Further tags

Εναλλακτικά «το σύστημα φάτους όλους» ή «fatousolous». Ουδεμία σχέση με την ομώνυμη εκπομπή.

Ορισμοί:

  1. Ποδόσφαιρο ή άλλα ομαδικά αθλήματα:

Το σύστημα φάτους όλους είναι το συνώνυμο με το σύστημα «πάρτε τους τα σώβρακα«. Σύνηθες σύστημα σε προπονητές υψηλού επιπέδου (βλ. Αλέφαντος). Όταν αναφέρεται στη συνολική τακτική της ομάδας, σημαίνει «πατήστε τους». Όταν χρησιμοποιείται για την αμυντική τακτική, σημαίνει «ή ο παίκτης ή η μπάλα» (κοινώς κατενάτσιο).

  1. Video games

Χαρακτηρίζονται fatousolous τα kill 'em all video / PC games, στα οποία ο παίκτης δεν σκέφτεται τίποτα, απλά εξολοθρεύει ό,τι κινείται στο τερέν, πατώντας το fire μέχρι εξαρθρώσεως του δακτύλου ή του πληκτρολογίου / χειριστηρίου.

  1. Επαγγελματική δραστηριότητα

Προσδιορίζει τον τρόπο δράσης του επαγγελματία ή της επιχείρησης, όταν οι επαγγελματικοί στόχοι επιτυγχάνονται πατώντας επί πτωμάτων.

  1. Μπείτε μέσα και παίξτε φάτους όλους. Δεν έχουνε ομάδα.

  2. Τα μπακ τα θέλω φάτους όλους. Μη δω κανέναν και φεύγει μπροστά!

  3. Ρε τι να αγοράσω για το PS3; Στρατηγικής ή fatousolous;

  4. Το doom; Κλασικό fatousolous. 3 Πληκτρολόγια έσπασα μέχρι να το τελειώσω.

  5. Ήταν φάτους όλους από την αρχή, γι' αυτό έγινε διευθύντρια σε 5 χρόνια.

  6. Ρε οι πολυεθνικές είναι φάτους όλους. Ρημάξανε την αγορά.

(από dimitriosl, 22/03/10)(από dimitriosl, 22/03/10)...honor y gloria a Pablo Garcia (από euripidisk, 22/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Περιγράφει την πλήρη απώλεια επικοινωνίας στην οποία έχει περιέλθει ένα άτομο, με αποτέλεσμα να καθίσταται αδύνατη η επικοινωνία μαζί του. Η κατάσταση «οφλάιν» συνδέεται άρρηκτα με την προσωρινή προβληματική εγκεφαλική επεξεργασία, που συνήθως οφείλεται είτε:

  • Στην άγνοια του ατόμου επί του θέματος, ή
  • Στην ανεπαρκή αντιληπτική λειτουργία, ως νομοτελειακό επακόλουθο μιας προηγηθείσας κατάστασης νιρβάνας.

    Πατέρες του λήμματος είναι οι nerds που περνούν αναρίθμητες ώρες στα netcafe cyber-iάζοντας, και παραλληλίζουν την ανικανότητα κάποιου να γίνει δέκτης πληροφοριών με αυτή ενός αποσυνδεδεμένου από το internet υπολογιστή.

  1. - Έχω παπάδες... πάμε για προ...;
    - Προ...; μα δεν έχουμε playstation...
    - Omg ρε μαν... είσαι οφλάιν τελείως... να πιούμε κάνα γάρο εννοώ...

  2. - Πωωω , φίλε!! Βγήκε το ironman 2, πάμε να το δούμε;;
    (ξύπνημα από φάση νιρβάνας) - Εεεεε; τι είπες ρε ;
    - Καλά... άσ' το... τσάμπα χάνω τα λόγια μου... εσύ είσαι οφλάιν...

(από Galadriel, 12/10/11)

βλ. και σιζοφλάει, οφ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στον πάγο. Σε αναμονή. Όπως οι συσκευές όταν δεν τις απενεργοποιούμε εντελώς τελείως.

Λέγεται για ανθρώπους, καταστάσεις, συσκευές.

Από το αγγλικό standby με προφορά α λα ζάπι ή κοακόλα...

Υπερθετικός: είμαι οφ, είμαι οφλάιν.

- Τι έγινε με τη Ρούλα ρε ψηλέ; Καιρό έχετε να βρεθείτε, σ' έχει βάλει πρόγραμμα;
- Ναι το πουτανάκι, μ' έχει σταμπάι μία βδομάδα τώρα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

1. Σάη ή φλώρουμ που έχει καταντήσει σκέτο εργοτάξιοΗΛΠΑΠ από τον καταιγισμό τρόλεϊ.

