Χρησιμοποιείται σε όλη την Θεσσαλία τον τζάμπα μάγκα.

- Σιγά μωρέ τον τύπο. Αυτός είναι μαγκιά, κλανιά κι ο κώλος καταφύγιο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απαντάται στην Κρήτη –πρέπει να αλλάξω γεωγραφικό διαμέρισμα, νομίζω...– και ολόκληρο είναι: «μου αγγίζει (ενν. τα νεύρα)».

Συνώνυμο του «μου τη δίνει», «με εκνευρίζει», «μου την παίζει» –κι αυτό το τελευταίο πάλι σε αποκλειστική χρήση στη μεγαλόνησο.

Περικλής: Είδα τη Λίλιαν χθες με το νέο αμόρε, καμαρωτή-καμαρωτή! Μού 'γγιξε ρε μαλάκα!
Φίλος Πέρι: Υπομονή, ντουντ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν με τη συμπεριφορά μου εκνευρίζω κάποιον σε υπέρτατο βαθμό.

Χρησιμοποιείται επίσης και για να δηλώσουμε την απειθαρχία σε κάποια αρχή, πχ δάσκαλο, αστυνόμο κτλ.

Συνώνυμο: δίνω κρίση.

- Εγώ λέω αρκετά με την Αγγλικού. Πολύ αυστηρή μας το παίζει και μου την σπάει. Λέω να πάμε να τη δώσουμε μια καλή ταραχή αύριο.
- Ναι να την βάλουμε να κάτσει στην καρέκλα που γέρνει. Θα ρίξουμε χοντρά γέλια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση χρησιμοποιούμενη κυρίως στην Πελοπόνησσο, ισοδύναμη με το «θα μου κλάσεις τ' αρχίδια» ή «θα μου κλάσεις μια μάντρα αρχίδια».

- Άμα έρθω εκεί ξέρεις τι έχεις να πάθεις;
- Ξέρω, θα μου κλάσεις τον γκιώνη!

Γκίωνης aka Otus scops (από Vrastaman, 30/11/11)(από GATZMAN, 02/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επτανησιακή παραλλαγή του δάγκωσε τη γλώσσα σου.

Εναλλακτικά, «να δαγκάσεις τον κώλο σου».

- Ωπωπώ συφορά σου συντέλεια σου μαύρη άμα σας πιάκει ο πατέρας της καβάλα!
- Μπα που να δαγκάσεις τον κώλο σου ωρέ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι το σημείο (επίσης η κίνηση προς αυτό ή η δημιουργία αυτού) το οποίο παρέχει κάποια κάλυψη, συνήθως από τα στοιχεία της φύσης. Συντάσσεται συνήθως με την λέξη «κάνω» (βλ. παράδειγμα).

Τοπικός ιδιωματισμός που απαντάται από την ανατολική πλευρά του Νομού Καβάλας έως και όλη την Θράκη.

Δεν γνωρίζω καθόλου για την ορθογραφία της λέξης, την ετυμολογία ή το γένος, η ορθογραφία που χρησιμοποίησα είναι στην τύχη. Οποιοσδήποτε έχει πληροφορίες παρακαλώ να συμπληρώσει.

  1. Έλα προς τα δώ που κάνει λίγο κοητί ρε, τζάμπα σε χτυπάει ο αέρας εκεί.

  2. Μήτσο κάνε λίγο κοητί ρε να ανάψω μια τσιγάρα.

  3. - Χτες μας θέρισε η βροχή ρε μάγκα πάνω στο βουνό.
    - Δε λες πάλι καλά που βρήκαμε εκείνο το πεσμένο δέντρο και έκανε λίγο κοητί;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν με νοιάζει, γράφω κάτι ή κάποιον στα παλιά μου τα παπούτσια. Κυριολεκτικά σημαίνει σε γράφω στ' αρχίδια μου.

Εναλλακτική ορθογραφία: σεκιμέ καντάρ.

- Τελικά δεν θα έρθω στο ματς.
- Σεκεμέ καντάρ, θα πάω μόνος μου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως φοβάται ο διάολος το λιβάνι. Ακόμα μία all time classic πελοποννήζιαν έκφραση που, για ανεξήγητους λόγους, το νετ την αρμενίζει ως παροιμία. Εννοείται ότι υπάρχει διδακτικό περιεχόμενο – αν το δεις, το βλέπεις ε, vikar;

Ο κούρος, το κούρεμα, η κουρά των αιγοπροβάτων είναι παράδοση να γίνεται σε γιορτινό κλίμα με σφαχτάρια, με κρασά και με μπόλικο βέλαγμα γιδός στη θέα του ψαλιδιού. Συνολικά πρόκειται για θέαμα που προκαλεί τον γέλωτα του Πελοποννησίου και τρέφει τον εγωισμό του, καθότι ο ίδιος θα βίωνε την ίδια διαδικασία με αντρισμό. Μια μόνιμη φοβία έχει λοιπόν η μπίτι αναξιοπρεπής γίδα στην πολυκούρευτη ζωή της κι αυτή δεν είναι άλλη από το σκουριασμένο τριζάτο ψαλίδι του βοσκού.

Πριν τις μηχανές κουράς και τις λοιπά σύγχρονα κομφόρ που ακόμα δεν τα λες καθιερωμένα στο γιουνανιστάν, το ψαλίδι έκοβε (και κόβει) για κάθε τούφα μαλλί και μια λωρίδα πέτσα. Θέλει τέχνη το όλο κόλπο κι αμα δεν ξέρεις και δουλειά δε γίνεται και πάει η παναγία σύννεφο. Αν επιχειρήσω δε να μπω στο μυαλό της γίδας, η ακινητοποίηση και τα χρατς χρουτς γύρω απ’ την ουρά μου μάλλον δε μου χρειάζονται. Κι ας λένε οι βοσκοί ότι υποφέρω από τη ζέστη. Καλά κάνω.

Ειρήσθω εν παρόδω, αν τολμήσεις να μιλήσεις για animal rights κάτω απ’ τ’αυλάκι, ετοιμάσου για κράξιμο που δεν έχεις ματαξαναφαγωμένο. Ζώο και πετ είναι έννοιες ασυμβίβαστες, για να μην πω ότι η δεύτερη είναι άγνωστη και ως λέξη και ως ιδιότητα ζωντανού στους άνω των –άντα πελοποννησίους, μονίμως διαβιούντες στη νήσο.

- Ε, λοιπόν δεν πάω προφορικά ρε Μηνά, πώς το λένε; Με τον κάθε καραγκιόζο καθηγηταρά που την έχει δει επιστήμων. Δε μου φτάνει το άγχος μου, πρέπει να δω και την φάτσα τους στο ένα μέτρο; Και την ειρωνεία; Και τα χαρτάκια που περνάει ο ένας μαλάκας στον άλλον; Ένα μάθημα θέλω να τελειώνω, ας μ’ αφήσουν να γράψω... Μήπως πρέπει να τους την παίξω κιόλας;
- Σιγά μωρή ρούσα πως κάνεις έτσι; Σαν τη γίδα από το ψαλίδι... Πήγαινε δώστο να πάει στο διάολο να πάει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το παιδί σου που δεν σε νοιάζεται ή που θέλει να σε ξεφορτωθεί, όταν γεράσεις, αντί να σε φροντίζει και να σε προστατεύει, θα κάνει τα πάντα για να σε ξεκάνει καταλάθος ή ξεπίτηδες. Αντί να σε καθίζει στη σκιά να δροσίζεσαι, θα σε παρατά στον ήλιο να τα τινάξεις μια ώρα αρχύτερα. Και άλλα παρόμοια.

Το άκουσα από Καλάβρυτα μεριά και υποτίθεται ότι το λένε κι άλλοι κειδαπανά.

- Ε, εσύ τουλάχιστον έχεις μια κόρη να σε γηροκομήσει.
- Ποια, η Κατερίνα; Καλέ αυτή θα με παίρνει από τη σκιά και θα μ' αφήνει στον ήλιο!

Got a better definition? Add it!

Published

Καυγάς, διαπληκτισμός.

Έκφραση σε χρήση τουλάχιστο στην ορεινή Ρούμελη.

Εγώ δε θέλω μάγκανα στο σπίτι μου, κι ας λέει ό,τι θέλει το χωριό.

Συλβανα Μαγκανο (από GATZMAN, 13/05/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified