Further tags

Είναι ο αηδιαστικός.

Ο Ηλίας Μπαμπούκος ήταν υπαρκτό πρόσωπο που έζησε στα Χανιά. Η δουλειά του ήταν να μοιράζει φυλλάδια μέσα στον δημοτικό κήπο των Χανίων ή στην πλατεία της αγοράς. Είχε μια τεράστια κοιλιά και πάντα η μπλούζα του ήταν λαδωμένη. Σου έδινε το φυλλάδιο μονο αν του το ζητούσες ο ίδιος και πάντα σαλιώνοντας τον αντίχειρά του για να το πιάσει. Πολλοί του φώναζαν «Μπαμπούκο, πιάσε ένα σπέσιαλ» και αυτός αμέσως σάλιωνε κάλα τον αντιχειρά του, τον δείχτη και τον μέσο για να στο δώσει (ή σπανίως τα ένωνε και τα έφτυνε).

Όμως, δεν προκαλούσε μόνο με αυτό αηδία στους άλλους. Την ίδια κίνηση έκανε για να καθαρίσει κάποιο λεκέ απο τα ρούχα του, από το δέρμα του ή ακόμα και τις ξεραμένες λάσπες από τα παπούτσια του. Μάλιστα, μπορεί να σάλιωνε τον αντίχειρά του παραπάνω από μια φορές χωρίς να τον ενδιαφέρουν οι λάσπες που μπαίνουν στο στόμα του. Ακόμα, φυσούσε τη μύτη του πάνω στο χέρι του, το έτριβε πάνω στην μπλούζα του στο σημείο της κοιλιάς και στη συνέχεια το καθάριζε και αυτό με τον αντίχειρα.

Όταν δεις κάποιον να κάνει ο,τιδήποτε από τα παραπάνω μπορείς να τον χαρακτηρίσεις ως μπαμπούκο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι ο άπλυτος που φοράει λερωμένα ρούχα.

Είναι, φυσικά, υπαρκτό πρόσωπο που έζησε στα Χανιά. Ο Τιρτιράκης ήταν ένας καθυστερημένος και πονηρός «πολυτεχνίτης». Δεν είχε συγκεκριμένο επάγγελμα, αλλά καταγινόταν με ο,τιδήποτε κι αν του ζητούσες και το έπαιζε ειδικός, χωρίς να έχει φυσικά ιδέα. Π.χ. του ειχε ζητήσει μια γυναίκα να της βάψει τα υπνοδωμάτια. Αυτός πήρε τη μπογιά και έβαψε απο τους τοίχους και τα πλακάκια μέχρι τις πρίζες και τις ντουλάπες. Επίσης, έβαψε και το μηχανάκι του με μπλε μπογιά για να δείξει πόσο καλός φανοποιός είναι (είχε βάψει μέχρι και τα φανάρια).

Φυσικά, πάντα είναι άνεργος και τον περιποιούνται μόνο όσοι τον λυπούνται ή του λένε π.χ. να συμμαζέψει κάποια παλιά αποθήκη και τον πληρώνουν (αν δεν κάνει καμιά καταστροφή) και του δίνουν ό,τι παλιό θέλει από μέσα.

Έμεινε γνωστός για την υποψηφιότητα του για δήμαρχος των Χανίων, με σκοπό μόλις βγει να δώσει χρήματα στον κόσμο. Όλοι τον είχαν πάρει στην πλάκα και του φώναζαν στο δρόμο «Γεια σου πρόεδρε». Ο άνθρωπος πίστεψε τα λόγια των συμπολιτών του και θεωρούσε πως είναι ο νέος δήμαρχος τον Χανίων. Όπως ήταν φυσικό, πήρε μόνο ελάχιστες ψήφους (τον ψήφισαν ορισμένοι αντί λευκού). Την επόμενη των εκλογών όσοι των ρωτούσαν «Πρόεδρε, τι έγινε; Γιατί δεν βγήκες;» έπαιρνε την απάντηση «Άσε άσε... Είμαι πολύ απογοητευμένος... Μπερδευτήκανε οι ψηφοφόροι μου και αντί για να βάλουν σταυρό στο όνομα Τιρτιράκης έβαλαν στο Βυρβιδάκης... Μου φάγανε τους ψηφοφόρους!»

Στις μέρες μας θα τον δεις καβάλα στο μηχανάκι του να κάνει βόλτες στα Χανιά, φορώντας πάντα λερωμένα ρούχα και καλημερίζοντας όποιον δει μπροστά του.

Από πότε έχεις να κάνεις μπάνιο ρε τιρτιρή;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαριτωμενίστικη παράφραση του χαζούλη.

Το λέμε σε μικρά παιδιά, και σαν προσπάθεια δικαιολόγησης των μαλακιών που κάνουμε κατά καιρούς.

- Ξέρεις τι είναι αυτό καλέ μου [είναι πρωτάρης και αυτή του δείχνει το «Α.Τ.Μ.» της].
- Εεε καλά ζαζούλης είμαι; Το λαγουδάκι σου είναι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πέτσας ή φλούδας είναι ο άνθρωπος που συνεχώς επιδίδεται σε μαλακίες και σπάει τα νευρά της παρέας του. Επίσης, σε μερικές περιπτώσεις, ο πολύ φλώρος που κάνει τον έξυπνο.

  1. - Κοίτα ρε μαλάκα τι κάνει πάλι ο Γιάννης. Ρεζίλι έχουμε γίνει!
    - Ρε πέτσα κατέβα απ' το τραπέζι γκόμενα είσαι κ χορεύεις εκεί πάνω; Γελάει όλος ο κόσμος μαζί σου.

  2. - Λοιπόν, είναι πολύ εύκολο, δεν καταλαβαίνω που κολλάς. Η υποτείνουσα του γ είναι.....
    - Σκάσε ρε πέτσα!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για βρισιά ολκής αναφερόμενη σε άτομο που όχι απλά είναι αρχίδι, αλλά αρχηγός σε παρέα αρχιδιών. Είναι παράφραση της γνωστής επιτυχημένης σειράς βιβλίων και έργων «Ο άρχοντας των δαχτυλιδιών» που έγραψε ο Τόλκιν. Ο «άρχοντας των αρχιδιών» δεν διαθέτει όμως μαγικές δυνάμεις που τις χρησιμοποιεί για να εφαρμόσει τα υποχθόνια σχέδια του, αλλά ηγείται και αυτός μιας παρέας κωλοπαιδαράραδων και ξεχωρίζει ανάμεσά τους καθότι είναι πιο κωλόπαιδο από τους άλλους.

Ο τάδε (πολιτικός) είναι ο άρχοντας των αρχιδιών.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για χαρακτηρισμό είδους βρόμας η οποία μοιάζει με πουρί πράσινο σαν λειχήνα. Ακούγεται σε τηλεφωνική συνδιάλεξη φάρσας με τους θρυλικούς «Πατρινούς» όπου ο μινάρας φαρσέρ αποκρίνεται στην δύστυχη ακροάτρια της απέναντι γραμμής λέγοντας «έχει πιάσει το μουνί σου σκουλαμέντρα

- Για κανονίστε να καθαρίσετε εδώ μέσα....
- Ναι κύριε λοχία. Αμέσως...
- Άντε γιατί έχουμε πιάσει σκουλαμέντρα....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παράγωγο της λέξης πρηξαρχίδης, αλλά στο θηλυκό! Πρηξαρχίδοβα είναι μια γυναίκα-κοπέλα που σου σπάει τα αρχίδια με την μουρμούρα της (ή πιο συγκεκριμένα την κρεβατομουρμούρα της!) και γενικότερα τις μαλακίες της.

— Άσε μαλάκα μου 'σπασε τ' αρχίδια η γυναίκα μου χτες το βράδυ...
Κρεβατομουρμούρα;
— Ναι μωρέ η Πρηξαρχίδοβα!!!

(από Khan, 11/07/13)

Δες και -ίδης, -ογλου, -όπουλος, χατζη-.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μπάκα, σε μεσήλικες ή άνω των 30 (κοροϊδευτικά) άνδρες.

Κάτι ο μεταβολισμός που αλλάζει όσο μεγαλώνουμε, κάτι η σαβουροφαγία, κάτι η έλλειψη άσκησης, όλα αυτά συνηγορούν στην αύξηση της λεγόμενης σαμπρέλας. Φαινόμενο ωστόσο που οι γνώστες και οι καταρτισμένοι αποδίδουν καθαρά στην ηλικία.

- Τι χάλι είναι αυτό ρε; Εσύ δεν ήσουν έτσι....
- Εεε, γεροντόπαχα!

- Μάλλον ξεφούσκωμα γίνεται με το ποδήλατο. Εγώ όσο περισσότερο κάνω τόσο στεγνώνω, εκτός από τα γεροντόπαχα στη μέση που φεύγουν τελευταία. (από cyclist-friends.gr)

(από joe909, 05/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ευγενικό του χλέμπουρας.

Μήτσος: - Ρε συ, μου μύρισε αστακός σάπιος με σκόρδο! Πείνασα!
Ανδροκλείδωνας: - Είσαι πολύ χλέμπη-χλέμπης ρε αδερφέ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση υβριστική, νεοεισηχθήσα από του Κρητομακεδόνα καθηγητού Ζουράρις (πώς λέμε Sotis;) ο οποίος, προφανώς, την ανέσυρε από τα Αρχεία των Μεγάλων Παλαιών που ευρίσκονται σε διασύνδεση με την πανεπιστημιακή του γκλάβα.

Προσδιορίζει τον «βρωμιάρη», τον «κλανιάρη», κ.α. τέτχοια.
Ομόηχο του «πορτολάνος», δηλαδή πλοηγός.
Όνομα διάσημου χρήστη της Φρηκιπέδειας (καθότι το γκουγκλάραμε και λίγο, η αλήθεια είναι).

- Είσαι πορδοκλάνος, πεολήπτης και βρακοχέστωρ!
- Άντε πάρε φόρα κι έλα με την όπισθεν !, ρε μπάρμπα!

Αέρα στα πανιά σου! (από Vrastaman, 06/07/10)(από MXΣ, 06/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified