Αυτός που έχει χαλασμένο μυαλό. Μπορεί να είναι και σκατόψυχος σαν χαρακτήρας, αλλά η έμφαση είναι και στο ότι έχουν επίσης διαταραχτεί οι διανοητικές του ικανότητες από τη σκατοψυχία του.

  1. Θα ήθελα να ήξερα ποιος σκατόμυαλος υπουργός υγείας έδωσε εντολή στα νοσοκομεία όταν βγάζουν ακτινογραφίες να ΜΗΝ τις εκτυπώνουν σε εκείνα τα κλασικά μαύρα και διάφανα φιλμ αλλά σε χαρτί Α4 ή Α3!!! (Εδώ).
  2. ΣΚΑΤΟΜΥΑΛΟΣ ΓΑΙΔΑΡΟΣ ΠΑΡΑΤΗΣΕ ΤΟ ΜΕΡΣΕΝΤΕ ΤΟΥ 2 ΜΕΡΕΣ ΤΩΡΑ ΣΤΗ ΜΕΣΗ ΤΟΥ ΔΡΟΜΟΥ. (Εδώ).
  3. Ρε τι κανετε κουβεντα με το παληκαρι δε βλεπετε ποσο σκατομυαλος και σκατόψυχος ειναι??? Περηφανος Ελληνάρας και και τα μυαλά στα κάγκελα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ψακί-μουνί: η γυναίκα - κοπέλα που δεν κάνει χρήση του ξυραφιού στο συγκεκριμένο σημείο ή έχει να κάνει μπάνιο από το Πάσχα. Συνήθως χρησιμοποιείται για κοπέλες πού έχουν κάνει το σεξ καθημερινότητα... και όχι με τον ίδιο άντρα!

  1. Πω ρε φίλε χτες γάμησα μία ψακομούνα, τρία προφυλακτικά έβαλα.

  2. Μέσα σε μπαρ-κλάμπ (αντροπαρέα)
    - Ρε φιλέ ωραία γκόμενα αυτή.
    - Άσε ρε μαλάκα, αυτή είναι ψακομούνα, έχει πάρει όλη την περιοχή.

βλ. και παρτόλα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφορά σε αιδοίο, που αναδύει τη γνωστή... μυρωδιά ψαριού. Κάργα στην απλυσιά είτε για λόγους υγιεινής (όπως λέει η κάτοχός του «γιατί τα τεχνητά καθαριστικά χαλάνε το φυσικό pH του κόλπου»), είτε λόγω αγαμίας/παρθενιά.

- Σκύβω να τη γλείψω δικέ μου και έμεινα.
- Τόσο ωραίο ήταν το μουνί της;
- Δεν ξέρω, δεν πρόλαβα να δω. Σχεδόν λιποθύμισα από τις αναθυμιάσεις.
- Πάλι σε ψαρομούνα έπεσες;;;

(από earendil_ath, 14/12/12)

Σχετικά: μπακαλιαρίλα, καμένο ντουί και το ευρύτερο μουνίλα. Δες και -μούνα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified