1. Αυτός που έχει άσπρο κώλο. Για την ακρίβεια, όχι αυτός που έχει κάνει λεύκανση πρωκτού, αλλά αυτός που διαθέτει άσπρα γαλακτερά κωλομάγουλα. Έχει δύο χρήσεις περαιτέρω:

α) Σημαίνει τον φλώρο, που δεν εκτίθεται στον ήλιο και κατ' επέκταση στους κινδύνους, στην εργασία κτλ., ούτε και κάνει ένα ψωλάριουμ βρε αδερφέ! Από τους ομηρικούς χρόνους, η πολύ ασπρουδερή επιδερμίδα θεωρείτο κακή για τον άνδρα, αφού αυτός έπρεπε να είναι ψημένος στην ζωή.

β) Συναφώς, αποτελεί (αντίστροφη) ρατσιστική έκφραση για τον ανήκοντα στην λευκή φυλή, σαν το χλωμό πρόσωπο ένα πράμα. Δηλαδή ο λευκός και δη ο βόρειος (λ.χ. Γερμανός, Άγγλος, Σκανδιναβός, Αμερικανός, Καναδός, αλλά και Αυστραλός) δεν μπορεί παρά να είναι φλωρεντζέτουλας ή στην καλύτερη ξεπλένω. Ο ασπρόκωλος είναι συνήθως και κρυόκωλος, το ίδιο κάνει. Το αυτό και οι κυρίες τους.

  1. Στην ζωολογία, ασπρόκωλος είναι είδος αετού με άσπρα νώτα, που έχει και ωραίο καθαρευουσιάνικο όνομα λεγόμενος πύγαργος (< πυγή + αργός = λαμπρός, όπως στο άργυρος κ.ο.κ.). Επίσης, και άλλα πτηνά, όπως το είδος Οenanthe & Oenanthe hispanica ονομάζονται έτσι ή και στο θηλυκό, ασπροκώλα, λόγω λευκών φτερών γύρω από την έδρα τους.

  2. Ομοίως, στην βοτανική, είναι είδος άγριου φυτού με λευκή ρίζα.

  3. Στα καλιαρντά, Ασπρόκωλη είναι η Ακρόπολη των Αθηνών. Όπως παρατηρεί ο Ηλίας Πετρόπουλος (Τα Καλιαρντά, 1971), πρόκειται για λέξη- παρωδία με ίσο αριθμό συλλαβών, ίδια φωνήεντα, και ολόιδια κατάληξη, η οποία δίνει και το υπόλευκο χρώμα των κιόνων. Συνώνυμο: Τουριστόφακα.

  1. αντε να κανεις κανα σολαριουμ ασπροκωλη,οσοι δουλευουνε στη ζωη τους τους κατατρωει ο ηλιος,γι 'αυτο ειναι ετσι. (Εδώ).

  2. α) ο γυφτος μπορει να με λεει «μπαλαμε» αλλα εγω οχι «ρε γυφτο» γιατι ειναι ρατσισμος
    ο μαυρος μπορει να με λεει «ασπρουλη» και «ασπροκωλη» εγω οχι «αραπη» γιατι ειναι ρατσισμος
    ο εβραιος μπορει να με λεει «γκωϊμ» δηλαδη «βρωμοζωο» αλλα εγω οχι «γαμψομυτη» γιατι ειναι ρατσισμος (Το παράπονο ενός ρατσιστή (εδώ)

β) Χιλιες φορες προτιμω σε μια χωρα του Τριτου Κοσμου ένα τέτοιο σοσιαλιστικό ολοκληρωτικό καθεστως-σαν αυτό της Κουβας,παρα ενα «ελευθερο» και «δημοκρατικό» σαν των περίχωρων του Ρίο ή της Ταυλανδης,όπου θα έστελνα την κόρη μου να γαμιέται με τον ασπροκωλη Αγγλο κοιλαρά για να ταίσει τον άνεργο και κακομοίρη πατέρα της!!! (Εδώ).

γ) νομοτυπα το αγορασε το σπιτι η ασπροκωλη. ετσι, «νομοτυπα» γινονται οι συναλαγες στην περηφανη ελλαδα.
στους ασπροκωλους του βορρα μπορουμε να καταλογισουμε πολλα.
ομως παρομοιες πρακτικες τους ειναι αγνωστες, για αυτο και οι οικονομιες τους πανε καλυτερα απο τη δικη μας. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αλλιώς η τουριστοπαγίδα. Στα καλιαρντά είναι ειδικά η Ακρόπολη των Αθηνών, όπως καταγράφει ο Η. Πετρόπουλος. Συνώνυμο: Ασπρόκωλη.

Ντικ το τουριστότεκνο που αρρίβαρε για την Τουριστόφακα!

Η μάνα όλων των τουριστοπαγίδων. (από Khan, 02/07/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα καλιαρντά είναι το νησί που προσελκύει τουρίστες. Και κυρίως νησιά που άκμαζαν στην ίδια εποχή με την άνθηση των καλιαρντών (ενώ και σήμερα είναι δημοφιλή), όπως η Ύδρα, οι Σπέτσες και η Μύκονος. Η τελευταία λέγεται και Τζιναβονήσι.

Αρριβάρω στον τουριστόβραχο και αβέλει γκοντορελιά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα καλιαρντά, το ρήμα τζινάβω είναι κατά τον Πετρόπουλο μάλλον «γύφτικης αρχής» και έχει ένα μεγάλο φάσμα σημασιών, όπως καταλαβαίνω, νιώθω, πονηρεύομαι, οπότε τζιναβοτός είναι ο πονηρεμένος, ο μυημένος στον τζιναβόκοσμο.

Το Τζιναβονήσι είναι σχηματισμός κατά το τζιναβότοπος, και σημαίνει το κατ' εξοχήν gay-friendly νησί, την Μύκονο.

Να μην συγχέεται με την Σαλαμύκονο.

ΔΙΑΚΟΠΕΣ ΣΤΟ ΤΖΙΝΑΒΟΝΗΣΙ

Είναι ξελογιάρα, και γω αβέλω μπάκολο για τον τζιναβότοπο, τζάκα πηγαίνουν αδερφές για να δικέλουν σερμελιές, και όπως πάντα αβέλει γκοντορελιά.

(Από το καλιαρντογράφημα του Τέο Ρόμβου).

(από Khan, 15/08/12)Λευτεριά στην Βόρεια Μύκονο! (από Khan, 15/08/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα καλιαρντά είναι το μοναστήρι. Προφάνουσλυ, με το να θεωρείται ως ένα σπίτι (τσαρδί) με κηφήνες θίγεται το γεγονός ότι ένα μοναστήρι δεν συμβάλλει και τόσο στην πραγματική οικονομία, αλλά λειτουργεί τρόπον τινά παρασιτικά επί της κοινωνίας.

Πόσα να φας σιχτίρ-πιλάφια; Και για πού είσαι μετά; Είσαι ή για το γκρεμό ή να την κάνεις για καυλόγερος στο κηφηνότσαρδο. Την έβγαζα εδώ κι εκεί. Τη μέρα στα τζουρά, τη νύχτα στα πάρκα. Κουλά. Πα ντ’ αρζάν. Νάκα μπερντέ. Οι λούγκρες είναι όλες καταδικασμένες υπάρξεις, περνάει η ζωή τους κολλημένη σ’ ένα ψέμα, σ’ ένα μουσαντό. Είναι ζούρλες, οι καψερές. Έτσι κι εγώ, ζούσα μέσα σ’ ένα τζασλό όνειρο, περιμένοντας το μιράκλι, τον πρίγκιπα του παραμυθιού να με σώσει. (Από καλιαρντογράφημα στο pisoglendis-pisoglendis.blogspot.gr).

Got a better definition? Add it!

Published

Στα καλιαρντά είναι η Πελοπόννησος, επειδή το σχήμα της (με κάμποση φαντασία) μοιάζει με μούντζα, με μια γήινη (βλ. terra στα ιταλικά) παλάμη, με την Τροιζηνία για αντίχειρα, τη Μάνη για μέσο, και ίσως την Ηλεία για μικρό (λέμε τώρα). Η λέξη περιλαμβάνεται στο βιβλίο του Ηλία Πετρόπουλου Τα Καλιαρντά (1971).

Δεν ξερω ποτε θα αριβαρει στην Τερόμουτζα αλλά νομιζω συντομα πρέπει να είναι στο μπεναβοκουσκούσι. (Αποκατέ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σε αντίθεση με την Τερόμουτζα που είναι η Πελοπόννησος, Τερογκαμήλα είναι η Στερεά Ελλάδα ή Ρούμελη στα καλιαρντά, και καλά λόγω των πολλών ορεινών όγκων της που θυμίζουν ανώμαλη πλάτη καμήλας με καμπούρες. Καταγεγραμμένο από Ηλία Πετρόπουλο (Τα Καλιαρντά, 1971).

Χτες αρίβαρε από Τερόμουτζα στην Τερογκαμήλα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φυλακή στα καλιαρντά. Ο Ηλίας Πετρόπουλος το συσχετίζει με το χάψη εκ του τουρκικού hapis με την ίδια σημασία.

ο γαβαλας στην χουμση φωτο και σε επισκεψη το πρωην πελατολογουαζ του.... (Αποκατέ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φυλακή στα καλιαρντά, η χούμση, ως τόπος που είναι μαντρωμένοι οι λεβέντες.

Κάθισα τζάκατα στο μουσαντοπαλικαρότεκνο. Μου ξοµολογήθηκε ότι δυο µέρες είχε που βγήκε από τη λεβεντόµαντρα. «Ήµουνα ροκαί σαµέ, μπέναψε στα ποδανά, µεγαπή λουσµά δυο να µεσουπηχτή µια ζαπετρά κι έγινε κατσαµπού λοσγαµέ κι ήρθανε τα καρακόλια και τα ετοκά, και µας βουζεµάν µας µπουζουριαζάν και βουρ στην κηλαφή. Χρονάκια ρασσετέ γαφαέ…».
Είπα µε το νου µου: «Αχ, κάλιο ψωλή να οµιλεί παρά σαρμέλα µίλι…».
(Από καλιαρντογράφημα του Τέο Ρόμβου αποκατέ)

Αφιερωμένο στους εχθρούς του Σαββόπουλου <3 (από Khan, 28/01/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το χαμάμ στα καλιαρντά.

1. Προψές είχα πάει στην ατμοκαυλού για χαλάρωση και μετά που γύρισα στο σπίτι η χαλάρωση είχε πιάσει για τα καλά και την άραξα στο μπαλκόνι και είχα βάλει κι ένα σταθμό ωραίο στη ζαλίστρα να παίζει σιγανά, μη ξεκουφαθώ κιόλας.

2. Ατμοκαυλού θα γίνει η Ελλάδα από σήμερα έως και την Κυριακή, με τις θερμοκρασίες να φτάνουν κατά τόπους έως και 43 βαθμούς υπό σκιάν. Καλοκαίρι βλέπετε, είμαστε μαθημένα τα Ελληνόπουλα στη ζέστη, για αυτό το λόγο θα ξαμολυθούμε στη γαργαρέτα και θα κατεβάζουμε τα γαργαρογκλασόνια αβέρτα. Χρειάζεται όμως μεγάλη ατενσιόνα, ο κίνδυνος θερμοπληξίας ελλοχεύει, για αυτό θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας μερικά πραγματάκια για να μην αδικοκουτιαστούμε στα καλά καθούμενα.

Got a better definition? Add it!

Published