Όταν συμπληρώνετα από την φράση «στ' αρχίδια μου σαμπάνιες» δημιουργεί την ίδια εντύπωση αδιαφορίας με μεγαλύτερη όμως «ποιητική» δράση (θυμίζοντας τις αθάνατες ελληνικές βραδιές στα σκυλάδικα)!

-Ρε μαν, πάρε τη Ράνια τηλέφωνο μην σε χέσει!
-Στον πούτσο μου λουλούδια, στ' αρχίδια μου σαμπάνιες.

(από Khan, 05/07/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Έκφραση που δηλώνει απαξίωση. Την χρησιμοποιούμε για κάτι το οποίο θεωρούμε ανόητο, τιποτένιο, ευτελές, ανυπόστατο, μαλακία, ψέμα, κτλ.

Από τη λέξη πίπα.
Μόνο στον πληθυντικό.

Συνώνυμα: πούτσες, πούτσες μπλε, μαλακίες, αρχίδια, κλπ.

Το ερώτημα είναι: θεωρούμε πράγματι την πίπα κάτι το ασήμαντο; Κι αν ναι, προς τι τότε τόση λύσσα για δαύτην; Αν όχι, γιατί παρομοιάζουμε κάτι το ασήμαντο με την πίπα; Είναι μήπως σύμφωνο με την λογική τού ότι η πίπα είναι μέρος (ταπεινό;) της ιεροτελεστίας του σεξ, και κατά ορισμένους δεν θεωρείται καν κέρατο, καθότι δεν αποτελεί ολοκληρωμένη πράξη;

Το ίδιο ερώτημα σε παραλλαγή, πρέπει να τεθεί και για τα συνώνυμα της λέξης...

...και άρχισε να μου λέει κάτι πίπες!... ότι εκεί που κολυμπούσε υπήρχαν και καρχαρίες αλλά αυτόν δεν τον πείραζαν, ίσα-ίσα μπορούσε και να τους χαϊδέψει άμα ήθελε, ότι η γκόμενά του είναι η δίδυμη αδελφή της Ναόμι, ότι εργάζεται για λογαριασμό των μυστικών υπηρεσιών, όλο τέτοια.
-Έλα ρε, και φαινόταν σοβαρός άνθρωπος...
-Κααλά, πίπες....

εδώ οι καλές πίπεζ! (από BuBis, 11/11/09)do you like μαμαζέλ the pipa? (από BuBis, 11/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκφράζει συνωστισμό, κοσμοσυρροή, κατάσταση στην οποία «χάνει η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα».

Συνώνυμες εκφράσεις:

Ιστορικές σημειώσεις:

Λέγεται ότι προπολεμικά αλλά και λίγο αργότερα, όταν αγκυροβολούσε τότε στον όρμο του Φαλήρου ο συμμαχικός στόλος, οι ιερόδουλες της εποχής συνωστίζονταν στη μεγάλη μεταλλική εξέδρα που υπήρχε τότε στη παραλία του Νέου Φαλήρου και μάλιστα στα κάγκελα της δεξιάς πλευράς (προς τον εξερχόμενο) που έβλεπαν προς την Ακρόπολη στα οποία και ανέμεναν τους επίδοξους πελάτες τους. Όταν όμως δεν υπήρχε ο στόλος τόσο τα παιδιά όσο και οι γονείς απέτρεπαν την οποιαδήποτε παραμονή εκεί χαρακτηρίζοντας το χώρο ως «της πουτάνας το κάγκελο». (Πηγή: Βικιπαίδεια)

Άλλα:

Πρόσφατα βρέθηκε (βλ. εικόνα).

- Πήγες Μέιντεν τελικά;
- Ναι φίλε, έχασες που δεν ήρθες!
- Κόσμο είχε, ή βαράγατε μύγες;
- Της πουτάνας το κάγκελο! Χαμός σου λέω!

(από yabihten, 13/11/07)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην πούτσα μου. Η μέγιστη δήλωση αδιαφορίας. Γίνεται χρήση συνήθως από παλαιούς φαντάρους που έχουν βαρύνει από τους μήνες...

- Ρε συ, πάλι σκοπιά;
- Ζμπούτζαμ. Δέκα και σήμερα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συντομογραφία για το αγγλικό «For The Penis» και σημαίνει για τον πούτσο literally!!

Ftp είστε όλοι ρε. Για να κουνιόμαστε λίγο να τελειώνουμε καμιά φορά..

Got a better definition? Add it!

Published

Εισχώρηση του πέους στο λαρύγγι της γκόμενας (ή του γκόμενου για τις απανταχού λουγκρητίες). Συνώνυμο της βαθυλαρυγγωτής πίπας.

Σε αντίθεση με την πίπα, όταν λέω κάνω λαρυγγοσκόπηση εννοώ ότι έχω τον ενεργητικό ρόλο (δηλαδή μου τον ρουφάνε).

Άσε φίλε, η Στέλλα τρελό μωρό... Της έκανα και μια λαρυγγοσκόπηση προχτές, τα είδα όλα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρήξιμο, κλάψα, κρεβατομουρμούρα σε πολύ ενοχλητικό βαθμό.

- Τι έγινε ρε παιδάκι μου, γιατί είσαι έτσι;
- Ήμουνα με τη δικιά μου την απάλευτη πριν...
- Και;
- Τί και ρε; Άρχισε πάλι το ζμπαζοπούτσι και δεν σταμάταγε. Με τσάκισε σου λέω...

Got a better definition? Add it!

Published

Πιο έντονη λέξη για την πούτσα. Ιδίως στην παρακάτω φράση:

- Ρε συ, της μίλησες και αυτή σε έκλασε κανονικά!
- Ναι, στην καραπουτσακλάρα της!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται στην πράξη του αυνανισμού ή αλλιώς όταν τραβάς μαλακία (μινάρεις). Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως ουσιαστικό αλλά και ως επίθετο.

-Ρε μαγκιά μου, κανά γκομενάκι παίζει;
-Άσε ρε φίλε, τίποτα... Ξενέρα μεγάλη... Έχω ξεσκιστεί στο μινέτο.

Γιάννης : Ωρέ, ωρέεεεεε, μινέτο, κοίτα κάτι βυζά ρεεεεεε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απρόσμενη και αναπάντεχη αναποδιά. Συνώνυμα: ήττα, νίλα, πακέτο, κάζο.

Συνήθως ακολουθείται από το ρήμα τρώω σε αντίστοιχο χρόνο, ενδεχομένως και όχι.

  1. - Τ’ άκουσες, ε; Θα κάτσουμε ως τις 8 στο γραφείο.
    - Ψωλιά που φάγαμε και σήμερα..

  2. Τί ψωλιά ήταν κι αυτή!

Δες και ρίχνω, τρώω, πέφτω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified