Ο βλάχος που προσπαθεί να κρύψει την καταγωγή του και το παίζει κάπως... Είναι και συνώνυμο του λήμματος τραχανοπλαγιάς.
Κατέβηκαν όλοι οι τσοπανοτραβόλτες για μπάνιο την Κυριακή και γινόταν χαμός στην παραλία...
Ο βλάχος που προσπαθεί να κρύψει την καταγωγή του και το παίζει κάπως... Είναι και συνώνυμο του λήμματος τραχανοπλαγιάς.
Κατέβηκαν όλοι οι τσοπανοτραβόλτες για μπάνιο την Κυριακή και γινόταν χαμός στην παραλία...
Θα 'θελαν αστοί: αρχοντόβλαχος, βλαχοκυριλέ, βλαχοτρέντι, κλαρινογαμπρός, μπαστουνόβλαχος, τραχανοπλαγιάς, τραχανοπλαγιέρο, τσοπανοκαμπόης, τσοπανοτραβόλτας.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Κουλουμπούρδας ή κουλομπούρδας.
Σύνθετη λέξη από το κουλός και το μπούρδας. Χρησιμοποιείται απαξιωτικά για κάποιον που τυχαίνει να είναι ανίκανος να χειριστεί κάτι ή κάνει ανοησίες / μπούρδες ή βεβαίως και τα δύο, οπότε και είναι πιο εύστοχος ο χαρακτηρισμός.
Υπάρχει ωστόσο και ο κωλομπούρδας, όπου δίνουμε έμφαση στις ανοησίες που κάνει ο χαρακτηριζόμενος, υποβαθμίζοντάς τον κι άλλο χρησιμοποιώντας το κωλό-
(ακόμη είναι και μια λέξη με 3 ου...)
- Τάκηηηηη!! Ε... Τάκηηη!!! Πιάσε το σταυρό και την καστάνιααα..!
- Α... α.... αυτό λες Μαστρομήτσο;
- Όχι, το ίσιο το σταυροκατσάβιδο λέωωω ρε τραχανά!!...τσ...τσ...τσ..
- Ε... έρχομαι.... γκντάαπ... γκούπ... τσινγκ...τσινγκ...τσίνγκ....
- ΚΟΙΤΑ ΤΟΝ ΑΧΡΗΣΤΟ!! τα έριξες ρε κουλουμπούρδα!!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Κυπριακή κατάρα / μπινελίκι με αρχαιότατες Αριστοφανικές ρίζες. Εκ του ῥαφανιδόω, χώνω ῥαφανῖδα (ραπανάκι) εκεί που δεν πιάνει ήλιος. Έτσι τιμωρούσαν τους μοιχούς οι Αθηναίοι: όταν οι βάρβαροι ευρωπαίοι τρώγανε ραπανάκια, εμείς οι Έλληνες τρώγαμε ραπανάκια.
Ειρήσθω εν παρόδω ότι σε αντίθεση με το αγγούρι που ενίοτε δροσίζει τον αποδέκτη του, ο ράπανος εμπεριέχει ερεθιστικά δια τον πρωκτόν οξέα που αποκλείουν κάθε ενδεχόμενο παράπλευρης απόλαυσης, τουλάστιχον στην χαρτογραφημένη πλειοψηφία.
Αντιδάνειο: johnblack & khank.
- «τί δ'ἤν ῥαφανιδωθῆι τέφρα τε τιλθῆι» (Ἀριστοφάνους Νεφέλαι, στ. 1083)
sarant: - Φαίνεται ότι και οι αρχαίοι ημών πρόγονοι τα είχαν μακρουλά τα ρεπάνια τους, πάντως, διότι αν θυμάστε από τον Αριστοφάνη, συνήθης τιμωρία των μοιχών ήταν να τους χώνουν μια ραφανίδα εκεί που ξέρουμε όλοι
Τιπούκειτος: - Σχετικά με το αριστοφανικό aside (...) για την τιμωρία των μοιχών στην αρχαιότητα, θα ήθελα να καταθέσω τη σημερινή κυπριακή βρισιά/κατάρα «Στον κώλο σου ρεπάνι», η οποία αποδεικνύει μεταξύ άλλων την αρραγή τρισχιλιετή συνέχεια της φυλής και της γλώσσας μας και των ρεπανιών μας (για τους κώλους μας δεν τίθεται καν ζήτημα) (...) Η αποτελεσματικότης της κατάρας «στον κώλο σου ρεπάνι» δεν απορρέει, νομίζω, από το ευμέγεθες των εν Κύπρω ραφανίδων, αίτινες είναι ήκιστα μακρότεραι των εν Ελλάδι, αλλά μάλλον από τα οξέα τα οποία περιέχονται εις την σάρκα των ορεκτικωτάτων τούτων ζαρζαβατικών.
