Οτιδήποτε είναι χάλια ποιοτικώς.
- Ωραία η ταινία που είδατε χτες;
- Μπααα... τρελή πίπα!! Μην κάνεις τον κόπο να τη δεις.
Οτιδήποτε είναι χάλια ποιοτικώς.
- Ωραία η ταινία που είδατε χτες;
- Μπααα... τρελή πίπα!! Μην κάνεις τον κόπο να τη δεις.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Πιο έντονη λέξη για την πούτσα. Ιδίως στην παρακάτω φράση:
- Ρε συ, της μίλησες και αυτή σε έκλασε κανονικά!
- Ναι, στην καραπουτσακλάρα της!
Got a better definition? Add it!
Συντομογραφία για το αγγλικό «For The Penis» και σημαίνει για τον πούτσο literally!!
Ftp είστε όλοι ρε. Για να κουνιόμαστε λίγο να τελειώνουμε καμιά φορά..
Got a better definition? Add it!
Τεχνητό πλαστικό εργαλείο το οποίο εξομοιώνει το ανδρικό πέος. Γίνεται χρήση του (σαν έκφραση) για άντρες που κουράζονται εύκολα στο σεξ ή δεν έχουν συχνές σεξουαλικές επαφές, οπότε χρειάζονται βοήθεια.
- Είδες τον Κώστα με την Ελένη; Τσαντισμένη την είδα.
- Άσε ρε φίλε, ο Κώστας δεν την πηδάει καλά, τον βλέπω να πηγαίνει για υπερπέος ρεζέρβα και αυτός.
Got a better definition? Add it!
Δες πορδοκόφτης, ο.
- Μπουγάδα τίγκα σκατοκόφτες!
Got a better definition? Add it!
Οτιδήποτε το γαμάτο, υπέροχο, που γαμεί μανούλες και τέτοια. Επίσης χρησιμοποιείται και για τις σέξι και όμορφες γυναίκες.
- Πω μαλάκα, δες μηχανή. Kawasaki Zephyr μονταρισμένο στα 1300cc.
- Μιλάμε για το απόλυτο τούμπανο.
- Πω πω, τι τούμπανο είσαι εσύ μωρό μου!
- Άει στο διάολο, βλαμμένε!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Πούτσος + ψωμί = πουτσόψωμο.
Λαϊκιστί και τρεντουλιστί, η λουκανικόπιτα.
- Να σου βάλω παιδί μου τίποτα να φας;
- Όχι, ρε γιαγιά, έφαγα ένα πουτσόψωμο το πρωί και δεν πεινάω...
Got a better definition? Add it!
Μέρος του γεννητικού αντρικού οργάνου. Οι άνθρωποι που φέρουν ένα αρχίδι λέγονται μονόρχεις (ή τζούφιοι).
Το αρχίδι εμφανίζεται επίσης σε δέκα μορφές:
Got a better definition? Add it!
Το σπέρμα. Από το χύσι + αμολάω.
Εκεί που παρακολουθούσαμε με αγωνία τον Πήτερ Νορθ να εκτοξεύει τα χυσαμόλια του στο υπερπέραν, άνοιξε η πόρτα και μπήκαν οι γονείς μου που είχαν γυρίσει νωρίτερα...
Λέξεις για το σπέρμα: αγιασμός, γιαούρτια, κατάθεση, λάβα, μαλακία, ματσαφλόκια, μυτζήθρα, παπαροζούμι, παχιά, πέο τζους, πηχτή, σκάγια, σως, το άσπρο που κολλάει, του πουλιού το γάλα, τσουτσού σορόπ, τσουτσουνόζουμο, τυρί, φλόκια, χοντράδια, χυσαμόλι, χύσια, ψωλόχυμα.
Got a better definition? Add it!
Κάτι απείρως ενοχλητικότερο κι από την διαόλου κάλτσα (η οποία συνήθως είναι κάτι το χαριτωμένο). Κάτι / κάποιος που, κατά σατανικό τρόπο, βρίσκεται στο διάβα μας και τότε πάνε όλα σκατά.
Οδηγός Α, φωνάζοντας έξαλλος σε αυτόν που τον τράκαρε άσχημα:
- Άει μωρή πούτσα του διαόλου, πώς στο διεάολο πετάχτηκες έτσι, είχες στοπ, δεν το είδες;
Οδηγός Β, εξίσου έξαλλος:
- Εμένα είπες 'μαλάκα';
...
- Τι κάνεις εκεί;
- Παλεύω μ' αυτή την πούτσα του διαόλου που έφυγε από την θέση της και δεν ξέρω πώς να την ξαναφτιάξω...
Got a better definition? Add it!