SLANG.gr
  • Ελληνικά
  • Sign up or log in
  • Lemmas
  • Definitions
  • Comments
  • Tags
  • Members
  • Forum
  • New definition

Tagged definitions (1)
Showing 1-1 from 1

Selected tags

  • ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ: σύνθεση
  • κεφάλι
  • τοπικά παρωνύμια
  • ΦΟΡΤΙΣΗ: μειωτικό
  • χαρακτηρισμός τόπου

Further tags

  • βλακεία
  • ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ: Μέρη του λόγου - Ουσιαστικό
  • ζώα
  • ΠΕΡΙΟΧΗ: Στερεά Ελλάδα
  • τοπικός ιδιωματισμός
  • χαρακτηρισμός προσώπου
  • ψαράδικα
  • Many comments none
  • A Z
  • Newer Older
  • Recently commented Earlier

ψαρόμυαλος

Σκωπτικό προσωνύμιο για τον Μεσολογγίτη. (Δες).

Ο Ναπολέων ΛΑΠΑΘΙΩΤΗΣ και το Μεσολογγιτάκι, ο… ψαρόμυαλος κριτής του! (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

  • βλακεία
  • ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ: Μέρη του λόγου - Ουσιαστικό
  • ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ: σύνθεση
  • ζώα
  • κεφάλι
  • ΠΕΡΙΟΧΗ: Στερεά Ελλάδα
  • τοπικά παρωνύμια
  • τοπικός ιδιωματισμός
  • ΦΟΡΤΙΣΗ: μειωτικό
  • χαρακτηρισμός προσώπου
  • χαρακτηρισμός τόπου
  • ψαράδικα

Published 2023-10-02 10:07:07+00:00

Khan

Khan

  • 2289
  • 7234
  • Terms & Conditions
  • Privacy Policy
  • Contact

© SLANG.gr 2006-2015

Sign up or log in

Login

I forgot my password!

New member registration

Choosing "Register" below you agree to the Terms & Conditions and the Privacy Policy.