(δαμαί)
βιλλιές σσιηστές τα μέτρα τους,
στον κώλον τους ρεπάνι
εκάμαν τα σιεσσιέ γιαχνί
τζιαι ο λαός ξιάννει
(τζειαμαί)
- Ε έ; Τζιαί τωρά εκακοφανίστηκεν; Στον κώλον του ρεπάνι. Μα αν ήταν να ειδοποιείται τζι' ο κάθε μούτσιος για τες στρατιωτικές μας ασκήσεις, ήταν νά 'μαστεν για τα παναύρκα. (τζειαχαμαί)
Got a better definition? Add it!
Το παιδί που η σύλληψή του έγινε μετά την τρίτη εκσπερμάτωση, με αποτέλεσμα να βγει αδύνατο, ασθενικό, ανίκανο για οποιαδήποτε χειρωνακτική εργασία...
Ρε δεν ντρέπεσαι! Έβαλες το απογαμίδι να τραβήξει τη μάνικα και εσύ έμεινες στον αυλό;
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Εκπρόσωποι του πόμολου που ασκούν το ύψιστο δικαίωμα του Δημοκρατικού μας πολιτεύματος, αλλά όχι με την καλή έννοια.
Η πατρότητα του λολοπαίγνιου ανήκει στον Τζιπάκο.
- Ο ήδη διχασμένος πολιτισμικά ψηφοφθόρος μπέρδεψε την βουλή με την ψωλή.
(εδώ)
- «Αν ο Τσίπρας πάει στο 24% θα αρχίσουν οι εκτελέσεις...» ένα ακόμα πάγκαΛΟΛ.
- Μ'αυτο που ειπε φυγαν οι τελευταιοι ψηφοφθοροι του σαμαρα διοτι ΟΛΟΙ και εννουμε ΟΛΟΙ θελουν να εκτελεστεί ο Παγκαλολ.
(ανταλλαγή τσίου, εκεί)
- Οι Ψηφοφθόροι της ΠΑΣΟΚΑΡΑΣ και αυτοί τώρα ξυπνήσανε;; Τόσα χρόνια δεν είχανε πάρει πρέφα τι γινότανε να πούμε και δίνανε τα 40%;;; Ο Κουτσόγιωργας, ο Αντρέας, τα Πάμπερς, η Μιμή, οι Βίλες, ο Τσουκάτος, ο Μαντέλης, οι Λαλιώτηδες... (παραπέρα)
- Για ένα τρύπιο δολάριο οι ψηφοφθόροι ξεπούλησαν τα παιδιά τους.
Ή όπως είπε ο ανώνυμος που μιλάει με τα ντουβάρια: Κατ’ ευθείαν αγγλικά και μετανάστευση στο Ιράκ, που οι μισθοφόροι κονομάνε καλά.
(παραδίπλα)
Got a better definition? Add it!
Το κυνοβούλιο, για όσους δεν γκατάλαβαν το υπονοούμενο περί κοπριτώνε βολευτώνε.
- Kατά βάθος, και στο νέο σκυλοβούλιο, οι περισσότεροι βουλευτές θα είναι πασοκτζήδες (εδώ)
- Κι άλλο μπουμπούκι της οικολογίας και της αριστεράς διανόησης του γλυκού νερού (...) εισέρχεται για λίγες μέρες στο ελληνικό σκυλοβούλιο.
(Τζιπάκος, εκεί)
- ΑΝΤΕ ΡΕ ΜΠΑΣΤΑΡΔΑΚΙΑ ΤΩΡΑ ΠΟΥ ΔΕ ΘΑ ΞΑΝΑΜΠΕΙΤΕ ΣΤΟ ΣΚΥΛΟΒΟΥΛΙΟ ΜΕ ΚΑΜΙΑ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΟΥΤΕ ΜΕ ΣΦΑΙΡΕΣ ΜΕ ΤΙΣ ΜΑΛΑΚΙΕΣ ΠΟΥ ΚΑΝΑΤΕ ΜΕ ΤΑ ΕΓΕΡΘΕΙΤΩ ΤΟΥ ΟΥΡΑΚΟΤΑΓΚΟΥ ΚΑΙ ΤΙΣ ΛΕΣΒΙΑΚΕΣ ΣΦΑΛΙΑΡΙΤΣΕΣ ΤΗΣ ΚΑΣΙΔΙΑΡΑΣ.
(παραπέρα)
Got a better definition? Add it!
Η πουτάνα που εργάζεται μαύρα, η μη δηλωμένη στην εφορία.
Κατ' επέκταση, η όποια γυναίκα συμπεριφέρεται σαν πουτάνα (κυριολεκτικά, μεταφορικά, στ' αλήθεια, στη φαντασία αυτού που την κατηγορεί κλπ), δηλ. μειωτικός χαρακτηρισμός για μια γυναίκα που θέλουμε να την πούμε πουτάνα, αλλά είναι πιο πουτάνα κι από πουτάνα, ή απλώς δεν θέλουμε να χρησιμοποιήσουμε τη λέξη αυτή και λέμε μια πιο κόσμια.
- Τι κάνει ο Αντρέας αυτόν τον καιρό, πηδάει καμιά στάλα;
- Ε, έχει βρει κάτι αδήλωτες και τις κανονίζει...
- Να τη χαίρεσαι Σάσα μου τη νυφούλα σου, φαίνεται άξιο κορίτσι!
- Ποια, η αδήλωτη που μου κουβάλησε στο σπίτι;;;
(μετά από κάποιους μήνες, ο γιόκας της κας Σάσας, στη γυναίκα του):
- Ίσα μωρή αδήλωτη που θα μου πεις ότι δεν με κεράτωσες με όλο το Μπουρνάζι, άι χάσου μη σε κασιδιάσω!
Got a better definition? Add it!
Ο πρηξαρχίδης, ο πρήχτης των μπομπολιών.
- Μου έπρηξε τα μπομπόλια πάλι αυτός ο τύπος.
- Είναι γνωστός πρηξομπόμπολας.
Got a better definition? Add it!
Έσχ(κ)ατο μπινελίκι, πολιτικό κυρίως, με το οποίο υβρίζεται νεκρός ή και εν ζωή συγγενής του. Κλασσικότερη περίπτωση το «σκατά στον τάφο του Μπακογιάννη», όπου εννοείται ο Παύλος Μπακογιάννης, σύζυγος της Ντόρας Μπακογιάννη.
Σύμφωνα με τον γούγλη, ορισμένοι από τους δημοφιλέστερους αποδέκτες σκατών στους τάφους τους είναι οι: Κεμάλ Ατατούρκ, Ιωσήφ Στάλιν, Ραούφ Ντενκτάς, Ιωάννης Μεταξάς, Ανδρέας Παπανδρέου, Σωκράτης Γκόλιας, Κωνσταντίνος Ηλιάκης, Αλέξανδρος Γρηγορόπουλος κ.ά.
Το συμπέρασμα, νομίζω, είναι ότι βρέχει σκατά στους τάφους δικαίων και αδίκων από την καφρίλα των Νεοελλήνων, ήτοι όχι μόνο σε τάφους τυράννων, εξουσιαστών, εθνικών εχθρών, αλλά και στους τάφους ανθρώπων των οποίων ο θάνατος υπήρξε εξόχως συμβολικός. Δημοφιλείς ρίμες, πάντως, είναι τα «σκατά, σκατά στον τάφο του Ντενκτά» (σίκ) και «σκατά, σκατά στον τάφο του Ζητά».
Πάσα (Δ.Π.): Βράσταμαν.
«Σκατά στον τάφο του Μπακογιάννη». Μάλιστα. Του εκφωνητή της Ντόιτσε Βέλε την περίοδο της δικτατορίας. Του ανθρώπου που δολοφονήθηκε πισώπλατα. Συγχαρητήρια, συγχαρητήρια... (Εδώ).
Ερχόμαστε! Σκατά στον τάφο του Ευρώ! (Εδώ).
ΚΚΕδες: [...] Αγαπημένη βρισιά τους, ο φασίστας και όλα τα παράγωγά του (φασισταριό, φασιστάκι κλπ). Την απευθύνουν με μένος και η αιτία είναι πάντα η ίδια.
Ξεκίνησες μία φράση με το αντιθετικό «μα» εξ αιτίας των πολλών «όχι» που άκουσες; Είναι αρκετό. Ο ΚΚΕς έχει πάντα δίκιο.
Αν βέβαια τους πεις κάτι ακραίο, όπως «Σκατά στον τάφο του Στάλιν», υπέγραψες την καταδίκη της αξιοπρέπειάς σου.
Ο οχετός που θα κατεβάσουν θα σ’ ακολουθεί για μία ζωή. (Εδώ).
Οταν θα πεθάνω θα πάω στον παράδεισο,γιατί την κόλαση την έζησα εδώ. Σκατά στον τάφο του Τζων Γουέιν... ( Ο Καθιστός ταύρος) (Εδώ).
Got a better definition? Add it!
Ceci n'est pas και τόσο slang, αλλά το σχεδόν εξαφανισμένο επάγγελμα του σαράφη σημειώνει διθυραμβικό κάμπακ με αυξανόμενο σλανγκικό ενδιαφέρον.
Παλαιάς κοπής σαράφηδες είναι οι φτωχομπινεδιάρηδες αργυραμοιβοί που εξακολουθούν να στήνουν τους πάγκους τους στην Αθηνάς. Αγοράζουν την βέρα της συγχωρεμένης, το μενταγιόν της κυρα-περμαθούλας και τα μανικετόκουμπα του μπάρμπα-Μπρίλιου.
Υπάρχουν τουλάστιχον δυο μεγάλες κατηγορίες σαράφηδων νέας κοπής:
Οι εταιρείες «αγοράζω χρυσό». Άδραξαν την ευκαιρία που γεννά η οικονομική κωλοσφιξούρα και ξεφυτρώνουν σαν μανιτάρια σε κάθε γειτονιά. «Διευκολύνουν» τους αναξιοπαθούντες αγοράζοντας χρυσαφικά και τα ασημικά μπιρ παρά, τα οποία λιώνουν και εμπορεύονται διεθνώς. Στην απευκταία περίπτωση δραχμαρμαγεδδώνα, οι εν λόγω σαράφηδες θα γνωρίσουν ακόμα μεγαλύτερες δόξες.
Σε αντίθεση με τους νέας κοπής σαράφηδες, οι παραδοσιακοί διαθέτουν και κάποιο λαογραφικό ζενεσεκουά.
Eκ του τουρκικού sarraf (< αραβ. صرّاف), αργυραμοιβός.
- Μαζί με το ΔΝΤ έρχονται και οι «σαράφηδες». Διεθνώς υπάρχουν πολλές τέτοιες εταιρίες οι οποίες συνήθως «ακολουθούν το ΔΝΤ». Αυτό δεν είναι σχήμα λόγου, πράγματι αυτές οι εταιρίες ξεκινούν δραστηριότητες σε χώρες που πηγαίνει το ΔΝΤ και επιβάλει πολιτική λιτότητας. (εδώ)
- Σαράφηδες, ύαινες και προσκυνημένοι σοσιαληστές. Οι Αρχιερείς της διαπλοκής ξεκατινιάζονται...
(εκεί)
- γέμισε η προεκλογική αρένα σαράφηδες και τελώνες, φαρισαίους και ιερατεία, φθηνοπληρωμένους τελάληδες και μάγους των τσίρκων που δίνουν παράσταση μέρα μεσημέρι σε στρατιές άεργων και άνεργων.
(Λιάνα Κανέλλη, παραπέρα)
- Εβραίοι – Γουρούνια – Δολοφόνοι κακή σας μέρα, κακό ψόφο να ‘χετε. Η Γάζα να σας τυλίξει σαν σάβανο. Μούμιες να γίνετε ταριχευμένες και να θαφτείτε στα έγκατα των πυραμίδων που φτιάχνετε από τα λεφτά που μαζεύετε.. Από αρχαιοτάτων χρόνων, όχι και πολύ να μην το παρακάνουμε, επι Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας οπου εδραιώθηκε το δίκαιο που πατούν οι σεμνοί και ταπεινοί ελβετόψυχοι επιτρέπεται δια νόμου στους εβραίους της εποχής να κάνουν μόνο τρία επαγγέλματα: να είναι σαράφηδες στο δρόμο, να είναι κλόουν και ηθοποιοί στο δρόμο και να μαζεύουν τα σκουπίδια στους δρόμους.
(Τζίμης Πανούσης, Δούρειος Ήχος, 5/1/2009. Μάλλον πλάκα κάνει)
Got a better definition? Add it!