Further tags

Βλ. κακομοίρογλου. Ο όρος προέρχεται από φαγητό της μικρασιατικής κουζίνας. Οι συνδηλώσεις με παλιές, ένδοξες λέξεις όπως «κιοτής» είναι αναπόφευκτες, ενώ για την κατάληξη «-ογλου» βλ. κακομοίρογλου.

- Πάλι θα πας για σουβλάκια με τον Ιορδάνη;
- Ναι, έλα μαζί άμα θες.
- Ούτε με σφαίρες, ρε. Δεν τον αντέχω τον κιόπογλου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βλέπε: τιριτόμπας, χαλιαμπάλιας.

- Γιατί δεν με θες, ρε Γωγώ;
- Γιατί είσαι φλιάφλιας, ρε, και 'γώ με φλιάφλιες δεν την βρίσκω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Αλβανός, υβριστικά. Θηλυκό: Σκίπισσα. Επίθετο: σκίπικος /-η /-ο. Ο όρος προέρχεται από το αλβανικό Shqip = Αλβανός, Shqiperia = Αλβανία.

- Τι μαγαζί είν' αυτό που μ' έφερες ρε; Όλο Σκίπηδες κάθονται εδώ.
- Ναι, αλλά έχει και κάτι Σκίπισσες... Τύφλα νά 'χουν οι Ελληνίδες!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εννοηθεί ότι ο ομιλών έχει τα αρχίδια του έτοιμα στον δίσκο και τα προσφέρει στον συνομιλητή του σαν σοκολατάκια φερέρο ροσέ σε δεξίωση.

Η φράση υποδηλώνει ότι ο εκφέρων, είναι σε θέση ισχύος έναντι του συνομιλητή του σε κάποια ενδεχόμενη αντιπαράθεση, ή ότι αντί του ζητούμενου ο συνομιλητής του θα πάρει αρχίδια.

Χρήσεις / παραλλαγές:

  1. «πάρε τα αρχίδια μου»

Σκέτα δίχως παρελκόμενα.

  1. «πήρα τα αρχίδια μου/πήραμε τα αρχίδια μας»

Εδώ ο ομιλών χρησιμοποιεί τη φράση για να περιγραφεί το ελλιπές αντίτιμο της προσπάθειας, ή η ατυχής έκβαση κάποιας υπόθεσης του ιδίου.

Συναφές / συνώνυμο: πήρα τον πούλο

  1. «πάρε τα αρχίδια μου και τρέχα»

Δεν διευκρινίζεται η κατεύθυνση προς την οποία θα τρέξει το υποκείμενο, ούτε και η απόσταση. Η αθλητική υπόσταση της φράσης δίνει περισσότερη έμφαση.

  1. «πάρε τα αρχίδια μου και πήδα»

Κι εδώ δεν διευκρινίζεται το είδος του άλματος. Μπορεί να είναι επί κοντώ, τριπλούν, εις ύψος, ή και εις μήκος. Άλλη μια χρήση με αθλητική χροιά, εκτός εάν θεωρηθεί ότι τα αρχίδια μπορεί να χρησιμοποιηθούν ως σχοινάκι. Χρησιμοποιείται και αυτή για να αποδοθεί μεγαλύτερη έμφαση.

  1. «πάρε τα αρχίδια μου και τσούλα»

Και αυτή η μορφή χρησιμοποιείται για να προσδοθεί μεγαλύτερη έμφαση. Πολύ πιθανόν τα αρχίδια να χρησιμοποιούνται ως τροχήλατο μεταφορικό όχημα, ή απλά ως κυλιόμενα σφαιρίδια.

  1. «πάρε τα αρχίδια μου και κάνε τα κορνίζα»

Απόδοση με χιουμοριστική τάση, η οποία μπορεί να αντιμετωπιστεί και ως διακοσμητική άποψη.

