Ο τελείως άσχετος με πληροφοριακά συστήματα τύπος που όμως δεν το βάζει κάτω και προσπαθεί. Ο τύπος που, στο μάθημα των υπολογιστών, όταν η δασκάλα έλεγε κουνήστε το ποντίκι μπροστά στην οθόνη, το σήκωνε ψηλά και το κούναγε κυριολεκτικά απέναντι και μπροστά από την οθόνη.

Κατέβασα από το ιντερνέτι τους στίχους των Depeche Mode, είμαι τρελός χάκερ τελικά. (αλλά το εννοεί)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως chatσος, είναι αυτός που συμπεριφέρεται ως τσατσόνι στα chat-rooms, άλλως κουβεντοδωμάτια.

Ετυμολογία του κανονικού τσάτσου:

θεία > θεια > τσα > τσατσά > τσάτσος.

Μπήκε χτες ένας chatσος στο chat και τά 'κανε όλα λίμπα!

Κωνσταντίνος Τσάτσος (από Dirty Talking, 26/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γκόμενα που διακρίνεται για την εκρηκτική παρουσία της και την υπερσεξουαλικότητα της.

- Πω πω πω. Κοίτα ρε μαλάκα τι κόμματος περνάει μέρα μεσημέρι.
- Τι κόμματος και κουραφέξαλα. Αιδοιεσέλ κανονικό. Θα μας τρελάνει η τύπισσα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ιντιρν­ιλούδι (ουδ) ή και Ιντιρνιλούδα (θηλ.): λόγω της παρονομασίας (ιντιρνιλού - ίντερνετ - λουλούδι) ο όρος χρησιμοποιείται πλέον στο διαδίκτυο για να εκφράσει την γυναίκεια ομορφιά και να την εξυμνήσει, προερχόμενο απ' τον στίχο παραδοσιακού θρακιώτικου τραγουδιού, η Ιντιρν­ιλούδα.

Ιντιρν­ιλούδα: θηλυκό υποκοριστικό του «Ιντιρνιλού» (αυτή που είναι από την Αδριανούπολη / Εντιρνέ στα τούρκικα).

Το δε ουσιαστικό, συνοδεύεται πάντα (μα πάντα) μέσα στον λόγο, ανεξαρτήτως θέσεως, απ' το επιφώνημα ωχ αμάν αμάν, για να εκφράσει τον σεβντά.

Στο κατόπι τους δε, είναι πάντα ο Internet Jones.

παραδειγμα1

ωχ αμάν αμάν,μια ιντίρνιλούδα λούζονταν,
μια ιντίρνιλούδα λούζονταν κι η μάνα της τη χτένιζε
............... παραδειγμα 2

-ρε συ μπηκα σ ενα προφιλ και ωχ αμαν αμαν ρε
-τι;! εχεις παθεις σοκ
-ναι.νεοτάτη κι εχει κορη!την ειχα για τη μικρη της αδερφη!
-και;
-τι ιντιρνιλουδια ηταν αυτα ωρε κι οι δυο τους
-για λεγε
-μανα και κορη ρεξονα μαζι
-τι ρεξονα ρε ζαβε;
-ρεξονα ρε σου λεω.μ αφησανε ξερο.πως να στο περιγραψω!
-αλλος Internet Jones μας προεκυψε,σοβαρεψου!

(από panos of oz, 17/04/12)(από panos of oz, 17/04/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τύπος ανθρώπου που βάζει like σε κάθε post στο facebook, από διαφήμιση ψαροταβέρνας μέχρι site υπέρ της ευθανασίας, ενίοτε με απώτερους σκοπούς, αν γίνεται στο προφίλ γκόμενας. Κάνει like σε κάθε τραγούδι που ποστάρει, από Ημισκούμπρια μέχρι Κάρμινα Μπουράνα και από Τερλέγκα έως στρουμφάκια.

Το παρωχημένο μοντέλο λαϊκισμού της «Αυριανής» των 80's συναντάται σήμερα ως like-ισμός με ακραία μορφή του τον επονείδιστο εις εμέ αυτο-like-ισμό, ο οποίος είναι η υπέρτατη μορφή βλακείας. Για να ποστάρεις κάτι ρε μάστορα σημαίνει ότι σου αρέσει. Τί το βάζεις το like; Είναι σαν αυτοϊκανοποίηση σε ντο ματζόρε συνοδεία κουαρτέτου από τρόμπες ποδηλάτου.

Ρε συ ο Μάκης γουστάρει την Ντιάνα!
— Έλα ρε, πού το ξέρεις;
— Όλη μέρα κάνει like στα ποσταρίσματά της! Έκανε μέχρι και σε γκρουπ απολέπισης δέρματος με σαγόνια καρχαρία!
— Like-ιστής παιδί μου... τί περιμένεις;

(από σφυρίζων, 01/08/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύνθετη έννοια,από την αγγλική λέξη spammer και το σπαστικός. Περιγράφει αψεγάδιαστα το ενοχλητικό σκουπίδι του διαδικτύου, περσόνα που προκαλεί την έκρηξη των γεννητικών οργάνων άλλων χρηστών του internet και γίνεται συχνά πυκνά αντικείμενο χλευασμού για το λόγο αυτό.

Συνώνυμα: σπασαρχίδιο (δικτύου), και ντέφια

- Γεια, είμαι ο Στέφανος! Γράψου στο blog μου αν θέλεις, παίξε και το παιχνίδι μου!
- Τι είναι αυτός ο σπαμστικός ρε μαλάκα, σε λίγο θα ζητάει και πίπες...

βλ. και σπαμαρχίδας, Spamστικός, σπαμεράς

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο λαλίστατος που αυτά που λέει προκαλούν λολ, ο λολαδερός. Από το ιδίωμα του Φέισμπουκ.

Από κοντά είναι τελικά ένα πολύ σοβαρό και μάλλον σιωπηλό παιδί, στο Φέισμπουκ όμως είναι λολίστατος!

Got a better definition? Add it!

Published