Πολυχρηστικός όρος.

  1. Μονάδα μέτρησης απόστασης. Σημαίνει:

α. Χιλιόμετρο. Μουράτη στρατοκαυλική λέξη, παρμένη από ταινίες δράσης (βλ. εδώ)
β. Βήμα. Χρησιμοποιείται σε καταστάσεις πλήθους ορθίων ανθρώπων, π.χ. των παστωμένων φουκαράδων σε λεωφορείο ή αυτών που περιμένουν σε οποιαδήποτε ουρά για δουλειά ή διασκέδαση.
γ. Κώλος. Χρησιμοποιείται σε καταστάσεις ανθρώπων καθήμενων σε σειρά, π.χ. κινηματογράφος, ταβέρνες, στάγιερ (βλ. κώλο μέσα, κώλο έξω). Αν και ο κώλος είναι μέγεθος ευρισκόμενο κανονικά μόνο σε ακέραιες μονάδες, το κλικ διακρίνεται και σε υποδιαιρέσεις.
δ. Οποιαδήποτε μη προσδιορίσιμη απόσταση στην οποία θέλουμε να προσδώσουμε εσάνς ακρίβειας (για την συλλογιστική της μπαχαλοακρίβειας βλ. μαρκούτσι).

  1. Μονάδα μέτρησης μάζας/όγκου. Χρησιμοποιείται κυρίως στην πειραματική (φοιτητική) μαγειρική (βλ. παράδειγμα).

  2. Μονάδα μέτρησης μη μετρήσιμης ιδιότητας, γενικώς και αορίστως. Χρησιμοποιείται για οποιαδήποτε ιδιότητα αντικειμένου ή προσώπου μας καυλώσει.

  3. Στην έκφραση κάνω κλικ.

Κλικάρω, πατώ ένα από τα κουμπάκια του ποντικιού του υπολογιστή (κυρίως του αριστερού). Τοιουτοτρόπως και κάνω διπλό κλικ, ήτοι διπλοκλικάρω, διπλοποντικιάζω.

  1. Στην έκφραση μου κάνει κλικ.

Ετυμολογία πιθανώς από τη συμπεριφορά μηχανών, απλών ή ηλεκτρικών όπου ο ήχος κλικ υποδηλώνει την πλήρωση ενός επαρκούς κριτηρίου για την ενεργοποίηση μιας φάσης λειτουργίας ή την ένδειξη για το ότι αυτή ολοκληρώθηκε. Βλ. (ή μάλλον άκουσε) τον ήχο που κάνει το καπάκι του ρεζερβουάρ ή μερικών μπουκαλιών όταν ασφαλίσουν, της ζώνης ασφαλείας όταν κουμπώσει, του φλας.

Μεταφορικώς σημαίνει το ανεπαίσθητο στους άλλους ερέθισμα που προκαλεί σημαντική αλλαγή της στάσης μας για ένα πρόσωπο (κυρίως) αλλά και για μια κατάσταση, για μια επιλογή, λ.χ. να αγοράσουμε κάτι, να δούμε μια ταινία, να επιλέξουμε ένα επάγγελμα. Είναι η πλήρωση μιας αδιευκρίνιστης κρίσιμης μάζας μέσα μας που οδηγεί την ψυχολογία μας σε μη γραμμικώς ανάλογα αποτελέσματα. Συχνά μάλιστα, όταν μας κάνει κάτι κλικ, μπαίνουμε και σε μοντ.

  1. α. - Τι γίνεται εδώ; Πατσίδη πού σκατά πάει την ίλη ο ίλαρχός σου;
    - Θα χτυπήσουν το 614 κύριε διοικητά!
    - Το ποιο;
    - Το ύψωμα 614! Τρία κλικ ΒΒΑ από εδώ!
    - Ποιος το διέταξε αυτό; Στρατοδικείο θα σας πάω ρε!
    - Θα μου κλάσεις μια μάντρα αρχίδια γαμημένε, πουσταρά, γαμιόλη, αρχίδ...
    - Πατσίδης! Ξύπνα πουστόνεο, το γερμανικό σε περιμένει!
    - Όχι ρε θαλαμόσκυλο, πάνω στο καλύτερο...

β. - Ρε καρντάση, κάνε ένα κλλλικ προς τα μέσα να μπω κι εγώ.
- Από Σαλονίκη φιλαράκι;
- Ναι ρε αδερφέ. Τι να κάνεις, μέχρι να μας φτιάξουν δικό μας μετρό θα παίρνουμε το δικό σας, κατάλαβες;...

γ. - Μαράκι έλα κάτσε εδώ ρε συ, έχει θέση!
- Ουστ ρε σαλιάρη! Εδώ θα καθήσεις κούκλα μου, άστον αυτόν, θα σε κάνει βαβά... Λαός! Κάντε όλοι ένα κλικ δεξιά!
- Βασικά ένα γεια πέρασα να πω και θα φύγω...

δ. - Καλώς το νέο συγκάτοικο! Σχολή, ΑΤΜ, σούπερ-μάρκετ, γυράδικα, κρεπάδικα, ρεμπετάδικα, κωλάδικα, όλα σε μισό κλικ απόσταση είναι από το σπίτι. Σου λέω ανετίλα να πούμε.
- Σε τι απόσταση;
- Θα μάθεις μικρέ, θα μάθεις...

  1. - Φίλε πήρα κάτι μπριζολάκια για το βράδυ. Ξέρεις καμιά συνταγή;
    - Τι συνταγή ρε! Ρίξτα σε ένα ταψί με λίγο νερό, λάδι, αλάτι και ρίγανη και τέλος.
    - Λεμόνι να βάλω;
    - Εεεε, ξέρω κι εγώ; Βάλε και μισό κλικ λεμόνι, τζάμπα είναι.

  2. - Πώς σου φάνηκε η ταινία;
    - Καλή μωρέ, δε λέω, αλλά ένα κλικ ανιστόρητη...
    - Α, λες για τη σκηνή που ο Μέγας Αλέξανδρος βγαίνει από τον Δούρειο Ίππο και φοράει αλεξίσφαιρο;

  3. - Μωρουλίνι μου συγχαρητήρια! Πάει και ο δεύτερος ορισμός! Είσαι μέρος του τιμημένου εκλογικού σώματος του slang.gr!
    - Τι να κάνω τώρα;
    - Κάνε κλικ στο patsis... Ωραία... Κλικ στο «ορισμοί χρονολογικά»... Μπράβο... Τώρα πιάσε κάθε ορισμό και κάνε κλικ στο πέμπτο αστέρι... Επ, επ, περίμενε, στο πέμπτο αστέρι δεξιά! Μας κατέστρεψες ρε Δεσποινάκι, μα τι σκατά αράβικα διαβάζεις; Ανάποδα;
    - Δεν είμαι η Δέσποινα! Είμαι αντεργκράουντ σλανγκομούνα της αστυνομίας μπαγαποντοδοσίας. Έχεις το δικαίωμα να μην σλανγκίσεις, αν δεν έχεις ιστομάστορα θα διορίσει για λογαριασμό σου ο ρουμάνος...

  4. - Φίλε τι έχεις;
    - Τίποτα, τίποτα...
    - Μήπως είσαι ερωτευμένος κι οι ματιές σου είναι θολές;
    - Αααααχχχχχχ...
    - Για κοίτα με στα μάτια λοιπόν κι εξηγήσου!
    - Από τότε που διάβασα τον ορισμό της κάτι έχω πάθει...
    - Μα αυτή είναι αρχοντομούνα αγόρι μου, εσύ καβουροσλανγκόσαυρος... Δεν κολλάει το πράμα!
    - Κάτι μου έκανε κλικ όμως ρε δικέ μου... Θα της στείλω πιμί!
    - Πρόσεχε! Αυτή θα σε βάλει να ξυρίσεις και μουστάκι, να μου το θυμηθείς!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόλογος: Η σύγχρονη ζωή, που μας παρασέρνει ώστε να χρησιμοποιούμε αλληλοσυνδεόμενα γκατζετάκια ακόμα και στην τουαλέτα (βλ. σχετική αναφορά στο λήμμα σλανγκοπαθής), με πρώτα και καλύτερα τα κινητά (τα οποία κουβαλάμε πάνω μας, κολλητά με το σώμα μας, ενίοτε δυο-δυο και σπανίως απενεργοποιούμε), μας έχει μπλέξει με την ανοχή μας σε μια, πρωτοφανή για την φυσική ιστορία του πλανήτη μας, πλημμύρα πηγών ύποπτης ακτινοβολίας η οποία δύσκολα θα βγει σε καλό για την υγεία μας.

Η πρωτότυπη σλανγκιά: Ακουσμένη από πιλότο πολεμικής αεροπορίας, η έκφραση αποδίδει την ελαφρώς μοιρολατρική ανησυχία αυτών των ανθρώπων για το γεγονός ότι σε πολλά μαχητικά, κάτω από τη θέση τους στο κοκπιτ, βρίσκονται όργανα ραντάρ που εκπέμπουν ισχυρότατες ακτινοβολίες, προς τα έξω βέβαια, αλλά για μια αμερικλανιά ή μια γαλλικούρα που δεν φτιάχτηκε από χέρια ελληνικά δεν μπορείς να είσαι σίγουρος. Έτσι, λοιπόν, φοβάται κανείς πως, μετά από μια περιπολία στο Αιγαίο πέλαγος μπορείς να αρμέξεις τη σαύρα χωρίς ν' ανάψεις το φως, αφού οι όρχεις σου θα φωσφορίζουν από την ακτινοβολία που απορρόφησαν...

Η γενίκευση: Κάθε φορά που κοιμόμαστε σε δωμάτιο απέναντι από μια και καλά διαφημιστική πινακίδα ή κανέναν διώροφο ξεκάρφωτο θερμοσίφωνα, τα οποία κρύβουν φυσικά κεραία κινητής τηλεφωνίας, κάθε φορά που το καλοκαιράκι βάζουμε στην μπανάνα μας ένα και δύο και περισσότερα κινητά να κάνουν παρέα στον παργαλάτσο μας, κάθε φορά που οι καημένοι οι φαντάροι και οι μονιμάδες των διαβιβάσεων μπαίνουν στα ΕΡΜΗΣ και στα παρόμοια (που πιάνουν μέχρι και τα σιμπί των ταξί της Άγκυρας, λέμε τώρα...) η έκφραση έρχεται να προβλέψει και να ξορκίσει ταυτόχρονα το κακό που μπορεί να πάθουν τα ανεκτίμητα αυτά μέλη μας.

Να σημειωθεί ότι στους στρατιωτικούς δίνουν κάτι γάλατα (!) για αντιστάθμισμα. Είναι να μην ανησυχήσεις περισσότερο;

- Νταξ ναούμ, το παράκανες λίγο. Ψυγείο με WiFi και ίντερνετ;
- Για να μην απασχολώ το πισί που κατεβάζει με δορυφορική.
- Ο δεύτερος υπολογιστής;
- Τον έχω με WAN με το πανεπιστήμιο.
- Στα τρία χιλιόμετρα; Καλά τι κεραίες έχεις βάλει;
- Είναι όλα προβλεπέ για να μην παρεμβάλλονται με τα κινητά και τα iridium, ντοντ γόρι.
- Εγώ φίλε σ' αυτό το σπίτι δεν κοιμάμαι. Καλά ρε, δεν φοβάσαι για την υγεία σου; Ουρά θα βγάλεις στο τέλος! Τ' αρχίδια μου φωσφορίζουν εδώ μέσα...

Φωσφοριζέ αρχίδια για το αυτοκίνητo. Τι θα πει πού ακριβώς χρειάζονται; (από patsis, 06/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με χρήση λογοπαίγνιου, ταυτίζουμε και καλά τη λέξη ιος με τη λέξη υιός.

Στην παρούσα φάση, υπονοείται και καλά ως πολύτεκνος κάποιος, του οποίου ο Η/Υ, (ως επέκταση του εαυτού του) έχει γεμίσει...ιούς.

Η εκφορά του όρου μπορεί να γίνει είτε από τον ίδιο τον παθόντα, είτε από κάποιον γνωστό του πρός αυτόν ή πρός άλλους (π.χ: στα πλαίσια κουτσομπολιού).

Η δε εκφορά του όρου μπορεί να λεχθεί είτε με χιουμοριστική, είτε με ειρωνική διάθεση για την αμέλεια του παθόντα, για επαρκή προστασία του υπολογιστή του από ιούς (μέσω καλού και πάντα ενημερωμένου αντιϊκού προγράμματος).

- Άσε ρε! Γέμισε με ιούς ο υπολογιστής μου.
- Ώπα ρε! Πολύτεκνος, ε; Ποιος σε πιάνει τώρα ρε με το επίδομα πολυτέκνου που θα πάρεις;
- Κοροϊδεύεις;

(από GATZMAN, 19/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται σε έναν απαρχαιωμένο ηλεκτρονικό υπολογιστή.

- Ρε Μήτσο τί windows έχεις στον υπολογιστή σου, vista;
- Τί vista ρε, σβήστα έχω. Μιλάμε για πολύ παλιό του παππούλη μου!
- Α κατάλαβα. Γκατζετάκιας και συ!

(από nasos, 17/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η Στιρέλλα είναι σύστημα σιδερώματος συνεχούς ατμοποίησης και, όπως υποστήριζε γνωστός μόδιστρος στη σχετική διαφήμιση, είναι θαυματουργό γιατί εξαφανίζει κάθε ίχνος από τσαλάκωμα σε κάθε είδους ύφασμα. Ο μόδιστρος βρίσκεται σε κάποια επίδειξη των ρούχων του και μόλις βρίσκει τσαλακωμένο το φόρεμα που ήταν να βγει στην πασαρέλα, φωνάζει με πολύ αέρινο στυλ σίγουρος για το αποτέλεσμα: «Τη Στιρέλλα, τη Στιρέλλα!».

Τη Στιρέλλα την επικαλούμαστε, όταν μια κατάσταση αρχίζει και στραβώνει και ζητάμε λύση επιτόπια, άμεση.

Τη Στιρέλλα την επικαλείται και η Φωφώ (η οποία έχει πρόσφατα πατήσει τα δεύτερα –ήντα, αλλά θέλει να πιστεύει ότι βρίσκεται ακόμα λίγο μετά τα είκοσι) και έχει να αντιμετωπίσει έναν μεγάλο εχθρό: τους πλισέδες στο σώμα της και τις ρυτίδες στο πρόσωπό της. Στην αρχή που παρουσιάστηκαν κάλυψε τις ρυτίδες με το μακιγιάζ. Μετά ο εχθρός επανήλθε με περισσότερες δυνάμεις και κατέφυγε στις μπότοξ. Ο εχθρός επανέρχεται δριμύτερος και καταφεύγει στο ρετουσάρισμα χρησιμοποιώντας τη Στιρέλλα μοντέλο «Φουστάνος», που θεωρείται κορυφή στο σιδέρωμα πλισέδων.

  1. Αγουροξυπνημένη προσπαθώ να φτιάξω καφέ, αλλά μου πέφτει το κουτί με τον καφέ. Δεν με ένοιαξε η ατσαλιά και φώναξα στον εαυτό μου: τη Στιρέλλα τη Στιρέλλα και άνοιξα το ράφι και έβγαλα δυο φακελάκια που τα είχα για καβάντζα...

  2. Η Φωφώ κοιτάζεται στον καθρέφτη και ανακαλύπτει δυο καινούριες ρυτίδες. Συμφοράαα! Τη Στιρέλλα τη Στιρέλλα!!! Και έτρεξε να πάρει τηλ. να κλείσει ραντεβού για ρετούς.

(από vip, 01/03/09)(από Galadriel, 02/03/09)Στο 1\'13" η διαφήμιση. Σπεκ στον assosmalakos. (από poniroskylo, 09/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασικά, ο χαιρετισμός των προσκόπων.

Σλανγκικά, όταν πατάμε τα πλήκτρα Control+Alt+Delete για να προκαλέσουμε επανεκκίνηση του κολλημένου υπολογιστή μας ή να ξεπαγώσουμε κάποια γαμοεφαρμογή.

Πρόκειται για την σύγχρονη αντιμετώπιση ενός γόρδιου δεσμού, με ευρύτερες σλαγκικοκοινωνικές εφαρμογές πέραν της πληροφορικής. Εάν μια κουβέντα, μια σχέση, μια εργασία, ή οτιδήποτε άλλο έχει κολλήσει ή βρίσκεται σε αδιέξοδο, τότε ρίχνεις ένα ξεγυρισμένο χαιρετισμό των τριών δακτύλων και ξεκινάς με νέες βάσεις, ευελπιστώντας ότι το αποτέλεσμα θα είναι αυτή τη φορά καλύτερο!

- Ρε Πέρι αμάν πια με την μπάλα σου και στο γαμω-slang.gr σου με έχεις γράψει εντελώς! Δεν με ακούς που σου μιλάω, κουφός είσαι; Έχω ρέψει μαζί σου!

- Λίλιαν πότε είναι η τελευταία φορά που κάναμε σεξ; Ούτε παντρεμένοι να ήμασταν! Και ύστερα παραπονιέσαι ότι κοιτάω την Λάουρα!!! Τι απέγινε το αμαρτωλό που αγάπησα; Ή ρίχνουμε ένα χαιρετισμό των τριών δακτύλων, εδώ και τώρα, ή τον μπούλο αρμ!!!

Μπλουζάκι με μήνυμα (από poniroskylo, 20/01/09)

Δες και κοντροντιλιτάρω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μετροπόντικας είναι ο ειδικός εκσκαφέας που χρησιμεύει για τη διάνοιξη σήραγγας στην κατασκευή του μετρό. Όπως λέει άλλωστε και το Σιδηρό Προσωνύμιο, η λέξη μετροπόντιικας προέρχεται από παράφραση της λέξης τυφλοπόντικας, αφού η υπόγεια κίνηση του παρομοιάζεται με την κίνηση του τυφλοπόντικα που σκαλίζει προκειμένου να κινηθεί. Εδώ λοιπόν αναδεικνύεται η ιδιότητα κλειδί για το συγκεκριμένο ορισμό που είναι η φράση «χαμηλό επίπεδο».

Στη συγκεκριμένη λοιπόν περίπτωση, η φράση του λήμματος, έχει απαξιωτικό χαρακτήρα και εκφράζει το συμπέρασμα κάποιου σχετικά με το επίπεδο κάποιου άλλου (βλ. παραδείγματα 1,2), ή κάποιας ομάδας ατόμων (βλ. παράδειγμα 3) που, κατά τη γνώμη του, είναι χαμηλό. Προκειμένου δε, να δώσει έμφαση στην άποψη του, βρίσκει και καλά... το επίπεδο του θεωρούμενου ατόμου ή της θεωρούμενης ομάδας, χαμηλότερο από το υπόγειο επίπεδο εκσκαφής του μετροπόντικα.

Σημείωση
α) Ως επίπεδο μπορούμε ανάλογα με την περίπτωση να μιλάμε: για νοητικό επίπεδο παραπέμποντας σε άτομο με άι κιού ραδικιού (βλ. παράδειγμα 1), για επίπεδο πνευματικής καλλιέργειας (βλ.παράδειγμα 2), για επίπεδο ευθύνης (βλ. παράδειγμα 3) κ.λπ.
β) Πολλές φορές, μετά τη λέξη «χαμηλότερο», ακολουθεί μικρή παύση για να προετοιμάσει τον άλλον για τη συνέχεια της φράσης (επίπεδο μετροπόντικα).
γ) Στο λήμμα η λέξη «χαμηλότερο» μπορεί να αντικατασταθεί και με τη λέξη «χειρότερο».
δ) πολλές φορές σε μια τέτοια συμπερασματική φράση μπορεί να γενικεύονται κρίσεις ατεκμηρίωτα (βλ.παράδειγμα 1)

  1. - Καλά ρε μαλάκα, πώς σφουγγαρίζεις έτσι; Αχρηστος είσαι. Σκατά! τα 'κανες. Κοίτα να μαθαίνεις (του δείχνει).
    - Α έτσι έπρεπε; Δεν ήξερα.
    - Καλά... Απ' ό,τι φαίνεται... έχεις επίπεδο χαμηλότερο κι από επίπεδο μετροπόντικα. Παραδέξου το.
    - Κάτσε ρε... Αυτό δεν το 'ξερα... Οκ. Μη γενικεύεις όμως.

  2. - Είσαι μαλάκας, είσαι μουνόπανο, είσαι αρχίδι, δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο είσαι.
    - Βρίσε, βρίσε, βρίσε. Όσο βρίζεις, τόσο θα ενισχύεις τη γνώμη μου για το επίπεδο σου.
    - Τι εννοείς;
    - Εννοώ πως έχεις επίπεδο χαμηλότερο κι από επίπεδο μετροπόντικα. Αατα

  3. - Εκεί στη δημόσια υπηρεσία που δουλεύουμε, προκειμένου να 'χουμε λούφεν_ τούφεν, στέλνουμε που και που, δουλειά που μπορούμε να την κάνουμε, σε υποκατασκευάστριες εταιρείες. Δεν υπάρχει άλλος λόγος πέρα απ' τη λούφα μας. Κάτι οι επιδοτήσεις, κάτι οι κρατικές ενισχύσεις, τη βγάζουμε κοτσάνι.
    - Και μπορείτε;
    - E... Λες να μην έχουμε βρει τρόπους;Σαράντα χρόνια...
    Του εξηγεί: μπλα... μπλα... μπλα...
    - Ε, πάει και τελείωσε. Έχετε επίπεδο χαμηλότερο... κι από επίπεδο μετροπόντικα.Νισάφι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Το εργαλείο που φυσάει και κάνει περήφανο τον κάτοχο του. Αυτός το θεωρεί ως επέκταση της ματαιοδοξίας του. Η τεχνολογία όμως προχωρά και κάποια στιγμή θα απομυθοποιηθεί το όνειρο, και θα του μείνει αμανάτι το κάρο και ο χαρακτήρας του. Αυτός θα προσπαθεί να βρει συνεχώς ένα τρόπο για να το ξεφορτωθεί για να πάρει ένα άλλο, για το οποίο οι διαφημιστικές εταιρείες έχουν λουστράρει κατάλληλα την εικόνα του. Και η ζωή συνεχίζεται (τίτλος παλιού ελληνικού σήριαλ). Έτσι στα μάτια του,το μηχάνημα αυτό, ξεκινά με προσωπικότητα, μετά είναι κοινός θνητός και μετά καταλήγει για τα μπάζα. Μιλάμε δηλαδή για απαξίωση της προσωπικότητας συναρτήσει του χρόνου. Σε τομείς της τεχνολογίας, όπου η τεχνολογία εξελίσσεται αστραπιαία, η περίοδος απο το μπουσούλησμα έως το γαλλικό σίγμα συρρικνώνεται απίστευτα.

2.Κάποιες φορές όταν κάποιος γκουρού σε θέματα τεχνολογίας, ή κάποιος που καταγίνεται με το να συναρμολογήσει ή να επισκευάσει ένα μηχάνημα (π.χ., ένα pc), και κατά τη συναρμολόγηση και το τεστάρισμα του, πάει κάτι στραβά και παρόλο που αυτός είναι ερτιεφμίστας και έχει κάνει φύλλο φτερό το μάνιουαλ δε βγαίνει τίποτε, τότε τσαντίζεται, αστράφτει βροντά. Μερικές φορές στο θυμό του πάνω σβουρίζει εξαρτήματα με μανία. Κάποια στιγμή μετά από διάφορα ψαξίματα, το λάθος βρίσκεται και το μηχάνημα δουλεύει ρολόι. Τα ίδια προβλήματα φυσικά μπορεί να συναντήσει κι ένας τεχνικός σε μια εταιρεία, ωστόσο εκεί οι αντιδράσεις συνήθως είναι πιο ήπιες. Ωστόσο, ενώ περιστασιακά βρίζει το μηχάνημα, κατά περιόδους το αποκαλεί, ως μηχάνημα με προσωπικότητα, επειδή το μηχάνημα κάνει τα δικά του και επειδή ο τυπάς στο ενδόμυχο μπίρι μπίριμε την πάρτη του λέει: αφού έχω εγώ προσωπικότητα, τι πιο φυσικό από το να έχει και το μηχάνημα μου. Σε λίγο βέβαια πολώνεται ανάστροφα και του ψέλνει τον εξάψαλμο.

  1. -Αυτό είναι το μηχάνημα σου; Με συγχωρείς που θα στο πω αλλά αυτό είναι του πεταματού.
    -Δεν είναι αυτό το δικό μου. Τι με πέρασες για να 'χω τέτοια σαβούρα; Πούτσα από λαγό; Να το δικό μου. Νάτο. Μιλάμε για μηχάνημα με προσωπικότητα, όχι για αρχιδομηχανήκαι μαλακίες.

  2. -Γαμημένο παλιομηχάνημα. Μου 'σπασες τα νεύρα.
    -Έχει προβλήματα ε; Γι' αυτό το βρίζεις.
    -Εμ... μηχάνημα με προσωπικότητα βλέπεις. Γι' αυτό με ταλαιπωρεί.
    -Το θαυμάζεις ε; Αμ θες τη γιαλομιά σου.
    -Και γιαλοδυό και γιαλοτρείς μη σου πω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

'Ακλιτος επιθετικός προσδιορισμός με διττή σημασία:

1) Ανυπέρβλητος, ακαταμάχητος, ασυναγώνιστος, ασύγκριτος, αυτός που υπερέχει τόσο πολύ των άλλων που ταράζει τις ισορροπίες.

2) Θαυμάσιος, καταπληκτικός, θεσπέσιος.

Εννοιολογικές παρατηρήσεις: Η αρχική σημασία του «ίμπα» ήταν η αναγραφόμενη στην περίπτωση 1, όμως σταδιακά το στοιχείο της συγκρίσεως εκφυλίστηκε με αποτέλεσμα να χρησιμοποιείται και με την έννοια 2.

Προέλευση/ετυμολογία: Προέρχεται από το αγγλικό «imbalanced».

  1. - Καλά αυτό το αμάξι είναι εντελώς ίμπα. Ένα τέτοιο θέλω να πάρω κι εγώ.

  2. - Συγνώμη, πας καλά; Θα τα βάλεις μ' αυτόν; Ο τύπος είναι ίμπα, δεν έχεις καμία ελπίδα.

  3. - Άντε μωρέ κωλόνουμπε, έχεις τον ίμπα χαρακτήρα και μιλάς!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

= Το πρόθεμα WWW που μπαίνει μπροστά από κάθε διεύθυνση ιστοσελίδας στον παγκόσμιο ιστό.

Πήραν το όνομά τους από το σχήμα του γράμματος W που μοιάζει με κωλαράκι.

Αντί να πεις: ντάμπλγιου-ντάμπλγιου-ντάμπλγιου-τελεία......
λες πιο σύντομα: 3 κωλαράκια-τελεία...

Got a better definition? Add it!

Published