράκρουσης για τους ίδιους ή άλλους λόγους με κάποιον που κόβει την πρέζα.
Ρε μαλάκα τον είδες; Σαν πρεζονοκόφτης ήτανε!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified