Επιθετικός προσδιορισμός που χρησιμοποιείται κυρίως για το μουνί υψηλής τεχνολογίας. Γενικά, για γκόμενες πολύ αεράτες, ψηλές, εντυπωσιακές, μπαλκονάτες, γυναικάρες. Επίσης, για γυναίκες που η ομορφιά οφείλεται και στην τεχνολογία, (σιλικόνες κτλ). Η χρήση του επιθέτου γίνεται αναλογικά προς τα: «τριφασικό ρεύμα», «τριφασική γεννήτρια», «τριφασικός κινητήρας», «τριφασική συσκευή».
Επίσης, χρησιμοποιείται ως επιθετικός προσδιορισμός στο «φάση». Λέμε «φάση τριφασική». Στην αρχή η χρήση αυτή ήταν κατ' αντιστοιχία προς το «τριφασικό μουνί». Αλλά μετά αυτονομήθηκε και οδήγησε σε μια παρετυμολογία κατά την οποία η «τριφασική φάση», ή απλά το «τριφασικό» σημαίνει το ερωτικό τρίο. Αν και πρόκειται για εμφανή παρετυμολογία, οφείλουμε να την καταγράψουμε, γιατί έχει περάσει στην ελληνική σλανγκ.
Μεγεθυντικό: Τριφασική μουνάρα, η
Τι τριφασική μουνάρα είναι αυτή η Veronica Zemanova! Άλλης τεχνολογίας μουνί!
(Παρετυμολογικά:)
-Είδες την ταινία του Γούντυ Άλλεν που τά 'χουν ο Μπαρδέμ, η Πενέλοπε Κρουζ κι η Σκάρλετ Γιόχανσον, όλοι μαζί; Φάση τριφασική, σου λέω!