2. Μεγάλη συνομοταξία από ιντερνετομαλάκες, σπαστήρες, βιζιτούδες, ποντοκλαίουσες, e-μπούληδες, κλικαδόρους, e-Παναήδες, μπαγαποντοδότες, κ.α. μικυμάου.

[Λολ. τρολ- + -κομείο, κατά το μπουρδελοκομείο].

- Να ταΐζετε τους καβουροσλανγκόσαυρους, όχι τα τρολοκομεία!
(αρχαίον απαύγασμα σοφίας)

- Συνταγές για τρολοκομεία!
(εδώ)

- χαχαχαχχαχα , ρε τρολοκομειο ακομα δεν ηρθες αρχισες να με κοροιδευεις;;;;;;
(νταξ, αυτό παίζει να είναι και τυπογραφικό)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με ακουστικά στα αυτιά, βρίσκομαι σε απευθείας σύνδεση με κάποιο κινητό ή mp3 player συνδέοντας με Κάιρο βαρετά στιγμιότυπα της καθημερινότητας, όπως π.χ. το πήγαινε-έλα στη δουλειά. Ο νεκρός αυτός χρόνος είναι ό,τι πρέπει για να μιλήσεις με κάποιον στο κινητό, ενώ άμα σου πετύχει το μουσικό πρόγραμμα στο mp3 και μερακλώσεις κιόλας (φαίνεται στους άλλους και από το ρυθμικό κούνημα του κεφαλιού πάνω-κάτω) έχεις μεταφερθεί σε εντελώς διαφορετική διάσταση, οπότε η άφιξη στη δουλειά είναι μια αβάσταχτη απογοήτευση...

  1. (από εδώ)
    «Εδώ στην Αθήνα είναι η εκμετάλευση.Ζούμε σαν τρελοί,αυτό είναι το μόνο σίγουρο.Όλοι μες τα νεύρα.Καλωδιώνομαι όλη μέρα με τα ακουστικά,ακούω μουσική και περπατάω στο δρόμο,βαρέθηκα να ακούω τσακωμούς,κορναρίσματα,και βρισίδια.»

  2. (από εδώ)
    «Α, εγώ έχω βρει τη λύση με CD player..καλωδιώνομαι (μιλάω για το γραφείο και τις συγκοινωνίες) και τους αφήνω να τραγουδάνε.»

Κλασική περίπτωση καλωδιωμένου νεανία. (από Cunning Linguist, 23/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτό που πράττει ο e-σαλταδόρος όταν χώνεται ωσάν πορδή σε κάποιο νήμα για να διατυμπανίσει το μακρύ και το κοντό του, αδιαφορώντας χαρακτηριστικά για το υπό συζήτηση θέμα. Συχνά πρόκειται για τρόλεϊ, αλλά όχι nececelery.

Αγγλιστί: hijack, πειρατεύω.

- Δεν ξέρω πώς τα κατάφερες να κάνεις χαιτζακ θέμα, που τα δικαιώματα ανήκουν αποκλειστικά στο μέλος 'Κούλιιης'. @Κούλιιη: συνέχισε εδώ βρε αγορίνα...
(δαμέ)

- Για να μη λέτε ότι η αριστερά κάνει χαιτζακ το θέμα ή λέει τα δικά της, ορίστε από την ναυαρχίδα της δεξιάς την καθημερινή
(τσειαμέ)

- σορρυ για το χαιτζακ, αλλα ποσο καιρο μετα σου καηκε η ραμ ;
(πουτσειαχαμέ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κατάσταση στην οποία βρίσκεται μονίμως ο Έλληνας εδώ και τουλάστιχον 30 χρόνια.

Καθολικώς και αεί συνδρομηταί στην υπηρεσία. Φοριέται παντού.

Ασίστ: Λ.Π.

  1. Στο ταμείο παρεισφρέει γέροντας παρακάμπτων την ουρά:
    - Με συγχωρείτε, με συγχωρείτε... κύριος, επ, σειρά κύριος...
    - (...........)
    - Μην το ψάχνεις, mycosmos.gr

  2. Στον δρόμο:
    - Ρε φίλε, μην το βάζεις εδώ το αμάξι, δεν μπορούν να περάσουν τα καροτσάκια!
    - Και πού να το βάλω;
    - Θα σού 'λεγα αλλά έχε χάρη που είσαι mycosmos.gr!
    - Α;

  3. Στην σχέση:
    - Πιπίτσα, τα πράγματα δεν πάνε καλά στο μαγαζί...
    - Αχ είπες μαγαζί και θυμήθηκα, είδα κάτι γόβες στο ΝΑΚ...
    - Άιντε, mycosmos.gr είσαι και συ!

  4. Στην παρέα:
    - Η άρχουσα τάξη και τα φερέφωνά της στα ΜΜΕ προσπαθούν να μας πείσουν ότι είναι μονόδρομος τα αντιλαϊκά μέτρα που κατακρεουργούν ό,τι απέμεινε από το ασφαλιστικό, η ευρωπαϊκή καπιταλιστική ενοποίηση, η υπαγωγή της χώρας στην επιτήρηση της ΕΕ και του ΔΝΤ... (http://kkeisageek.freehostia.com/)...
    - Άσε, κατάλαβα, mycosmos.gr, φύγαμεεεε!

(από Stravon, 14/06/10)(από Stravon, 14/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απειλή νεο-γραφιά έναντι ενοχλητικού συναδέλφου, στον χώρο εργασίας.

Συνώνυμο των «θα πάρω πέτρα», «θα γίνει της Καλλέργαινας», «κρατάω μαχαίρι» κλπ., μόνο που ο νεο-ραγιάς στερείται των απαραίτητων φυσικών πόρων που του παρέχουν τα απαραίτητα εγχειρίδια υλοποίησης της απειλής. Το μόνο που διαθέτει είναι ο μοντέρνος εξοπλισμός γραφείου, ο οποίος και πάλι, είναι χρεωμένος στη δαπάνη του υπουργείου που έχει δανειστεί από την τάδε π***να, ή είναι με λήζινγκ και άλλα κουραφέξαλα που μας βομβαρδίζουν κατακέφαλα και δεν μπορώ να κατανοήσω ο βλάχος. Αλλά έτσι όπως πάμε, εκτός από τις «ιπτάμενες ποντικιές», σε λίγο θα χρεώνονται και οι «δημόσιες, δωρεάν πετριές» της άλλοτε λεβέντισσας ρωμιοσύνης.

Συχνά συνοδεύει το «μη με κοιτάς» ή το «μην επαναληφθεί».

Συνήθως εκστομίζεται με ύφος Φούντα ή Λοβέρδου, ήτοι απλού λαϊκού αγανακτισμένου τίμιου πειραιώτικου αγοριού (χωρίς τα κροκοδείλια δάκρυα του 2ου)...

Μη με κοιτάς μωρή... θα φύγει ποντίκι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρήση του μεταβατικού ρήματος καίω που οφείλεται στην ιδιοφυΐα του καμένου χιούμορ (παν ιντέντεντ άριστον) που βάφτισε το πρόγραμμα Nero το οποίο γράφει ψδ.

Δύναται να προκαλέσει σύγχυση, καθώς κατά τα κλασσικά, ένα ψδ που χαλάει κατά την εγγραφή επίσης καίγεται, αλλά πλέον η φωνή του ρήματος είναι μέση δαχτυλίδι και ντιβιντί βερύκοκο, ρίκο-ρίκο-πουέρτο ρίκο-κο, ρίγκο-ρίγκο στάρ.

Punαγία μου, όλο μαλακίες γράφω σήμερα.

- Γαμεί η πλέυλιστ σου. Πολύ λάουντζ.
- Θα σου κάψω ένα δωδ.

Kostakis burning Greece. (από patsis, 28/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published

Ελληνική απόδοση του unfriend, ήτοι του να διαγράφω κάποιον από φίλο στο facebook ή από άλλη σελίδα κοινωνικής δικτύωσης. Ο εκλεκτός συσλανγκιστής Sarant αναλύει τον νεολογισμό ενδελεχώς εδώ.

Προσοχή όμως: άλλο το ξεκάνω φίλο και άλλο το ξεκάνω τον φίλο.

Εναλλακτικά, ξεφιλιώνω ή αποφιλοποιώ.

- «Ξεκάνω φίλο» αλλιώς «unfriend». Αυτή είναι η λέξη της χρονιάς από το νέο λεξικό της Οξφόρδης για φέτος. (ΤΑ ΝΕΑ, εδώ)

- η πρώτη χάρη που θα κάνω στην #deva είναι που θα ξεκάνω φίλο μου τον @loukasm και θα απαγορέυσω κάθε επαφή μόλις αρχίσει να καταλαβαίνει...
(στη πράξη, εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified