Further tags

Απόπειρα μετακένωσης στην ελληνική σλανγκ του αγγλικού όρου flashmobbing.

Flashmobbing είναι μια μορφή κινητοποίησης πολιτικής, ακτιβιστικής, απλά χαβαλεδιάρικης ή και πειραματικής, η οποία χρησιμοποιεί νέες τεχνολογίες, όπως ιστιοσελίδες και βλόγια στα διαδίχτυα, καθώς και κινητούμπες με εσεμεσιάσεις, προκειμένου να συντονιστεί ταχύτατα ένα μεγάλο πλήθος διαδηλωτών για να μαζευτεί σε ορισμένο μέρος, (συχνά έναν εμπορικό τόπο, λ.χ. εμπορικό κέντρο ή κάποιο άλλο πιασάρικο μέρος) και να επιδοθεί σε μία φαινομενικώς ανόητη τιραμισουρεαλιστική πράξη, η οποία όμως κρύβει κάποια βαθύτερη πολιτική σημειολογία.

Ο όρος μαρτυρείται από το 2003 και η Βικούλα καταγράφει στον σύνδεσμο παραπάνω πολλές από τις μπαχαλοφλασιές που έχουν λάβει χώρα από τότε. Η ειδοποιός διαφορά της μπαχαλοφλασιάς από οποιαδήποτε άλλη διαδήλωση είναι η ιλιγγιώδης ταχύτητα με την οποία μπορεί να μαζευτούν τώρα οι μπαχαλάκηδες και το γεγονός ότι μπορεί να μαζευτούν ταυτόχρονα και σε διαφορετικές γωνίες του πλανήτη. Αυτό δίνει μια παραπάνω ευχέρεια στο να γίνεται διαδηλωτικός χαβαλές, που δεν θα ήταν δυνατό με τις παλαιές μεθόδους.

Η ελληνική μετάφραση του όρου που προέκρινα, κάνει χρήση των εξαιρετικά σλανγκικώς φορτισμένων όρων μπαχαλάκιας και φλασιά. Σημαίνει δηλαδή ότι έρχεται φλασιά σε έναν μπαχαλάκια να αντιδράσει και ταχύτατα μπορεί να συσπειρώσει όλους τους συμπαχαλάκηδες παγκοσμίως. Ορισμένες, πάντως, από τις μπαχαλοφλασιές ενδέχεται να οργανώνονται και από φορείς που θέλουν να τεστάρουν τις δυνατότητες του Διαδικτύου σε πραγματικές συνθήκες.

Σχετικό φαινόμενο είναι και ο χακτιβισμός (hacktivism < hacker & activism), όπου μπαχακερόνια (=χακερόνια μπαχαλάκηδες) χρησιμοποιούν υψηλή τεχνολογία ηλεκτρονικών υπολογιστών για να πραγματοποιήσουν online διαμαρτυρίες, να κάνουν απείθεια σε κανόνες του κυβερνοχώρου, και να πετύχουν να διακόψουν την ροή πληροφορίας επεμβαίνοντας εσκεμμένα στα δίκτυα του παγκόσμιου κεφαλαίου.

Στις 22 Μαρτίου 2008 ανακηρύχτηκε η Παγκόσμια Μέρα Μαξιλαρομαχίας. Οργανώθηκε μπαχαλοφλασιά σε 25 πόλεις σ' όλον τον κόσμο και οι μπαχαλάκηδες έκαναν κολοσσιαίες μαξιλαρομαχίες μεταξύ τους και με τους περαστικούς.Σύμφωνα με την Wall Street Journal, περίπου 5.000 μπαχαλοφλασάκηδες συμμετείχαν στη Νέα Υόρκη. Η μπαχαλοφλασία χρησιμοποίησε τα εξής μέσα: Facebook, Myspace, blogs, public forums, ιστοσελίδες, text messaging, email. Οι πόλεις που διεξήχθη η μπαχαλοφλασιά ήταν οι εξής: Basel, Beirut, Boston, Budapest, Chicago, Copenhagen, Dublin, Houston, Innsbruck, London, Los Angeles, Melbourne, Monterrey, New York City, Paris, Pécs, Shanghai, San Francisco, Stockholm, Sydney, Vancouver, Washington, D.C., Ζurich.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος κυβερνητική αποτελεί αντιδάνειο από το αγγλικό Cybernetics, που προέρχεται από την ελληνική λέξη κυβερνήτης= πηδαλιούχος, οιακιστής, κυβερνήτης, πιλότος. Η κυβερνητική είναι η θεωρία για τον έλεγχο και την επικοινωνία της κανονιστικής ανατροφοδότησης (feedback, σλανγκιστί= πισωτάισμα) σε ένα σύστημα βιολογικό, κοινωνιοτεχνολογικό ή κοινωνικό. Αν και η κυβερνητική αρχίζει περίπου στην εποχή του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, είναι οι νέες τεχνολογίες, όπως το Διαδίκτυο, που έχουν απογειώσει την κυβερνητική και έχουν δημιουργήσει ένα είδος σχετικής κουλτούρας, την cyberculture, σλανγκιστί κυβερνοκουλτούρα.

Για να περιγραφούν τα νέα ιδιάζοντα φαινόμενα της κυβερνοκουλτούρας του Διαδικτύου έχουν χαλκευθεί στα αγγλικά πολλές λεξιπλασίες, τις οποίες θα επιχειρήσω να μεταφράσω στα ελληνικά σε σε δεύτερη παγκόσμια αποκλειστική μετάδοση. Εννοείται ότι πολλά χάνονται στην μετάφραση και είναι υποκείμενα βελτιώσεων, αν και επίσης πολλά είναι αντιδάνεια απ' την ελληνική. Πηγή μου για τους ορισμούς των αγγλικών όρων είναι το βιβλίο: BELL, David, Cyberculture Theorists. Routledge: London, 2007. Το χαρακτηριστικό πολλών από αυτές τις λεξιπλασίες είναι ότι αποδομούν τα διπολικά σχήματα του παρελθόντος με το να συμφύρουν πρώην αντιθετικές έννοιες στην ίδια λέξη. Λοιπόν:

- παντοπικοποίηση, η / glocalization (<globalization & localization): Το γεγονός ότι η παγκοσμιοποίηση έχει φέρει ταυτόχρονα μια έξαρση της τοπικότητας.

- παιδιασκέδαση, η / edutainment (<education & entertainment): To γεγονός ότι στο Ίντερνετ είναι συνυφασμένες η εκπαίδευση και η διασκέδαση, όπως λ.χ. στην Βικούλα ή στο slang.edu.

- παραγαναλωτής, ο / prosumer (<producer & consumer): Το γεγονός ότι ο «καταναλωτής» του Διαδικτύου είναι ταυτοχρόνως και παραγωγός μέσω ποικίλων μορφών διάδρασης, όπως τα βλόγια.

- πληροφοριφήμιση, η / infomercials (<information & commercials): Το γεγονός ότι συμφύρεται τι είναι εμπορική διαφήμιση και τι πληροφορία. Και για την απλή πληροφορία δίνεται μάχη, όπως για την ιδιοτελή διαφήμιση.

- τεχνοσταλγία, η / technostalgy (<technology & nostalgy): Η καλλιέργεια μέσω της τεχνολογίας μιας παράδοξης νοσταλγίας του μέλλοντος, μιας νοσταλγίας για ρομαντικές φουτουριστικές ουτοπίες, που ξέρουμε ότι δεν είναι ακριβώς έτσι που θα εξελιχθούν τα πράγματα. Ή, αντιστρόφως, το να νοσταλγούμε προβολές από το παρελθόν στο μέλλον, οι οποίες έχουν (εν μέρει ή ολικώς) διαψευστεί, λ.χ. να βλέπουμε νοσταλγικά την ταινία «2001» του Kubrick.

- τεχνουάρ, ο / τεχμελανός, ο / μελάντεχνος, ο / technoir (<technology & noir) Κάποιος που κάνει δυσοίωνες και καταστροφολογικές προβλέψεις για τις επιπτώσεις της τεχνολογίας στο μέλλον της ανθρωπότητας. Ή, μπορεί να είναι και ένα ολόκληρο genre ταινιών ωσεί θρίλερ με θέμα έναν εφιαλτικό φουτουρισμό, λ.χ. το Gattaca, που ονομάζονται έτσι κατά το film noir.

- δυστοπία, η / dystopia: Το αντίθετο της παραδεισιακής ουτοπίας. Μια τεχνουάρ κινδυνολογία για μελοντικές κολάσεις λόγω της τεχνολογίας.

- Χιμερική, η / Chimerica Από τα χίμαιρα και China και America: Η τελείως χιμαιρική αλληλεξάρτηση Κίνας και Η.Π.Α. στο πλαίσιο της τωρινής παγκοσμιοποίησης, από την οποία βολεύονται με τον τρόπο τους και οι δύο προς το παρόν, αλλά κάποτε μπορεί να σκάσει πως αποτελεί μια χίμαιρα, που δεν μπορεί να κρατά επ' αόριστον, και να τρέχουμε.

- κυβερνοπάνκ, ο / cyberpunk : Μεταξύ άλλων ένα genre ταινιών και βιβλίων, όπως το Blade Runner του Ridley Scott. Βλ. και την Βικούλα.

- Άλλοι όροι με α' συνθετικό το -cyber είναι τα: cyberspace, cyberprep, cybersex, cybercity, cyberpolicy, cyberfeminism, cyberpsychology, cyberquake, cyberlife, για τα οποία οι μεταφράσεις είναι εύκολες, όπως το ήδη σλανγκογραφηθέν κυβερνογαμήσι. Σημειωτέον, ότι οι όροι αυτοί μπορούν να σλανγκιστούν έτι περαιτέρω με το να συσχετιστούν με την ξεφτίλα της κυβέρνησης. Λ.χ. οι όροι κυβερνοκουλτούρα και κυβερνογαμήσι μπορούν να χρησιμοποιηθούν για φαινόμενα Ζαχόπουλου.

- Επίσης, ο όρος navigating = πλοηγούμαι-πλοηγώ, θεωρείται πασέ, και πιο προχώ θεωρούνται οι όροι cycling through και windowing, που περιγράφουν το να τρέχεις πολλά παράθυρα ταυτόχρονα και να τα διασχίζεις και δουλεύεις όλα μαζί, ιδίως αν μπορείς να τα έχεις όλα παράλληλα σε μια οθόνη, όπως κάνουν ιδιαίτερα οι μακάκιες. Οι όροι θα μπορούσαν να αποδοθούν ως: Διακυκλίζω και διαπαραθυρίζομαι. Οπότε και το ρήμα εκπαραθυρώνομαι μπορεί να σλανγκιστεί αναλόγως.

Υπάρχουν και πολλοί άλλοι όροι, αλλά τέσπα, αρκετή οθονιά για σήμερα...

Από ένα κυβερνοκουλτούρα να φύγουμε άρθρο του in.gr.

Η κυβερνοκουλτούρα δεν είναι απλώς μια τάση ούτε ένα κίνημα, όπως απαίδευτα διαμηνύεται συχνά. Είναι η πολιτιστική μεταβολή της πραγματικότητας των ανθρώπων, οι οποίοι δέχονται ή παρασύρονται να δεχτούν την τεχνολογία ως ένα ακόμα στάδιο εξέλιξης.

Οι πολίτες του Διαδικτύου αποδεικνύονται δημιουργοί και εφευρέτες εφόσον κάθε αποτελεσματική χρησιμοποίηση μιας γνώσης αποτελεί αυτοφυώς μια ευρετική, μια δημιουργία. Στο Διαδίκτυο αναιρείται ο επίσημος κώδικας αναγνώρισης των γνώσεων ενώ οι πολίτες του μεταφέρουν και δυνητικά κυοφορούν μια γνώση της οποίας η διάδοση δεν την ευτελίζει και η ιδιοποίησή της δεν την καταστρέφει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ρίζα είναι: zip = διαδικασία κωδικοποίησης δεδομένων + -άρω, -άρισμα, κ.λπ., που χρησιμοποιούνται ως κατάληξη για να δημιουργήσουν ένα ελληνικοποιημένο ρήμα, ή οποιοδήποτε άλλο μέρος του λόγου, ανάλογα με την περίπτωση.

Συνήθως υποδηλώνει τη διαδικασία πακεταρίσματος πολλών διαφορετικών αρχείων σε ένα αρχείο, με την συγκεκριμένη μορφοποίηση δεδομένων zip.

Ζίπαρέ τα ρε Θανάση και στείλ' τα επιτέλους... Θα χρονίσουμε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο εντελώς ανίδεος στη χρήση υπολογιστικών συστημάτων. Ο ανίκανος να παστώσει το κοπίδι.

Από το αλβανικό μπιτ=εντελώς και μάπας=βλάκας, παραπέμποντας στις ψηφιακές εικόνες τύπου bitmap.

Καλά ρε πούστη! Μπίτμαπ είσαι; Έδωσες την πιστωτική σου στο hackers.net;

(από baznr, 27/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μouse pad στα ελληνικά.

Σύνθετη λέξη από το ποντίκι και τον διάδρομο ή διαδρομή. Όπως «αεροδρόμιο».

Υπάρχουν ποντικοδρόμια σαν χαλιά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ουσιαστικό ή ρήμα (κλίνεται όπως το fear).

Τρομάζω. / Ο τρόμος που καταβάλλει κάποιον όταν πρόκειται να εκτεθούν σε τρίτους φωτογραφίες αποδοκιμαστικού περιεχομένου.

Π.χ. φωτογραφίες:

  • ψωνίστικες
  • δήθεν
  • πειραγμένες απο photoshop
  • που φανερώνουν κόμπλεξ
  • σεξουαλικού περιεχομένου

Μην νοιώθεις φωτογραfeared, δεν θα δείξω πουθενά τις φωτό σου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Αριστερό» σερφάρισμα ή ποντίκωμα αποκαλείται ο on-line αυνανισμός, το να πλοηγείσαι δηλαδή στο διαδίκτυο με το αριστερό σου χέρι, καθώς το δεξί ψυχαγωγεί τον μπαργαλάτσο.

Πρόκειται για Ελληνική απόδοση των left-hand surfing και left-hand mousing.

Βαγγέλης: Γιο, πάμε για κανά μπυρόνι;

Πέρι: Έχω ραντεβού για αριστερό ποντίκωμα με το Kitty_Darling69 που γνώρισα στο πεηντάρ.gr

Βαγγέλης: Έχει πιξελιάσει το μουνί σου στο cyber-φραπέ, ρε πστ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προτεινόμενος όρος για διαδικτυακό φαινόμενο.

Κατ' αρχήν, σπρετσατούρα είναι η επιτηδευμένη ατημέλεια, «το να κάνεις τα δύσκολα να φαίνονται εύκολα, ένα είδος αυτο-ειρωνείας στο εμφανισιακό σου στυλ».

Ως «κυβερνοσπρετσατούρα» εννοώ το να επιλέγεις να μην χρησιμοποιείς κώδικες του Διαδικτύου, όπως λ.χ. τα lol, λολ, Μ.Α.Ο., LMFAO κ.λπ., *X/Μ, rofl κ.τ.λ. Αλλά προτάσσοντας μια οικολογική ανησυχία του στυλ χασίσι, γαμήσι κι επιστροφή στη φύση, να επιμένεις να προσομοιώνεις και στον γραπτό διαδικτυακό λόγο (έστω ατελώς) ηχοχρώματα του φυσικού προφορικού λόγου ή άλλους φυσικούς ήχους.

Αυτό που διακρίνει την κυβερνοσπρετσατούρα από αυθόρμητους και τυχαίους σχηματισμούς, όπως λ.χ. τον Μέσειο γέλωτα «αχαχαχαχαχαχαχ ΤΜ» είναι ότι η πρώτη γίνεται με επίτηδευση για να πούμε ότι και καλούα είμαστε φυσικοί, αυθόρμητοι κτλ.

Στυλίστ κυβερνοσπρετσατούρας:

  1. Έστω το φημολογούμενο ως καμπανιστό γάργαρο γελάκι της περιωνύμου αρχοντολεβεντοσλανγκομούνας. Το μεταφέρουμε στον γραπτό διαδικτυακό λόγο ως:

χαχαχαχαχαχαχαχα

Επειδή η εν λόγω χρήστρια κατά δήλωσή της: «έτσι γελάω κι όλας ξεκινάω με ένα ααααααα και μετά ξεσπάω χαχαχαχα», βλ. *X/ΜΟΥ, φροντίζουμε να προηγείται το άλφα του χι στην αρχή:

αχαχαχαχαχαχαχαχα.

Για μεγαλύτερη αίσθηση κυβερνοσπρετσατούρας διαπλέκουμε ατάκτως τα χι και τα αλφα και τελειώνουμε κατά προτίμηση με χι:

αχαχαχχααχχαχαχαχχαχχχααχαχαχ.

  1. Το θαυμαστικό «!» που μετατρέπεται σε «1» στο chat, όταν βαριέσαι πλέον να πατάς ταυτόχρονα το shift και το 1:

Λ.χ. !!!!!!!!!!!!!!!!!111111.

  1. Χρησιμοποιείς προφορικά επιφωνήματα, όπως ετς και για να ειρωνευτείς τους ντοτάδες τα αποδίδεις με ντοταδίστικη μορφή αγγλικού αλφαβήτου χωρίς να χάνουν τον χαρακτήρα τους ως απόδοση ακούσματος, δηλαδή ως: etc.

  2. Όροι της «νηπιακής ιδιολέκτου» (Χαλικούτης), όπως καραγκαγκάν προσδίδουν έναν γουτσισμό με την καλή έννοια στην κυβερνοσπρετσατούρα. Γενικώς, κάθε ηχομιμητική λέξη είναι ευπρόσδεκτη, λ.χ. φιρουλί φιρουλό.

  3. Ιδίως όροι από κόμιξ, όπως σλουρπ!, λυγμ, κλαψ κ.ο.κ.

Έτσι η κυβερνοσπρετσατούρα γίνεται μια αυτοφυής σλανγκική αντίσταση στην επέλαση της αμερικλανιάς, χωρίς να μεταπέσουμε σε e-λληναρισμό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άλλος τρόπος για να πεις ότι «είμαι τζαμπατζής και προτιμώ να κλέβω ίντερνετ από το γείτονα παρά να δίνω 17 ευρώ το μήνα». Και ίσως, για όποιον θίχτηκε, «που να τρέχω να κάνω συνδέσεις μωρέ, καλό είναι και το γειτόνεξ». Η σύνδεση γειτόνεξ είναι η τεχνολογική εξέλιξη της τράκας, του τζαμπέισον και του δαιμόνιου οικονομικού μυαλού.

Το μόνο που χρειάζεται είναι ένας γείτονας που επιλέγει το ασύρματο ρούτερ γιατί είναι πιο μούρικο και γιατί υπάρχει προοπτική αγοράς μιας συσκευής που μπαίνει ασύρματα στο ιντερνέτ. Από εκεί και πέρα μπορείτε να συνδεθείτε είτε αυτόματα χωρίς να κάνετε τίποτα, είτε με τον κωδικό «1234567890123», είτε με την ημερομηνία γέννησης του γείτονα αν τα πράγματα δυσκολέψουν και έχετε δίπλα άτομο στο οποίο θέλετε να περάσετε την εικόνα του χακερά.

Από τις λέξεις «γείτονας» συν «κόννεξ» μείον τον οτεγιάννη συν τα ψαχτήρια του 11888 (η παρένθεση για την πράξη ανοίγει ακριβώς μετά το μείον και κλείνει ακριβώς μετά το τρίτο 8άρι για να βγουν καλά τα πρόσημα).

- Τί σύνδεση έχεις ρε φιλαράκι και αργεί τόσο το εργαλείο ναούμ';
- Γειτόνεξ ρε τζάμπα αλλά αργό, δεν τα έχουμε κι όλα δικά μας, εμ σαμπού εμ κοντισιονέρ!
- Τί σαπούνια και κοντίσιονερ ρε;
- Δεν το κατάλαβες; Αφού δεν έλεγε αυτοαναφορικά ρε γαμώτο...
- Σε βάρεσε η ακτινοβολία κατακέφαλα μου φαίνεται.

(από nick, 20/05/09)(από GATZMAN, 16/11/10)

Βλέπε και γείτονετ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που αφορά spam, που έρχεται σε απρόσκλητη επικοινωνία, συνήθως με σκοπό τις πωλήσεις ή την προώθηση ιδεών. Ενοχλητικός, γλοιώδης, 80s απατεώνας.

Είναι Spamστικό να μου υποδεικνύει κάποιος τι να αγοράσω.

βλ. και σπαμστικός, σπαμαρχίδας, σπαμεράς

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified