Σύνθημα νίκης.

Προέλευση-ετυμολογία: παραφθορά του αντίστοιχου αμερικάνικου συνθήματος «let's_go» στο μπάσκετ και στο βόλεϋ πριν την έναρξη ή επανέναρξη του αγώνα (μετά το τάιμ-άουτ). Για την παραφθορά πρβλ. μέγκλα, ροζμπίφ κ.α.) -κι ας λέει ο ακαδημαϊκός Μπαμπ(ουίνος) ό,τι θέλει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ξεπερνάω τον εαυτό μου. Αγγλιά ολκής.

Επίσης, αν δεν απατώμαι (διορθώστε με), είναι όρος στο Στοίχημα.

  1. Ο Μάκης που δε μιλάει ποτέ, έκανε όβερ χθες το βράδυ και όλη νύχτα της τα έσουρε της Σάσα κανονικότατα.

  2. Αφού έκανες όβερ μέχρι και τη Μπουλόν, δεν έχεις να φοβάσαι τίποτε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ιστιοπλοϊκός όρος που σημαίνει το μεν σοφράνο την προσήνεμη πλευρά του σκάφους, το δε σταβέντο την υπήνεμη.

Δεν χρησιμοποιείται καθόλου ως ιδίωμα από άσχετους με την ιστιοπλοΐα, χρησιμοποιείται όμως ευρέως από τους ιστιοπλόους, είτε για να εξηγήσουν π.χ. πώς να τεντώνουν την σοφράνο πλευρά του πανιού και να καμπυλώνει έτσι η σταβέντο, είτε (και εδώ είναι το ζουμί) να περιγράψουν με ποιο τρόπο κουτούπωσαν το γκομενάκι στην καμπίνα τους μετά από μια μακρά και τρικυμιώδη πορεία μέσα στο Αιγαίο πέλαγος (και όσοι έχουν ταξιδέψει έστω και μια φορά με ιστιοπλοϊκό καταλαβαίνουν τι θέλει να πει ο γερο-καπετάνιος).

  1. Ανάθεμα αν ξέρουν να ξεχωρίζουν το σταβέντο από το σοφράνο και την πλώρη από την πρύμνη.

  2. Όσοι έρθουν σύντροφοι στο ταξίδι μου, να έχουν στο νου τους τα παρακάτω και να συμμετέχουν στο ταξίδι σαν πλήρωμα και καπετάνιοι μαζί. Να κρατούν, μαζί μου, ευλαβικά τη ρότα τού σκάφους, να φουντάρουν το σίδερο, να δένουν τις πρυμάτσες στην μπίντα τού λιμανιού, να αγαντάρουν στα δύσκολα, να μαζεύουν τούς τυχόν ναυαγούς από σταβέντο, και να ρίχνουν τις στροφές τής μηχανής όταν το σκάφος πλέει σοφράνο...

  3. Με έφαγε το γκομενάκι να το πάρω μαζί μου ως την Ικαριά. Μόλις μπήκαμε Ικάριο της άλλαξα τα φώτα στην καμπίνα. Όλο σοφράνο σταβέντο την είχα.

Stavento: Όμορφη. (από Hank, 11/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά:
κατιμάς ο (ουσιαστικό) [ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ :τουρκ.λ. katma = συμπληρωματικός] μικρό κομμάτι κρέας κατώτερης ποιότητας που προσθέτει ο κρεοπώλης στο ζύγισμα του καλού, για να καταναλωθεί κι αυτό. Αλλιώς κατμάς.

Μεταφορικά και σλαγκικά: Ό,τι μας περίσσεψε, με όλες τις εκφάνσεις της φράσης. Κάτι που σου πασάρουν υπούλως (σαν τον χασάπη ανωτέρω) ή επιλέγεις εξ ανάγκης (επειδή δεν έμεινε τίποτα καλύτερο, ή δεν σε παίρνει να ψωνίσεις καλύτερη ποιότητα λόγω τιμής). Κανείς δεν είπε ότι ο κατιμάς δεν τρώγεται - απλά είναι υποτιμημένος. Συχνά αναφέρεται σε ερωτικούς συντρόφους (Παραδείγματα 1, 2) ή σε παίκτες για διάφορα αγωνίσματα (Παράδειγμα 3).

Στον ερωτικό τομέα, η επιλογή του κατιμά λόγω ανάγκης, δεν αποτελεί απαραίτητα απόδειξη ότι κάποιος είναι σαβουρογάμης / σαβουρογάμα. Ίσα ίσα αποτελεί ένδειξη ότι το υποκείμενο είναι ευέλικτο και έχει αντιληφθεί ότι, λόγω νομοτελειακών καταστάσεων όπως η φυσική επιλογή, όποιο είδος δεν προσαρμόζεται στις συνθήκες είναι καταδικασμένο να εκλείψει.

Ο λαός είναι σοφός και το να ακολουθεί κανείς τις λαϊκές ρήσεις είναι σοφία. Στην περίπτωση επιλογής του κατιμά ακολουθείται το ρητό «Στην αναβροχιά καλό και το χαλάζι».

Το υποκείμενο, για να αποφύγει τις συνέπειες των επιλογών του και την κοινωνική κατακραυγή μπορεί να ισχυριστεί ότι διετέλεσε μια εξυπηρέτηση, οπότε τελικά από δακτυλοδεικτούμενος με την κακή έννοια, γίνεται ήρωας.

Σχετικά λήμματα (μη εξαντλητική λίστα): σαβούρα, πατσαβούρα, πλέμπα, διπλοσάκουλο, τελειωμένος, γαμίκος κ.λπ.

Δεν πρέπει να συγχέεται με έννοιες όπως: Καπαμάς (φαγητό από κρέας με λάχανα), καπλαμάς (επικάλυμμα), κάτι μας... (-συνέβη, -βρήκε, -έτυχε κλπ ρήματα).

Παράδειγμα 1
- Καλά μωρέ Κατερίνα, είναι δυνατόν, πήγες με τον κουασιμόδα, τον τελειωμένοπου τα χει ρίξει σε όλες μας και έφαγε από όλες τον χυλό;
- Σοφία, δείξε σοφία κι άσε την κριτική. Αφού το ξέρεις, τα μισά καλά παιδιά είναι πιασμένα από πουτάνες και τρελές και τα μισά από τα υπόλοιπα είναι λούγκρες. Έκανα και 'γω τον συμβιβασμό μου με τον κατιμά, μέχρι να 'ρθει ο πρίγκιπας.
- Τον έβαλες να φοράει κολάν και καβάλα σε κανα άλογο για να σου 'ρθει η όρεξη;
- Ήπια πριν όλο το Βόσπορο και μετά περιορίστηκα στην ανάποδη καβαλαρία και στο πισωκολλητό. - Τι να σου πω ρε φιλενάδα, άντε και εις ανώτερα.

Παράδειγμα 2
- Γάμησες;
- Γάμησα...
- Λέγε ρε.
- Άσε.
- Λέγε λέμε! Ποια;
- Την Ποπάρα...
- Ε, όχι ρε πούστη εκεί ξέπεσες, στον κατιμά; - Μια εξυπηρέτηση ρε φίλε...
- Είσαι ήρωας κολλητέ, θα πας στον παράδεισο...

Παράδειγμα 3
Ο κατιμάς στον πάγκο, εκτός από τον Βάγγο. (από εδώ)

(από pavleas, 22/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολυσχιδής χαρακτηρισμός προσώπων, εμπνευσμένος από τον ομώνυμο δικαστή (δημιουργία των John Wagner και Carlos Ezquerra, δημοσιευόμενο επί σειρά ετών στο πάλαι ποτέ «Αγόρι». Οι φήμες λένε ότι υπάρχει και ταινία με τον Σταλόνε, αλλά δεν το πιστεύω).

Ο Ντρεντ γενικώς αποδίδει δικαιοσύνη στο δρόμο, κοινώς δικάζει. Είναι ο τσαμπουκαλής, ο ευφυής και ετοιμόλογος, ο απρόσκλητος σχολιαστής και ένα σωρό άλλα.

Ειδική κατηγορία στην αντισφαίριση: Αυτός που καθαρίζει άσσους αφήνοντας τον αντίπαλο παγωτό!

Παρερχόμενος ταξιτζής σε προπέτη και ζοχαδιασμένο αποβιβαζόμενο:
- Άμα σου πάρω την πόρτα, θα σε αρέσει;
- Άμα σου σπάσω τα μούτρα, θα σε αρέσει;
Συνεποχούμενος: Ώπα, σιγά ρε ντρεντ!

Προσηνής συνταξιούχος σε νεαρό δικυκλιστή:
- Με συγχωρείτε νεαρέ μου, αλλά δεν επιτρέπεται η είσοδος μετά της μηχανής.
- Και συ ποιος είσαι ρε, ο Ντρεντ;

Θεατές αγώνος αντισφαίρισης:
- Ρε συ τι μπουμ σερβίς έχει η γκόμενα!
- Ντρεντ! Την δίκασε εντελώς την άλληνα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραλλαγή του κλασικού κοκτέιλ Cuba Libre. Αγαπημένο ποτό των οπαδών της ομάδας της Θεσσαλονίκης, ΠΑΟΚ. Παρασκευάζεται με 3 μέρη Ρετσίνα Μαλαματίνα (αποκλειστικά) και 1 μέρος Κόλα. Χυμός Lime προαιρετικά. Σερβίρεται στα ταβερνεία πέριξ του γηπέδου της Τούμπας τις Κυριακές ή παρασκευάζεται αυτοσχεδίως από τους οπαδούς προ της εισόδου τους στο Γήπεδο της Τούμπας.

– Ρε συ Μάκη, παίξαμε τίποτα χτες, για πάλι χάλια;
– Φίλε, άμα δεν έχεις πιει τουλάχιστον 3 Toumba Libre πριν το ματς, η ομάδα δεν βλέπεται φέτος...

Τούμπα Λίμπρε (από allivegp, 06/08/09)παγωμένη ομορφιά... (από BuBis, 12/10/09)

Δες και κουστούμι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified