Selected tags

Further tags

Υποτιθέμενη βουτιά αυτοκτονίας που εκτελεί κρατούμενος προς αποφυγήν των βασανιστηρίων. Συνίσταται κατά τα θρυλούμενα εις την εκτίναξιν παραλλήλως του πατώματος με σκοπόν την ισχυράν πρόσκρουσιν του κρανίου επί του τοίχου του δεσμωτηρίου. Εις την απίθανη περίπτωσιν κατά την οποίαν ο προ των Υμετέρων οφθαλμών ορισμός περιέχει έστω και ελάχιστα ψήγματα αληθείας, δέον όπως θεωρείται βέβαιον ότι οι εν λόγω κρατούμενοι είναι άτομα αμόρφωτα και ανενημέρωτα, άτινα δεν ηυτύχησαν να εντρυφήσωσιν εις την επί του θέματος πλουσιωτάτη διεθνή νομολογίαν.

Ασφαλέστερον ως εκ τούτου θα ήτο να γίνει δεκτόν ότι η παρούσα ανάρτησις είναι εις αυνανισμός και ήμισυς, εφόσον είναι παγκοίνως γνωστόν ότι ουδαμού της Οικουμένης αι Διωκτικαί Αρχαί ουδεπώποτε εβασάνισαν κρατούμενον, σεβόμεναι προφανώς τας σχετικάς διεθνείς συνθήκας.

«Σήκω, Γιάννη, θα σε κουβαλήσουμε εμείς. Σήκω, αδερφέ μου, γιατί εάν μείνεις μόνος στη σκηνή και σε βρουν, θα σε σκοτώσουν σαν το σκυλί και θα πουν ότι έκανες ψαράκι και αυτοκτόνησες». Το «ψαράκι» ήταν η απονενοημένη βουτιά κάποιων κρατουμένων με το κεφάλι στους βράχους για να χάσουν τις αισθήσεις τους και να σταματήσουν τα βασανιστήρια.

εδώ

Μες στην Ασφάλεια τον Κρατούμενο [...] τον βαστάνε γ ε ρ ά. Οι Αστυνομικοί δεν φοβούνται μη τους φύγει. Φοβούνται μήπως ο Κρατούμενος κάνει ψαράκι. Στην argot της Antigua ψαράκι παναπεί κάνω ορμητική βουτιά στον τοίχο και σπάω το κεφάλι μου. Πρόκειται για μιά μισο-αυτοκτονία. Ο Κρατούμενος κάνει ψαράκι για να γλιτώσει τα μαρτύρια. Το ψαράκι δεν γίνεται μες στο κελί της Απομόνωσης (διαστάσεις 80 Χ 120 cm) γιατί θέλει κάποιαν απόσταση ώστε να πάρεις φόρα.

Ηλ. Πετρόπουλος Το Εγχειρίδιον του Καλού Κλέφτη.

Γύρισε παρακαλεστικά προς το θάλαμο. Οι δικοί του τι λέγανε?
-Εμείς δεν σε θέλουμε πιά, άκουσε τη φωνή του θαλαμάρχη από το βάθος.

-Τέλος, Σταμάτη, άκουσε μιαν άλλη φωνή.

-Το ξέρω, απάντησε λαχανιάζοντας. Το ξέρω πως δε με θέλετε πιά. Τέλος. Το ξέρω, τώρα δεν ξαναγίνεται πιά, κι έδωσε την πρώτη κουτουλιά στο σίδερο γεμίζοντας το πρόσωπο αίματα. "Δεν ξαναγίνεται πιά", πρόλαβε να πει και με τη δεύτερη ήρθε ανάσκελα πάνω στο ράντζο.

Μάριος Χάκκας Το σπάσιμο, από τη συλλογή Τυφεκιοφόρος του εχθρού.

Μ' ένα καρφί και μ' ένα καθρεφτάκι / τις φλέβες σου όταν έκοψες θαρρώ.

Εδώ, από το 25:15 και μετά.

Got a better definition? Add it!

Published

Έτσι λένε στην αργκό των φυλακισμένων τις φυλακές ανηλίκων.

15 χρονώ έσπρωχνε ρούχλα στη Γκράβα, κατέληξε στα ανήλικα.

Φυλακές ΑνηλίκωνΦυλακές Ανηλίκων

Got a better definition? Add it!

Published

Ο συγκρατούμενος που κατοικεί στο ίδιο κελί με έναν άλλο, σαν συγκάτοικος. Δύο κρατούμενοι στο ίδιο κελί ενδεχομένως να είναι και τακίμηδες μεταξύ τους.

Ο Ευγένιος είναι ο μόνος συγκελίτης μου από τότε που οι μπάτσοι κρέμασαν τον Αστρίτ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο αδελφικός φίλος του μάγκα.

Ετυμολογείται από το τουρκικό takımı που σημαίνει ομάδα ατόμων.

Ο Ηλίας Πετρόπουλος στο Εγχειρίδιον του Καλού Κλέφτη αναφέρει:

"Σχεδόν πάντα ο κάθε μάγκας έχει τον τακίμη του. Τακίμης είναι ο αδελφικός φίλος του μάγκα. Οι δύο τακίμηδες αγοράζουν συνεταιρικώς τα τρόφιμα από τον μπακάλη, φροντίζει ο ένας τον άλλον, υποστηρίζονται στους καυγάδες και μένουν σε πλαγινά κρεβάτια. Σεξουαλικαί σχέσεις μεταξύ τακίμηδων αποκλείονται πανταπάσιν."

-Είναι ο τακίμης μου ρε μαλάκες, όποιος σκατόπουστας τον ξαναπειράξει θα τον ξεντεριάσω. Γκέγκε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

To ξεμπουκάρισμα, δηλαδή η αιφνίδια έξοδος ή το ξεμάγκωμα από κάποια στενή (και ενίοτε δυσχερή) ατραπό. Μερικές συνήθεις σλανγκικές χρήσεις:

Α. Η δίοδος φυγής του διαρρήκτη.

- H ανεύρεση ξεμπούκας είναι το πρώτο μέλημα τού Καλού Διαρήκτη, πριν αρχίσει την κυρίως εργασία του. O Διαρήκτης μπορεί να διαλέξει για ξεμπούκα την πόρτα της κουζίνας, ένα παράθυρο πού δίνει στον κήπο, μια μπαλκονόπορτα, μια σκάλα πυρκαγιάς. H ξεμπούκα πρέπει να βλέπει στο πίσω μέρος τoύ σπιτιού. H ξεμπούκα χρησιμοποιείται μόνον όταν επίκειται ή σύλληψη του Διαρήκτη. Αποκεί θα φύγει δίχως καθυστέρηση αλλά όχι σπασμωδικά.
(Ηλία Πετρόπουλου, "Εγχειρίδιον του Καλού Κλέφτη", Εκδ. Νεφέλη, 1979, σ. 44-45.)

Έχω και άλλη δίοδο

Β. Η απόδραση, αποφυλάκιση ή απελευθέρωση κάθε είδους κρατούμενου από την ψειρού.

♪♫ Το ΄πανε πως επίκειται ξεμπούκα ξαφνική
θα μ΄ άρεσε πάρα πολύ ν΄ αδειάσει το Λακκί ♪♫

(στίχος του τραγουδιού με τίτλο «Επίκειται» που προαναγγέλλει με χιούμορ την επικείμενη... ξεμπούκα (αποφυλάκιση, απόλυση των εξορίστων)), (εδώ).

- εκδήλωση που διοργανώνει ο "Σύνδεσμος Φυλακισθέντων-Εξορισθέντων Αντιστασιακών 1967-1974", αφιερωμένη στα τραγούδια της φυλακής και της εξορίας (...) Τότε που γράφαμε "μια λέξη μοναχά: ελευθερία" και με απεργίες πείνας ή με διαμαρτυρίες στο καζάνι διεκδικούσαμε την απελευθέρωσή μας, τη "μαγική ξεμπούκα". (εκεί)

Πότε θα κά- πότε θα κά-νει ξεμπούκα

Γ. Η ηρωική (ή μη) έξοδος ή απομάκρυνση τινός.

- Οι αυτοπροβεβλημένοι και χρήστες των κομματικών μηχανισμών προβολής συνταγματολόγοι, αυτοί που έσπρωξαν στη μαλακιώδη ξεμπούκα τον Βενιζέλο για αρχηγία (για να κυβερνήσουν αυτοί), το τρισάθλιο ΚΑΡΤΕΛ καταπάτησης των στοιχειωδών συνταγματικών δικαιωμάτων, ξανακτύπησε. (παραπέρα)

- Συγχρόνως, η παραλίγο να κυρηχθεί σε πτώχευση "NOVARTIS", κάνει νέα ξεμπούκα στις διεθνείς αγορές, με ίδρυση ή εξαγορά φαρμακοβιομηχανιών σε Ινδία, Ισπανία και αλλού. (παραδίπλα)

H ξεμπούκα του Minister of Silly Talks

Δ. Η έξοδος πλεούμενου από λιμάνι.

- Το λιμάνι μας έχει πρόβλημα στην μπούκα και ξεμπουκα του φερι-μποουτ από το Ρεθεμνιωτικο λιμάνι. (εκεί)

Η ξεμπούκα του Εωσφόρου

Εκ του γαμοσλανγκοτέτοιου ξε- και τση μπούκας (< λατ. bucca, είσοδος και στόμα). Πέον να σημειωθεί ότι οι ορισμοί του ξεμπουκάρω του Τριαντάφυλλου (εδώ) αλλά και του σαητόστ (εκεί) ανακριβώς περιγράφουν αιφνίδια εμφάνιση και ουχί εξαφάνιση.

Στα Γαλατικά: débouchage.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φυλακή.

Έχω πρόβλημα μεγάλο με του μπάτσου το σινιάλο
Είδα αδέρφια να πηγαίνουν στη μαντάλω

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση η οποία λέγεται από τους μαχαλόμαγκες για την σύλληψη κάποιου απο την αστυνομία.

Τι έγινε και εξαφανίστηκε από προσώπου γης?
Έσπρωχνε ένα λοκί τη μέρα και τελικά τον πήραν οι τσέοι χτές το βράδυ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ηχητικό σύστημα επικοινωνίας που είχαν επινοήσει οι κομμουνιστές κρατούμενοι στις φυλακές της Κέρκυρας στα χρόνια της μεταξικής δικτατορίας, για να συνεννοούνται από κελί σε κελί. Επρόκειτο για την κλασική μέθοδο χτυπημάτων στον τοίχο, τα οποία σήμαιναν κάποιο γράμμα του αλφαβήτου. Η αρχική μορφή του σαντουριού εσυνίστατο στην απόδοση κάθε γράμματος με αριθμό χτυπημάτων ανάλογο της σειράς του στο αλφάβητο. Πχ α= 1 ντουπ, β= 2 ντουπ, κ= 10 ντουπ, χ, ψ, ω= συναυλία κρουστών κλπ.

Σύντομα το σύστημα απλοποιήθηκε μέσω κωδικοποίησης, ενώ αργοτερότερα, με την υιοθέτηση ενός καταλλήλως τροποποιηθέντος μορσικού αλφαβήτου το πράγμα έγινε έτι απλούστερο και ασφαλέστερο.

Άλλο μέσον διαβίβασης πληροφοριών ήταν ο μυστηριώδης ντολμάς, ορολογία που μας επιτρέπει να υποθέσουμε ότι επρόκειτο για διακίνηση σημειωμάτων τυλιγμένων μέσα σε κάτι που δεν κινούσε υποψίες.

Εν παρόδω: Η αργκό των κρατουμένων περιλάμβανε επίσης υπαινικτική χρήση της τυπικής γλώσσας. Όταν πχ ήθελαν να πουν ότι μια συγκεκριμένη καβάτζα δεν έπρεπε να χρησιμοποιηθεί για το κρύψιμο σημειωμάτων επειδή είχε βάρδια κάποιος υποψιασμένος, σκατόψυχος φύλακας, έλεγαν: Τον Δεκέμβρη (= φύλακας) στη λίμνη Τσάνα (= λεκάνη του νιπτήρα) γίνεται μεγάλη αναταραχή. Έτσι, το μήνα αυτό, απαγορεύεται η ναυσιπλοΐα εκεί (= μην αφήνετε σημειώματα). Πράγμα που θυμίζει στον λημματογράφο οτι ο πατήρ του και άλλοι ανεπιθύμητοι φαντάροι στη Μακρόνησο του 1958 πληροφορήθηκαν τα αποτελέσματα των βουλευτικών εκλογών μέσω γραμμάτων συγγενών που τους ενημέρωναν ότι στο χωριό τσακώθηκαν ο Κώστας (= Καραμανλής) και ο Γιάννης (= Πασαλίδης) για τα πρόβατα, και στο τέλος πήρε ο Κώστας 41 και ο Γιάννης 24. Ή μέσω κάποιων παραπλεόντων μυημένων / μιλημένων / συμπαθούντων καραβοκυραίων οι οποίοι, με ανάλογο αριθμό σφυριγμάτων της μπουρούς, πληροφόρησαν τους παροπλισμένους αριστερούς φαντάρους ότι η ΕΔΑ έλαβε 24%.

Η κρητικιά μήτηρ του λημματογράφου συνέβαλλε στην παρούσα ανάρτηση με την αλληγορική κραυγή τα βούγια στα σπαρτά! με την οποία ενημερωνόταν το χωριό ότι οι ερχόμενοι Γερμανοί (= βόδια) εγκατέλειπαν τη δημοσιά και άρχιζαν κυκλωτική κίνηση μέσα από τα χωράφια για να εγκλωβίσουν αυτούς που φρόντιζαν να κρύβουν / τροφοδοτούν / φυγαδεύουν οι ντόπιοι.

Το νέο σύστημα μετάδοσης, με χωρισμένα σε ομάδες τα γράμματα του αλφαβήτου, το «σαντούρι», όπως το βάφτισαν οι παλαιότεροι στην απομόνωση, κάνει θαύματα.
[...]
Ο «ντολμάς» είναι μέθοδος ανταλλαγής σημειωμάτων.
[...]
Μιά βραδιά ο Ορφέας μου «απάγγειλε», με το σαντούρι, ολόκληρο λυρικό ποίημα που είχε φτιάξει για να τιμήσει την αγαπημένη του.
[...]
Πραγματικά το είχαν παρακάνει οι σύντροφοι με το σαντούρι.

Βασίλη Α. Νεφελούδη «Αχτίνα Θ.» (αναμνήσεις 1930-1940). Εκδ. Ολκός, 1974.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκφράσεις που ήταν σε χρήση στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια του τελευταίου Εμφυλίου Πολέμου και λίγο αργότερα, από ένα σχετικά περιορισμένο ποσοστό του γενικού πληθυσμού, και πιο συγκεκριμένα από τους πολιτικούς εξόριστους και τους βασανιστές τους στα ξερονήσια και τις φυλακές της χώρας. Αυτή η αργκό στις μέρες μας είναι έως και μηδενικού ενδιαφέροντος.

Βούλγαροι : Άνευ σχολίων.

Γολγοθάς : Ο τόπος έρευνας (και καταλήστευσης) των αποσκευών και εν ταυτώ, ο τόπος του πρώτου βασανισμού των νεοαφικνούμενων στη Γιούρα. Βρισκόταν δίπλα στην αποβάθρα που έδενε το πλοίο ή το καΐκι. Γολγοθά αποκαλούσαν στις φυλακές της Κέρκυρας ένα αλώνι που χρησίμευε ως χώρος βασανιστηρίων.

Δάσος : Το νεκροταφείο στο οποίο παράχωναν στη Γιούρα τους νεκρούς από τα καψόνια και τα βασανιστήρια.

Ελ Ντάμπα : Περιφραγμένος με συρματόπλεγμα ακάλυπτος χώρος που χρησίμευε ως πειθαρχείο. Επινοήθηκε από τον διοικητή της Γυάρου Μπουζάκη, διάδοχο του Γλάστρα. Η ετυμό είναι προφανής. Ηλιακό πειθαρχείο (και με υποχρεωτική ορθοστασία) υπήρχε και στο Μακρονήσι το 1953.

Κουνιούνται τα τσουβάλια : Φράση ενδεικτική της ποσότητας σκουληκιών και ζωυφίων που περιείχαν τα άλευρα, όσπρια κλπ τρόφιμα του συσσιτίου των κρατουμένων.

Μαρμιτατζήδες : Ευνοούμενοι (= δοσίλογοι και χαφιέδες ) κρατούμενοι που είχαν προτεραιότητα στη διανομή του συσσιτίου, και έπαιρναν επιπλέον την μαρμίτα, το περίσσευμα του καζανιού.

Μάτια : Χαφιέδες ποινικοί που κυκλοφορούσαν στους όρμους του νησιού και κάρφωναν τους κρατούμενους στη διοίκηση και τους φύλακες.

Μαύρο σπίτι : Η κατοικία του δοσίλογου Γεωργίου Γλάστρα, υποδιευθυντή και κατόπιν διευθυντή του ευαγούς ιδρύματος. Η ανέγερσή του πραγματοποιήθηκε με την εθελοντική εργασία των εξόριστων. Με τον ίδιο τρόπο χτίστηκαν και οι διάφορες βίλλες κάποιων φυλάκων.

Όρμος της σιωπής / Τάφος των ζωντανών / Όρμος των μαρτυρίων : Ο πέμπτος όρμος της Γιούρας, στον οποίο οι στρατωνισμένοι εξόριστοι βρίσκονταν στο ανύπαρκτο έλεος ενός από τους σκληρότερους βασανιστές του νησιού.

Πατριάρχης : Όνομα με το οποίο συγκεκριμένος φύλακας της Γιούρας αποκαλούσε την μαγκούρα / ραβδί / μπαμπού που χρησιμοποιούσε για τις ανάγκες της υπηρεσίας. Τον ένα Πατριάρχη διαδεχόταν ο επόμενος, όπως συμβαίνει παλαιόθεν και στον εκκλησιαστικό χώρο, από τον οποίο προέρχεται η ορολογία. Η διαδοχή καθίστατο αναπόφευκτη μετά τα πολλαπλά κατάγματα που υφίσταντο οι πατριάρχες συνεπεία αλλεπάλληλων προσκρούσεων σε αμετανόητες, αιρετικές επιφάνειες.

Στρούχτορας / Ινστρούχτορας : Χαρακτηρισμός που αποδιδόταν από τους βασανιστές φύλακες σε οιονδήποτε κρατούμενο κατά το κέφι τους. Προφανέστατα σημαίνει τον ιδεολογικό καθοδηγητή, (πρβλ αγγλ. instructor ). Η στοχοποίηση από τους φύλακες κάποιου εξόριστου ως στρούχτορα είχε άμεσες και οδυνηρές συνέπειες για τον τελευταίο. Εναλλακτικά στέλεχος / γραμματέας.

Συκιά του Γλάστρα : Εντελώς τελείως μοναδικό ανά την υφήλιο οπωροφόρο δένδρο του είδους ficus carica, απαντώμενο στην νήσο Γυάρο. Από τα μέσα του 1948 μέχρι και τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του '50 στα κλαδιά του αναπτύσσονταν όχι τα γνωστά πράσινα ή μώβ σύκα, αλλά έτερα, ερυθρού χρώματος, ομιλούντα και διαθέτοντα 4 άκρα, κεφαλή και (πιθανώς) αίσθηση του πόνου. Από αμφισβητούμενης αξιοπιστίας πηγές μαρτυρείται η ικανότητά τους να εκβάλλουν διαπεραστικά ουρλιαχτά πόνου επί πολλές ώρες ή και ημέρες, φαινόμενο που μάλλον συνδέεται με την τεχνική συγκομιδής η οποία περιλάμβανε συστηματικό ραβδισμό.

Γινωμένα σύκα : Οι (μέχρι και 20 άτομα μαζί ) εξόριστοι που φτυαρίζονταν μισοπεθαμένοι στο διαστάσεων 2 Χ 3 πειθαρχείο, μετά από (συνήθως πολυήμερο ) δέσιμο στη συκιά, συνοδευόμενο από άγρια βασανιστήρια. Στο πρώτο πειθαρχείο (μια σκορπιοβριθή σπηλιά 2 Χ 2) βασανίστηκε από την ημέρα της άφιξής του στις 18/7/47 μέχρι τον θάνατό του στις 19/8/47 ο τριαντάχρονος Λαμιώτης δάσκαλος Περικλής Κούκερης, ο πρώτος νεκρός του Εμφυλίου στη Γιούρα.

Το πλοίο της πατρίδας : Το όποιο αρματαγωγό ξεφόρτωνε στη Γιούρα εξόριστους, εφόδια και υλικά για το χτίσιμο της φυλακής και άλλων κτιρίων που σώζονται μέχρι σήμερα. Η ανέγερσή τους, μετά την ισοπέδωση του βουνού από τους εξόριστους με ελάχιστα εργαλεία ήταν το αποκαλούμενο «έργο», ευκαιρία απίστευτης ρεμούλας για πολλούς εμπλεκόμενους. Αυτό τεκμηριώνεται από το σχετικό πόρισμα ( 21/8/1953) του εντεταλμένου εφέτη Ιωάννη Μπιζίμη. Τα καψόνια, τα βασανιστήρια και οι θάνατοι κατά τη διάρκεια του «έργου» δεν τεκμηριώνονται από καμία κρατική υπηρεσία.

Τρελά : Ρούχα υπηρεσίας που εχορηγούντο στους τρόφιμους των φυλακών και των ψυχιατρείων.

Τσακάλια : Ποινικοί και δοσίλογοι κρατούμενοι στη Γιούρα, που χαφιέδιζαν τους πολιτικούς στους φύλακες.

Φορμόζα : Από τις αρχές του 1950 και μετά ο Δ' όρμος της Γιούρας, στον οποίο στρατωνίζονταν οι ανανήψαντες και ιδόντες το εθνικόν φως το αληθινόν κρατούμενοι. Η ετυμό από την Ταϊβάν, στην οποία κατέφυγε μαζί με τους υποστηρικτές του ο Τσανγκ Κάι Σεκ μετά που πήρε την τσαπού από τους κόκκινους του Μάο. Αυτά τα ωραία συνέβαιναν πάνω κάτω την εποχή που ο Ναζίμ Χικμέτ νοσηλευόταν με Στηθάγχη ( η οποία παρεμπ θεραπεύεται με νιτρογλυκερίνη όπως διαβάζω στο νέτι. Αυτοί οι περίεργοι συνειρμοί θα με φάνε μια μέρα, να μου το θυμηθείτε ). Με την ίδια λέξη δηλωνόταν η αχτίνα (πτέρυγα ) των δηλωσιών και στις συμβατικές φυλακές της χώρας.

Βασική πηγή : Ανδρέα Νενεδάκη «Απαγορεύεται. Το ημερολόγιο της φυλακής». Συγκεντρωτική καταγραφή μαρτυριών εξόριστων στη Γιούρα. Εκδ. Σύγχρονη Εποχή, 1974.
Κάτι ψιλά από το «...καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς» του Χρόνη Μίσσιου, και από μνήμης κάποια στοιχεία από τα γραφτά του Γιώργη Πικρού και του Φιλ. Γελαδόπουλου για το Μακρονήσι. Ο Μίσσιος μας παραδίδει και την σλανγκιά βασανιστών χειρουργείο = θάλαμος βασανιστηρίων.

Το λήμμα είναι για δύο φευγάτους του σάιτ, την Πειρατίνα και τον Τζήζαντα. Και για τον Χάνκοντα, στου οποίου το λήμμα βασίστηκα για τη δομή του παρόντος.

15/7/47 [...] Άλλοι πάλι ποινικοί για να γλυτώσουν από την πρώτη μέρα άρχισαν τις σπιουνιές και τα κλωθογυρίσματα στους φρουρούς. Αυτοί βαφτίστηκαν αμέσως. Είναι τα «τσακάλια». Και μόλις παρουσιαστούν πέφτει βουβαμάρα.

10/9/47 Ως τώρα ήταν εκεί αριστερά στην αποβάθρα ο τόπος της έρευνας. [...] τον λένε «Γολγοθά» γιατί είναι ξέρα και μοιάζει με «κρανίου τόπον». [...] Τώρα εγκαινιάστηκε άλλος Γολγοθάς. Ο δεύτερος.
Μαστούρωναν, και τους τράβαγαν το βράδυ στο Γολγοθά - οι ίδιοι το βαφτίσαν έτσι. Ήταν ένα παλιό αλωνάκι πάνω απ' τα πειθαρχεία, όπου γινότανε το σώσε. (Μίσσιος)

30/3/48 - Σκυλιά θα σας σκάσω όλους. Εγώ είμαι ο Γλάστρας... Και θα περηφανευτεί [...] δείχνοντας το νεκροταφείο με τους σταυρούς.
- Εκεί θα φυτρώσει ολόκληρο δάσος [...]
17/6/48 - Δάσος θα γίνει εκεί... φωνάζουν [...] και δείχνουν το νεκροταφείο.
Στη Σύρα θ' ανοίξουν άλλο...δάσος, φαίνεται. Ποιος ξέρει τι γίνεται κ' εκεί στο νοσοκομείο. Λέγονται πολλά.
28/4/50 Πέθανε κι ο Συρινιώτης ο Κώστας [...] έλκος στομάχου [...] πετσί και κόκκαλο στις αγγαρείες [...] Ξερνούσε αίμα [...] τον έθαψαν στο «δάσος» χτές [...] σαράντα οχτώ χρονώ [...]

17/6/48 Η Συκιά είναι η τελευταία του έμπνευση. Εκεί κρεμά απ' τους αγκώνες [...] νύχτες ολόκληρες τους κρατούμενους του πειθαρχείου. Και τους δέρνει [...] ώσπου να παραλύσουν. [...] Τα «γινωμένα σύκα», όπως λένε όσους έχουν κρεμαστεί στη Συκιά.

12/10/47 Ο Ζεϊμπέκος καυχιέται κάθε μέρα πως σπάζει δυό και τρείς «Πατριάρχες». Κι οι άλλοι φύλακες δε μένουν αργοί.
30/10/47 Πρωί, μεσημέρι, βράδυ, ο πατήρ Προκόπιος λειτουργεί και ευλογεί τις μαγκούρες, τους «πατριάρχες» και τα παλούκια.

17/12/47 Οι σκηνές γεμίζουν από «εθνικόφρονες» που [...] δημιουργούν επεισόδια [...] «καρφώνουν» [...] στο συσσίτιο παίρνουν πρώτοι τη «λαδιά» [...] και άρρωστος νάναι κανείς, δε γλυτώνει από τα «μάτια» που βλέπουν για λογαριασμό του Γλάστρα.
8/2/48[...] τα «αυτιά» και τα «μάτια» είναι παντού.

12/7/47 [...] όσοι θέλοντας να γλυτώσουν έκαναν τους αδιάφορους, δέχτηκαν ολόκληρη μπόρα.
- Ώστε είσαι ψύχραιμος; Πώς σε λένε; Είσαι ο στρούχτορας οπωσδήποτε.
25/2/48 [...] μόλις έτσι να φαίνεσαι [...] πως ξέρεις να μιλάς χαρακτηρίζεσαι «στέλεχος», «στρούχτορας» ή «γραμματέας».

[...] μας πήραν τα πολιτικά μας ρούχα και μας φόρεσαν τα «τρελά» της φυλακής. Ε, αυτά δεν έχουν ζώνες, είναι όπως οι πιτζάμες [...] από ένα κωλοΰφασμα, σαν καραβόπανο [...] (Μίσσιος)
8/11/49 Αυτά που λέει ο κανονισμός της φυλακής πως είναι υποχρεωμένοι να δίνουν σ' όλους τους κρατούμενους ρούχα, «τρελά» κλπ δυό φορές το χρόνο, είναι γραμμένο μόνο στα χαρτιά.

20/5/48 Τα αλεύρια που έρχουνται είναι κακής ποιότητας. [...] Τα σκουλήκια είναι τόσα πολλά που πολλές φορές «κουνιούνται τα τσουβάλια». 8/11/49 - Τόσα σκουλήκια είχε το αλεύρι που τα τσουβάλια έπαιζαν... έλεγε ο φύλακας Λαζαράτος Ανδρόνικος.

25/6/48 Κι ό,τι μείνει, «η μαρμίτα», ξαναμοιράζεται στους ευνοούμενους. [...] Κι ό,τι μείνει δεν το δίνουν στους «μαρμιτατζήδες» [...] Το ρίχνουν στα γουρούνια του αρχιφύλακα Τσολάκη.
25/5/49 Οι μαρμελατζήδες (Σ.Σ. ;;;;;;;), οι μαρμιτατζήδες, οι ιδιαίτεροι, τα τσανάκια [...] παίρνουν πρώτοι με λαδιά τριπλή και γεμάτη καθαρή κουτάλα.

8/2/48 Το αρματαγωγό έφυγε [...] «Το πλοίο της πατρίδας», όπως λένε οι Έλληνες, Γεώργιος Γλάστρας και ο Στράτος Κοζομπολίδης, τα καλά της παιδιά...

6/4/48 Ο Στράτος έγινε κλωβάρχης. Στον Πέμπτο ως τα τώρα ήταν το πειθαρχείο. Και είναι ακόμα. [...] «Στον όρμο της σιωπής», «στον τάφο των ζωντανών», «στον όρμο των μαρτυρίων», όπως ακούγεται ο Πέμπτος όρμος, τώρα βασιλιάς και κύριος είναι ο Στράτος.

30/3/48 [...] από τη βεράντα του σπιτιού του, που δούλεψαν εκατοντάδες κρατούμενοι για να χτιστεί, και που το λένε τώρα «το μαύρο σπίτι», ακούγεται ένας βρυχηθμός θηρίου [...]
17/6/48 Στη χαράδρα του Πρώτου όρμου [...] κοντά στο «μαύρο σπίτι» του Γλάστρα χτίστηκε άλλο πειθαρχείο.

1/6/50 [...] ο Μπουζάκης έστησε την «Ελ Ντάμπα» [...] Ο ήλιος είναι μεσούρανα [...] ο αέρας [...] δεν μπορεί να δροσίσει τη λάβα στο ηλιακό πειθαρχείο [...] σ' ένα συρματοπλεγμένο τετράγωγο ξέσκεπο είναι σωριασμένοι οι τιμωρημένοι [...] τα κεφάλια τους είναι ξυρισμένα, τα ρούχα τους λιγοστά [...] και τα κύπελα του νερού αδειανά [...] Κάθε μέρα [...] δεκάδες κρατούμενοι [...] Τον Γ. Μπούσουλα [...] τον έκαμαν παράλυτο από το ξύλο και τον έκλεισε στην Ελ - Ντάμπα για είκοσι μέρες.

10/3/48 - Οι αρχαίοι ημών πρόγονοι, γ... την Παναγία σας... Έχετε και σεις προγόνους... Βούλγαροι...
26/8/48 Πού θα πας, στους Έλληνες ή στους Βουλγάρους ;

Φορμόζα λέγαμε μια αχτίνα της φυλακής που ήταν μαζεμένοι όλοι οι δηλωσίες [...] από το γνωστό νησί της Κίνας [...] (Μίσσιος)
23/3/50 Τώρα στον Τέταρτο μαζεύουνται εθνικόφρονες κι όσοι χαρακτηρίζουνται «ανανήψαντες». Στη «Φορμόζα», όπως λένε τώρα τον Τέταρτον [...]

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φυλακή στα καλιαρντά, η χούμση, ως τόπος που είναι μαντρωμένοι οι λεβέντες.

Κάθισα τζάκατα στο μουσαντοπαλικαρότεκνο. Μου ξοµολογήθηκε ότι δυο µέρες είχε που βγήκε από τη λεβεντόµαντρα. «Ήµουνα ροκαί σαµέ, μπέναψε στα ποδανά, µεγαπή λουσµά δυο να µεσουπηχτή µια ζαπετρά κι έγινε κατσαµπού λοσγαµέ κι ήρθανε τα καρακόλια και τα ετοκά, και µας βουζεµάν µας µπουζουριαζάν και βουρ στην κηλαφή. Χρονάκια ρασσετέ γαφαέ…».
Είπα µε το νου µου: «Αχ, κάλιο ψωλή να οµιλεί παρά σαρμέλα µίλι…».
(Από καλιαρντογράφημα του Τέο Ρόμβου αποκατέ)

Αφιερωμένο στους εχθρούς του Σαββόπουλου <3 (από Khan, 28/01/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified