Further tags

Συντομογραφία για το αγγλικό «For The Penis» και σημαίνει για τον πούτσο literally!!

Ftp είστε όλοι ρε. Για να κουνιόμαστε λίγο να τελειώνουμε καμιά φορά..

Got a better definition? Add it!

Published

Συσκευή αναπαραγωγής στρογγυλών, γυαλιστερών και εξοργιστικά ευαίσθητων στις δαχτυλιές και τα γρατζουνίσματα μέσων αποθήκευσης ψηφιακών δεδομένων ήχου και εικόνας. Η ονομασία της προκύπτει από την παράλειψη αλλαγής του πληκτρολογίου από ελληνικό σε αγγλικό κατά την αναγραφή του κοινωνικά αποδεκτού αρκτικόλεξου DVD (ντιβιντί).

δωδ

Εντούτοις, ο προφήτης-βιβλιοπώλης-φυσικός Λιακόπουλος ισχυρίζεται ότι η προέλευση της λέξης είναι, στην πραγματικότητα, ελληνική: οι Ελ είχαν αναπτύξει την τεχνολογία δωδ στον Σείριο, απλώς δεν ευδόκησαν να την μεταδώσουν στους απογόνους τους στη Γη. Η δε λέξη «ντιβιντί» είναι παραφθορά του όρου «διβιδή» - παρήχηση του δίβιδη. Διότι, ως γνωστόν, η συσκευή στερεώνεται στο κυτίον του υπολογιστή με δύο βίδες.

Εικάζεται ότι ο δίσκος της Φαιστού ήταν μια εξαιρετικά παραστρατημένη απόπειρα να χαραχτεί ένα δωδ από τους ευρισκόμενους ακόμη σε σχετική σύγχυση και στερούμενους τεχνικού εξοπλισμού Ελληνίκιους της Μινωικής Περιόδου.

Στη σύγχρονη εποχή, ο καθένας μπορεί να γράψει ένα ΔΩΔ με ό,τι κατεβάσει η γκλάβα του. Υπάρχουν δύο τύποι δίσκων, τα ΔΩΔ Πλας Ρω και τα ΔΩΔ Πλην Ρω.

Γιβε με τηε δωδ το πλαυ ιτ ,,, γμτ σκατά! μισό...
..
...
....
Give me the dvd to play it. Ok, that's better.

(από xeskist, 17/05/10)(από GATZMAN, 04/10/10)

Πηγή: Φρικηπαίδεια

Got a better definition? Add it!

Published

Αστυνομικό αυτοκίνητο.

Συνώνυμο: σλιπάκι

Πρόσεχε, μπατσάδικο στη γωνία!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μικροαντικείμενο (βίδα, παξιμάδι, σφήνα κλπ) που χρησιμοποιείται για την κατασκευή / επιδιόρθωση / συναρμολόγηση άλλου αντικειμένου (μεγαλύτερου και πιο σύνθετου). Το αποκαλούμε έτσι όταν γνωρίζουμε τη χρήση του αλλά δε γνωρίζουμε την ονομασία του.

- Ρε Τάσο… πιάσε ρε αυτό το παπάριτζερ να το βάλουμε στο σασμάν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Περιγραφικός όρος που μπορεί να χαρακτηρίσει τρία πράγματα.

1ον. Γυναίκα κοντή και άσχημη με έντονη και δυσάρεστη μυρωδιά.

2ον. Μανιώδης καπνιστής (πάσης φύσεως ουσιών). Μετατρέπει το περιβάλλον γύρω του σε τοπίο που η φωτιά μοιάζει να έσβησε πριν λίγα λεπτά.

3ον. Τύπος μικρομεσαίου αυτοκινήτου «πενταετίας και βάλε», του οποίου ο κάτοχος φιλοδοξεί και ευελπιστεί να γίνει κάγκουρας. Δεν έχει υποστεί μετατροπές στον κινητήρα αλλά εξωτερικώς θυμίζει το υπέρ-φωταγωγημένο χριστουγεννιάτικο δέντρο που στολίζουν τα Jumbo στις γιορτές (το αστέρι δεν είναι απαραίτητο αλλά ενίοτε υπάρχει και αυτό). Χαρακτηριστικότερο όλων, η αλλαγμένη εξάτμιση («μπουρί») η οποία έχει το μέγεθος μικρού παιδιού. Εξαιτίας αυτού, το εν λόγω αυτοκίνητο βρυχάται αδιάκοπα, δίνοντας σου την αίσθηση ότι υποφέρει με αποτέλεσμα να το λυπάσαι. Επειδή λοιπόν «μπουρί» έχουν οι σόμπες, το συγκεκριμένο όχημα κερδίζει επάξια το χαρακτηρισμό «σόμπα».

1ον - Ρε φίλε, ούτε κοντά της δεν μπόρεσα να πλησιάσω. Σόμπα σου λέω.

2ον - Ρε Μήτσο, έλεος, τόσο νέφος ούτε στη Σταδίου. Σόμπα κατάντησες.

3ον - Έλα μεγάλεεε, για τράβα τη σόμπα να παρκάρουμεεε…

Λέγονταν σόμπα κ το Κρατικό θέατρο Β. Ελλάδος στα ογδόνταζ (αν ενθυμούμαι καλά) (από gaidouragathos, 04/04/10)

Got a better definition? Add it!

Published

Απογοητευτικά φτωχό σάντουιτς που διαψεύδει τις προσδοκίες του παραγγείλαντος. Συνοδεύεται δε τις περισσότερες φορές με κιτριτάτες.
Παράφραση του γνωστού πια σε όλους club sandwich.

Είπα κι εγώ θα χορτάσω... Αυτό το κλαψ σάντουιτς όμως ήταν όλο κι όλο δυο ψωμάκια ρε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ελληνικός όρος για τα κίτρινα post-it notes. Τα επονομαζόμενα και «κίτρινα χαρτάκια σημειώσεων», «χαρτάκια υπενθυμίσεων»...

Γέμισε στίχλες την οθόνη του pc για να μην ξεχνάει κωδικούς κλπ κλπ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν το πολυφορεμένο ρούχο έχει αρχίσει να αλλάζει δραματικά χρώμα και να φωνάζει: «Θέλω πλυντήριο! Θέλω πλυντήριο!» Συγγενές του «βρωμυλί».

Ρε Γιάννη, πλύν'το καμμιά φορά αυτό το πουκάμισο. Μπλε ήταν και πλυντηρί κατάντησε.

Πηγή: Πλαθολόγιο, εκδ. Intro 2007, του Λύο Καλοβυρνά

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δώρα συγγενών ή μη στενών φίλων που δεν ξέρουν τα γούστα σου.

- Τί πουλόβερ είναι αυτό που φοράς ρε Μίμη;
- Άσε, μια δωραηδία είναι της θειας μου της Τούλας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ζέπελιν με τις συσκευές παρακολούθησης πάνω από την Αθήνα στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 το οποίο μπορεί να ξαναχρησιμοποιηθεί ανά πάσα στιγμή και μάλιστα σε εξελιγμένη μορφή. Ο όρος ισχύει μόνο στην Ελλάδα.

-Ε ρε μ'αυτό το βλέπελιν τι έπαθα... Τους μούτζωσα τις προάλλες κι αυτοί τό 'δαν και ήρθαν και το παρκάρανε στο μπαλκόνι μου γι αντίποινα...

(από patsis, 24/12/10)

Got a better definition? Add it!

Published