Η σεξιστική ιδεολογία και πρακτική κατά την οποία θεωρείται ως προνόμιο το να έχει κανείς πέος και να μπορεί να διεισδύει κατά τη σεξουαλική πράξη, ενώ υποτιμάται αυτός/ή που έχει τον ρόλο του διεισδυόμενου/ης.
Κι εδώ μια βασική πλέον διαφορά, μια καινούρια στιγμή της εποχής της
κρίσης. Στο θέμα της ομοφοβίας φαίνεται ίσως πιο ξεκάθαρα: αν οι
παλιές έμφυλες και σεξουαλικές ιεραρχίες στην Ελλάδα κατέληγαν στο τι
δεν μπορεί να είναι ένας καλός Έλληνας/μια καλή Ελληνίδα (πούστης,
λεσβία, γαμημένη κωλοτρυπίδα, πόρνη κ.ο.κ.), αν δηλαδή παλιότερα οι
ιεραρχίες προέβαλλαν τα αποκείμενά τους ως εθνικώς διαγραμμένα, οι
καινούριες τους επιβιώσεις τα φαντασιώνονται, όλο και περισσότερο, ως
νεκρά. Σε αυτό, η νέα ομοφοβία και ο νέος φαλλοσεξισμός έρχονται
να συναντήσουν το νέο ρατσισμό, που κι αυτος, την εποχή της κρίσης,
(ξανα)δουλεύει όλο και περισσότερο όχι με εικόνες αποκλεισμένων ή
διωγμένων Άλλων, αλλά νεκρών ή ζωντανόνεκρων. Σαν το νέο ρατσισμό,
έτσι και η νέα ομοφοβία και ο νέος φαλλοσεξισμός «της κρίσης»:
γίνονται, όλο και περισσότερο, όχι μόνο βιοπολιτικές στρατηγικές, αλλά
και θανατοπολιτικές. Έτσι, αν σήμερα ο εθνικισμός, ο μάτσο ανδρισμός,
η εθνομαγκιά και η εθνοφοβία μανατζάρουν σώματα ανθρώπων στην υπηρεσία
της εθνοβιοπολιτικής (μας λένε: «Κλειστείτε μέσα και όλα θα πάνε
καλά»), η ομοφοβία, ο ρατσισμός και ο νεοσεξισμός, καλούνται να
μανατζάρουν και την εικόνα οιονεί νεκρών, στην υπηρεσία μιας αναγκαίας
και παραπληρωματικής θανατοπολιτικής (μας λένε: «Εκεί έξω κυκλοφορούν
ζόμπι»). (Δημήτρης Παπανικολάου, Αυγή).