  1. «πάρε τα αρχίδια μου και προχώρα»

Σε αυτή τη μορφή, τα αρχίδια ενδεχομένως να παίζουν ρόλο παπουτσιών, μαγκούρας, διαφόρων αξεσουάρ βαδίσματος, ή/και ποδιών.

  1. «πάρε τα αρχίδια μου και τόκισέ τα»

Αυτή η χρήση ως επενδυτική συμβουλή, προτρέπει κοροϊδευτικά τον συνομιλητή να επενδύσει στα αρχίδια του ομιλούντος, αφού έτσι κι αλλιώς τοκίζοντας αρχίδια, αρχίδια τόκο θα λάβει.

  1. - Ρε φίλε, θα μου δανείσεις 1000€;
    - Πάρε τα αρχίδια μου ρε λαμόγιο. Μας έχεις δαγκώσει όλους στην παρέα.

  2. - Γιώργο, ζήτησες την αύξηση που λέγαμε από το διευθυντή;
    - Ναι. Και πήρα τα αρχίδια μου.

  3. Παίξαμε φουλ επίθεση την Κυριακή και πήραμε τα αρχίδια μας.

  4. - Ρε, αυτό το κομμάτι που έφραξες είναι δικό μου οικόπεδο.
    - Αφού δεν έχεις συμβόλαιο ρε. Πάρε τα αρχίδια μου και τρέχα τώρα.

  5. - Μεγάλε, εγώ μαλάκας είμαι που περιμένω μισή ώρα με τα αλάρμ; Τι έρχεσαι και χώνεσαι στο πάρκινγκ έτσι;
    - Πάρε τα αρχίδια μου και πήδα ρε. Ας προλάβαινες.

  6. - Θα σου κάνω μήνυση.
    - Δεν έχεις μάρτυρες. Πάρε τ' αρχίδια μου και τσούλα.

  7. - Ρε Μάκη θα μου βρεις εισιτήρια για το ματς;
    - Τώρα που το θυμήθηκες Μητσάρα, πάρε τα αρχίδια μου και κάν' τα κορνίζα.

  8. - Αφεντικό, κανένα μετρητό θα πέσει γαμώ την οικοδομή;
    - Πάρτε τ' αρχίδια μου και τοκίστε τα ρε. Αφού ο ιδιοκτήτης δεν έφερε το χρήμα ακόμη.

1.25. Δεν μπα να θέλεις ό,τι θες... (από Khan, 27/03/10)Κύριε πρέσβη μας κακομαθαίνετε. (από Galadriel, 29/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άνδρας με λεπτούς τρόπους, ενίοτε κομψευόμενος. Δεν τον ενδιαφέρει και τόσο το σεξ, όσο το να διαδίδει ιστορίες για το πόσο αρέσει, κ.τ.ό.

Συνώνυμα: χαλιαμπάλιας, φλιάφλιας.

- Ήρθε πάλι εκείνος ο τιριτόμπας ο Τόλης και μας τα 'πρηξε... Τον γουστάρει, λέει, η Τζίνα... - Ε, τον αρχίφλωρο!

(από Vrastaman, 27/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κουνίστρα, η αδερφή. Χρησιμοποιείται και για (πραγματικές) γυναίκες με την έννοια «τσακλοκούδουνο», «παρτσακλό».

Ουστ μωρή τσιγκολελέτα, που θα μου πεις ότι έχεις πονοκέφαλο απόψε...

Βλέπε π.χ.: http://www.bmwbikers.org/forum/showthread.php?p=26747

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύντμησή του, το «ΜΙΨΩΜΕΞ».

Πιο ευγενικά: Μικρό πουλί, μεγάλη εξάτμιση.

Χρησιμοποιείται αποκλειστικά για το χαρακτηρισμό ατόμων (λοβοτομημένων συνήθως) που έχουν ως όνειρο ζωής τους την τοποθέτηση στο αυτοκίνητό τους (πολλές φορές αμφιβόλου κυβισμού ή / και ιπποδύναμης), εξάτμιση η οποία ίσως και να κοστίζει όσο το ίδιο το όχημα.

Με τη χρήση της φράσης υπονοείται πως ο χαρακτηριζόμενος αντιμετωπίζει το αυτοκίνητό του ως υποκατάστατο του ελλιπούς ανδρισμού του.

Συνήθως οι εν λόγω εξατμίσεις ξεχωρίζουν διότι, εκτός του μεγέθους τους, παρέχουν και χαρακτηριστικό θόρυβο (πάντα άνω του επιτρεπόμενου), ο οποίος θυμίζει αυτόν που κάνουν οι πυροσωλήνες εκτόξευσης ρουκετών εδάφους - αέρος. Συνήθως χρησιμοποιείται από τρίτους οι οποίοι ενοχλούνται από τη δεδομένη ηχορύπανση που παράγεται εκ της εξατμίσεως.

Πολλές φορές ο χαρακτηρισμός δεν περιορίζεται μόνο στην εξάτμιση, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί και με πιο γενικευμένη έννοια, όσον αφορά τα διάφορα αξεσουάρ που φοράει κάποιος στο αυτοκίνητό του.

  1. «ΒΡΟΥΟΥΟΥΟΥΟΥΟΟΟΟΟΟΟΟΥΟΥΟΜΜΜ!»
    - Ρε το μαλάκα. Το γκαζώνει κιόλας. Ξύπνησε τη μισή Πανόρμου.
    - Τι ψάχνεις ρε κολλητέ. ΜΙΨΩΜΕΞ άτομο.

  2. - Φιλενάδα, θα βγεις με το Χάρη τελικά;
    - Είσαι καλά ρε μαλάκα; Αυτός είναι μικρή ψωλή, μεγάλη εξάτμιση!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση συνώνυμη με το στ' αρχίδια μου.

Αλλά η φράση αυτή χρησιμοποιείται για επίσημες περιστάσεις, σε καταστάσεις που θέλει ή έχει κάποιος ανάγκη να βρίσει αλλά δεν μπορεί, ή ακόμα και για συντομία λόγου και έκφρασης.

Στα φρύδια μου σας γράφω και εσένα και όλο τον κόσμο.

Στο 2.00 η αυτολογοκρισία. (από Khan, 10/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολύ μπουχέσας.

Είσαι σαν κουραδομηχανή.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εγώ τον πιάνω / έπιασα, εσύ τον πιάνεις / έπιασες, αυτός τον πιάνει / έπιασε μαλάκα.

Εμείς τους πιάνουμε / πιάσαμε εσείς τους πιάνετε / πιάσατε, αυτοί τους πιάνουνε / πιάσανε μαλάκες.

Επ' ουδενί δεν πρέπει να αποδοθεί στη φράση η έννοια του αγγίζειν. Διότι εκτός του ότι τον μαλάκα δεν τον πιάνει τίποτα, η φράση χρησιμοποιείται ως εναλλακτική απόδοση του «πιάνω κορόιδο», αλλά με πολύ μεγάλη έμφαση στο κορόιδο. Δηλαδή τόσο κορόιδο, ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΜΑΛΑΚΑΣ.

Άπειρα τα παραδείγματα ....
1. Μας πιάσανε μαλάκες και τους ψηφίσαμε.
2. Καλά ρε, έδωσες 4000€ γι' αυτό το κλαστήρι; Μαλάκα σε πιάσανε φίλε. 3. Μωρή, αφού πιάστηκα μαλάκας και σε παντρεύτηκα, καλά μου κάνεις. 4. Κάποιον θα βρω να πιάσω μαλάκα να του πασάρω το οικόπεδο πριν φουσκώσει το ρέμα και γίνει ποτάμι. 5. Ρε αφού είναι άσχετοι. Πιάστε τους μαλάκες και πουλήστε τους τις φούσκες. 6. Πιάστηκα μαλάκας φιλενάδα και το πλήρωσα για Chanel κ.ο.κ.

(από dimitriosl, 22/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified