Πέρα από το γνωστό φόρο, τα αρχικά σημαίνουν «Φιλικά Πηδιόμαστε Ακόμα». Η φράση αναφέρεται σε όσους έχουν ελεύθερη σχέση, απλά για να ρίχνουν κάνα λούτσο που και που, έτσι για να φεύγουν τα πολλά.

- Τι παίζει ρε με την Εύα; Σας είδα στο πίτσι-πίτσι. Τα έχετε;
- Ε όχι ακριβώς μωρέ. Είμαστε ΦΠΑ φάση. Δεν είμαι για παραπάνω.

(από HardcoreGR, 13/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκ του πέρασα ΚΤΕΟ. Η έκφραση αυτή χρησιμοποιείται από γυναίκες και από gay. Συγκεκριμένα σημαίνει ότι γαμήθηκε μια χρονική περίοδο.

Λόλα: - Βγήκες τελικά με το παιδί που σου σύστησα;
Λίλη: - Ναι. Και με πέρασε ΠΕΟ μάλιστα!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

PSE = Porn Star Experience.

Λέξη από τη διάλεκτο των μπουρδελιάρηδων, που χαρακτηρίζει τις πουτάνες που συμπεριφέρονται ως πορνοστάρ (ό,τι βλέπετε στις τσόντες).

- Φίλε, πήρα τη Λάουρα χθες σπίτι, πολύ special call girl.
- Έλα ρε! χαλαρά και sexy; gfe;
- Όχι τόσο, ήταν πολύ pse κατάσταση. Λες και παίζαμε σε τσόντα!
- Θέλω και εγώ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

GFE = Girl Friend Experience.

Λέξη από τη διάλεκτος των μπουρδελιάρηδων, που χαρακτηρίζει τις πουτάνες που συμπεριφέρονται ως κοπέλες σου (με κουβεντούλα, ρομαντισμό) και έτσι.

- Φίλε, πήρα τη Μόνικα χθες σπίτι, πολύ special call girl.
- Έλα ρε! Σε αποτελείωσε;
- Όχι τόσο, ήταν πολύ gfe κατάσταση. Μου θύμισε την πρώην μου, τη Λίτσα.
- Θέλω και εγώ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αρκτικόλεξο του «παίρνει πίπα με σκαμπό», χρησιμοποιείται ως υπερθετικός του Π.Π.Ο.και του Π.Τ.Ο.. Συνήθως, δεν στέκεται εντός φράσεως σαν απόλυτος υπερθετικός, αλλά μόνον σε σύγκριση με τα προαναφερθέντα λήμματα.

Αξιοσημείωτο, βέβαια, ότι λόγω της υπερβολής του, ουκ ολίγες φορές χρησιμοποιείται σαρκαστικά ως θετική έννοια, από τους λάτρεις των μανετζέβολων κοντοπούτανων, και των λοιπών τσιμπουκοϋβριδίων.

(πραγματικός διάλογος υπό τον ήπιο αττικό καιρό εντός των χώρων ανάπτυξης του πνεύματος πέριξ της περιοχής Ζωγράφου-Ιλισσίων)

- Ρε σεις, για την Αννούλα τι λέτε, καλό; Ιππεύσιμο;
- Καλούτσικο... λίγο Π.Π.Ο, βέβαια, δεν είναι για σκληρή χρήση θα σου μείνει στα χέρια... με πιάνεις; ε;
- (ο 3ος, ο ερχόμενος) ρε σεις ήμαρτοοοο! ποια Αννούλα ρε! αυτή είναι Π.Π.Μ.Σ.!
- (οι άλλοι δύο μαζί) εε;;
- (με απόλυτη απάθεια ο καθισμένος πλέον 3ος)... τι ε; με σκαμπό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι τα αρχικά των λέξεων Έκθεση Αυθορμήτου Προσελεύσεως, που συμπληρώνεται στον στρατό ως ελαφρυντικό, όταν κάποιος στρατιώτης που δεν έχει επιστρέψει στο στρατόπεδο από άδεια ή έξοδο μετά από την παρέλευση κάποιων ημερών, τελικώς επιστρέφει μόνος του, χωρίς να παρέμβει και να τον αναζητήσει η στρατονομία.

Χρησιμοποιείται όμως και στα στριπτιτζάδικα, όταν μια κοπέλα έρχεται και κάθεται στο τραπέζι σου, χωρίς να την αναζητήσει για σένα ο σερβιτόρος με το λέιζερ.

-Πες στον σερβιτόρο να μου φωνάξει την Λάουρα.
-Δεν χρειάζεται, νάτη έρχεται μόνη της...
-Σωστή η Λάουρα, συμπλήρωσε μια Ε.Α.Π.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αγγλικό αρκτικόλεξο για το Granny I'd like to fuck. Υπερθετικός του μιλφέιγ και της μιλφούς. Για ακραίες περιπτώσεις γεροντοφιλίας.

Τρομερό τζιλφ η Εντίθ Πιαφ, φαίνεται να σκέφτηκε ο Τεό Σαγκαπώ. Δεν εξηγείται αλλιώς!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Gay αρκτικόλεξο που σημαίνει multile anal penetration (πολλαπλή πρωκτική διείσδυση) η οποία είναι σεξουαλική πρακτική κατά την οποία ένας (ευτυχής) κάθεται και τον παίρνει ταυτόχρονα από πολλούς μαζί από το ίδιο (οπίσθιο) μονοπάτι.

Μεταξύ δύο Άγγλων gay (σε πούστικο ύφος) :
- What do you like most Peter? MAP or fist fucking?
(Τι γουστάρεις περισσότερο Πετρούλα, να σου σκίζουν το κωλί 5 μαζί, ή να σε γαμάει 1 με τη γροθιά του;)
- Oh, Ι'd like both, but what Ι favor most is MAP!
(Αχ αχ, κανένα δε με χαλάει, αλλά αυτό που πάω με τα μπούνια είναι το MAP).
- Why?
(Γιατί;)
- Cause Ι like the feeling of multiple ejaculations into my hole!
(Γα δύο λόγους. 1ον : Μου αρέσει να μου κάνουν τον κώλο φινιστρίνι, και 2ον : Προσπαθώ να μείνω έγκυος)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified