Λέξη που χρησιμοποιείται κυρίως από εφήβους, gamers, άτομα που τους αρέσουν οι ταινίες Ε.Φ. και γενικώς καμένους. Αναφέρεται φυσικά στα Αμερικάνικα φαντάρια (marines), αλλά δε μιλάμε για τα πραγματικά φαντάρια που βρίσκονται στο Κόσοβο ή το Αφγανιστάν ή αυτά που βασάνιζαν Ιρακινούς στο Αμπού-Γκράιμπ. Όχι!

Μιλάμε για για τους space marines, τα εξιδανικευμένα φαντάρια που βλέπουμε στις ταινίες του Κάμερον και σκοτώνουν Άλιεν, σάιμποργκ ή Ζεργκ. Αυτά που βλέπουν με θερμικές κάμερες, έχουν φουτουριστικά πολυβόλα με λέιζερ (αν έχουν σφαίρες καταγράφουν τον αριθμό που έμεινε σε LED), έχουν κάνα-δυο cyber εμφυτεύματα για να είναι πιο γαμάτοι, μιλάνε με μικροπομπούς στις μάσκες που κάνουν «κχχχ», λεγοντας φρασεις οπως «affirmative» και άλλα τέτοια καυλωτικά.

Συνήθως οι καραβανάδες των μαρινιών δεν φοράνε τέτοια καραγκιοζιλίκια, αλλά για να δείξουν τη γαματοσύνη τους καβαλάνε τρίμετρα οχήματα mech που βαράνε ρουκέτες. Επίσης συνηθίζουν να λένε κυνικές ατάκες με λογοπαίγνια (πχ. «ας τελειώσουμε την επίθεση γρήγορα και ανώδυνα γιατί θέλω να φάω νωρίς βραδινό») και γενικώς αφήνουν πίσω τον πρωτόγονο Ράμπο να πηδάει δέντρα δεύτερος και καταϊδρωμένος.

- ... και που λες το τέλος σκάνε εκεί τα μαρίνια με τα ελικόπτερα και τα ρομπότ και αρχίζουν να βαράνε στο ψαχνό με τα λέιζερ και φλογοβόλα. Τα κάνουν όλα λίμπα. Δεν μένει ούτε εξωγήινο αυτί!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μπάτσος ειδικών αποστολών που κυκλοφορεί αντακάβα (under cover, παραλλαγμένος/ιν κόγκνιτο) στα στέκια των παρανόμων, διεισδύει στις συμμορίες και συγκεντρώνει εκ των ένδον στοιχεία για το συνδικάτο του εγκλήματος και την ιεραρχία των προσώπων μέσα σ' αυτό.

Πλείστες αμερικλάνικες ταινίες έχουν αντλήσει τη θεματολογία τους από τις εν λόγω αστυνομικές επιχειρήσεις, με κορυφαίες το Donnie Brasco (βασισμένο στην αληθινή ιστορία του Joseph Pistone, με τον Johnny Depp στον ομώνυμο ρόλο) και, φυσικά το θρυλικό Serpico με τον Al (fonso) Pacino στον ρόλο του πράκτορα Frank Serpico, ερμηνευμένο με τέτοια επιτυχία, που χάρισε την ταυτωνυμία «Σέρπικο» σε κάθε μπάτσο του συγκεκριμένου είδους.

Ο Σέρπικο παίζει συχνά την ζωή του κορώνα-γράμματα καθώς, αν αποκαλυφθεί ο διπλός ρόλος του από τους γκάνγκστερ τους οποίους συναναστρέφεται, είναι πολύ πιθανό να βρεθεί με ένα τρίτο μάτι, ενώ και στις περιπτώσεις που φέρει σε πέρας την αποστολή του, δεν τον αναμένει παρά μια πενιχρή αμοιβή (στα όρια της δημοσιονομικής λιτότητας) και μια ζωή στην εξορία με νέο πιστοποιητικό γέννησης και υπό πρόγραμμα προστασίας μαρτύρων.

ΥΓ: Ρισπέκ στη salina για το λ. σεκιουριτάς

  1. Έλληνες «Σέρπικο» κατά των εμπόρων ναρκωτικών. (εδώ)

2.«Σέρπικο» κατά φοροφυγάδων (εδώ)

Ο Frank Serpico κατά την τελετή αποφοίτησης του από την Αστυνομική Ακαδημία (από allivegp, 21/04/12)Ο Frank Serpico επί τω έργω, under cover (από allivegp, 21/04/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified