Όταν πηγαίνεις κάπου και δεν το ξέρει κανείς, (αφού κανείς δεν ασχολείται μαζί σου), φροντίζεις να το μάθουν όλοι (μήπως και ασχοληθεί κάποιος).

Στον κόσμο των εξυπνόφωνων τα check-ins έγιναν καθημερινή συνήθεια. Ανακοινώνουμε στον ψηφιακό μας περίγυρο πού πάμε για καφέ, πού τρώμε, πού πίνουμε, πού χορεύουμε, πού διασκεδάζουμε, πού κοιμόμαστε.

Αλλά επειδή ο χρόνος είναι χρήμα και εμείς τεμπέλικα όντα, θελήσαμε να γίνονται όλα αυτόματα. Και φτάσαμε να μη μας ρωτάει κανείς αν θέλουμε να διαλαλήσουμε την παρουσία μας σε ένα δημόσιο (ή μη) μέρος, με αποτέλεσμα πολλές... παρεξηγήσεις και άβολες καταστάσεις. Γιατί ποιος δεν έχει πέσει ποτέ θύμα ενός check-in;

Είναι αλήθεια, σχεδόν κανείς δεν έχει γλιτώσει. Και αν είστε από τους τυχερούς, δεν αργεί η στιγμή που θα την πατήσετε, χωρίς να λάβετε τα κατάλληλα μέτρα. Κάποιο check-in θα σας βρει στο λάθος μέρος, τη λάθος στιγμή και κάποιο συγκεκριμένο ζευγάρι μάτια που δε θέλετε να το δει, θα το δει. Και τότε θα είναι αργά. Δε χρειάζεται να επεκταθούμε με συγκεκριμένα παραδείγματα, νομίζω όλοι καταλάβατε πως η τεχνολογία μπορεί να μας «κάψει» σε τέτοιες περιπτώσεις.

1. «Ας κάνουμε ένα ομαδικό τσεκιν οτι βλέπουμε Παπαφλέσσα. Παλιοακατέδεκτοι» (τουίτ για την Πρώτη φορά Αριστερή παρέλαση της 25ης Μαρτίου 2015)

2.
- Έλα ρε που είσαι - Για ποτακι - Γιαυτό σε πήρα μια χάρη φιλαράκι θα με κάνεις ένα τσεκιν να μη βγαίνω βραδιατικα;

  1. Σημερα στο φμπ εχει περισσότερα «καλημέρα και καλή βδομαδαααα» κ απο τσεκιν στο Βέρτη τη κυριακη

  2. Ελεος ρε μαλακα η αλλη εκανε τσεκιν στο νεκροταφειο!!ψόφος κωλοζωα

  3. Πήγαμε για καφέ με την @milediiiiiii σε μια εκπληκτική καφετέρια ξεχάσαμε να κάνουμε τσεκίν και τώρα ντύνομαι πάω να την πάρω να ξαναπάμε

  4. Βλεπω τσεκιν σας με φωτο στο φβ και σκεφτομαι κι' εγώ ετσι για τον πουτσο φαίνομαι οταν κανω τα ίδια;

  5. Η αλλη και σε βόθρο να κανει τσεκιν ο πρωην μου λαικ θα της κανει

8.
ό λ α
ε ί ν α ι
δ ρ ό μ ο ς
αλλά κυρίως τσεκίν

(από Khan, 26/03/15)Το "τσεκίν σε νεκροταφείο" που λέει κι η Σούλτω... (από Khan, 01/04/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

κοπυπαστώνω, κοπυπάστωμα

Άθλια ελληνοποίηση του «κάνω copy-paste», όχι όμως πιο φρικτή από το «κάνω αντιγραφή κι επικόλληση».

Βλ. επίσης: σιπάρω, κοπυπαστατζής.

1.
Σκέφτηκα λοιπόν να ανεβάσω ένα από αυτά τα παλιά άρθρα και… βλέπουμε για τα υπόλοιπα. Πάντως, δεν κοπυπαστώνω: έχω χτενίσει το παλιό άρθρο, έχω προσθέσει μερικά, έχω ενσωματώσει κάμποσα πράγματα από τα (λιγοστά, τότε) σχόλιά σας.

2.
ΕΜΕΙΣ Δ Ε Ν ΕΦΑΡΜΟΖΟΥΜΕ Τ Ι Π Ο ΤΑ ΑΠΛΑ, ΠΑΠΑΓΑΛΙΖΟΥΜΕ ΜΕ ΠΕΡΙΣΣΗ ΑΥΤΑΡΕΣΚΕΙΑ ΘΕΟΛΟΓΙΕΣ ΠΟΥ ΤΙΣ ΚΟΠΥΠΑΣΤΩΣΑΜΕ ΜΕ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ…

3.
ΚΑΤΙ ΚΟΛΛΗΣΕ ΣΤΟ ΑΝΕΒΑΣΜΑ..Η ΚΑΤΙ ΞΕΧΑΣΑ ΣΤΟ ΚΟΠΥΠΑΣΤΩΜΑ...ΟΛΟΙ ΟΙ ΡΟΚΑΔΕΣ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΕΛΟΣΠΑΝΤΩΝ....:-)

4.
- κοπυπάστωμα -> copy/paste, copying and pasting
- Έκτρωμα δεν είναι ο όρος; Απορώ πώς το χρησιμοποιούν ορισμένοι...
- Αλήθεια, σε ρήμα πώς θα ήταν; Κοπυπαστώνω (με μπόλικο αλάτι;) ή κοπυπαστάρω; :Ρ
- Το «κοπυπαστώνω» θυμίζει παστά, το «κοπυπαστάρω» πάστες, ακόμα και το «κοπυπαστίζω» θυμίζει παστίτσιο. Δεν πεινάω, αλλά έτσι μου ακούγεται.
(διάλογος διερμηνέων)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν τρεις μεγάλες κατηγορίες:

  • Σουργελώδης εκδοχή του μπλοκαρίσματος. Για τους ορεσίβιους και τους υστερικούς του μέλλοντος, όταν κάνω πλοκ ή πλοκάρω κάποιον, παύουμε να βλέπουμε τα αντίστοιχα προφίλ μας και διακόπτεται κάθε δυνατότητα επαφής μας στο φουμπού ή σε άλλο μέσο κενωνικής δικτύωσης.
  • Η μορφή πλοκάδα προϋπήρχε του φατσομπουκικού πλοκ και φοριέται κανονικά από γκίκουλες και φρίκουλες ως απόδοση του όρου block, με την έννοια: «οριοθετημένη ομάδα στοιχείων π.χ. δεδομένων, εντολών προγράμματος ή και διατάξεων ή οργάνων που αντιμετωπίζονται —για κάποιο σκοπό— ως μία οντότητα» (βλ. εδώ).

Πέον να σημειωθεί ότι βάσει πορτοκαλίζουσας αποσυμπίλησης, η πλοκάδα ευθυμολογείται εκ της αρχαιοελληνικής λέξης πλοκάς (γεν. πλοκάδος, παράγωγο του ρήματος πλέκω) που σήμαινε «πλεξούδα μαλλιών» (βλ. εδώ).
* Πλοκ (προφέρεται: πππλοκκκ), τέλος, αποκαλείται και το μπλογκ εις την μαρτυριάρικην μεγαλόνησον.

Μπλοκάρω

1. Γαμώτο, τι βίτσιο κι αυτό να θέλω να βλέπω όλοι τι γράφετε, όχι μόνο δεν κάνω πλοκ με αυτά που διαβάζω, αλλά ούτε ανφόλο.

2. Κούκλα κανεμε αδδ ειμαι πλοκ

3. Σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες του dim/art, οι δύο πολιτικοί άνδρες ήταν φίλοι στο facebook, ο δήμαρχος του Λονδίνου όμως έκανε πλοκ τον Έλληνα βουλευτή, επειδή εκείνος κοιτούσε τις φωτό του και δεν έκανε ποτέ λάικ.

Πλοκάδα

1. Η εντολή if χρησιμοποιείται για να ελεγχθεί μια συνθήκη και εάν (if) η συνθήκη αυτή είναι αληθής, τότε εκτελείται ένα σύνολο ή πλοκάδα εντολών (που ονομάζεται if-block), διαφορετικά (else) γίνεται επεξεργασία ενός άλλου συνόλου εντολών (που ονομάζεται else-block). Η χρήση του όρου else είναι προαιρετική.

2. Στο ΓΕΣΥ παρουσιάστηκε και πολυσέλιδο έγγραφο στο οποίο περιλαμβάνονταν όλοι οι όροι τηλεπικοινωνιών και πληροφορικής (δηλαδή όροι που περιέχονται στις βάσεις όρων TELETERM και INFORTERM) που περιλαμβάνουν την πλοκάδα και συγγενικές λέξεις που προκύπτουν με παραγωγή ή σύνθεση από αυτήν. Όλοι οι όροι αυτοί είναι 377 και προέρχονται από 125 πηγές – πρότυπα και άλλα τυποποιητικά έγγραφα. Στους όρους αυτούς εκτός από την πλοκάδα περιλαμβάνονται ως συνθετικά και οι ακόλουθες συγγενικές λέξεις: πλοκάδα, μακροπλοκάδα, κυτταροπλοκάδα, ραδιοπλοκάδα, υποπλοκάδα, πλοκαδοεφαρμογή, πλοκαδοσχηματομορφή, πλοκαδικός, πολυπλοκαδικός, διαπλοκαδικός, πλοκαδοποίηση, πλοκαδοποιημένος, πλοκαδοπαγής, πλοκαδοτροπικός.

Μπλογκάρω

1. Η αλήθκεια το bacon είναι religion haha [άστε το, insiders joke...τζαι είμαι σίουρη κάποιος που δαμέ όλον τζαι θα δκιαβάζει το πλοκ] .

2. σχολιάσαμε το πολύ όμορφο κείμενο του φίλου και συναθλητή Μιχάληπου φιλοξένησε στο πλοκ του ο Χρίστος.

3. εν φκαίνει σε άλλα χρώματα. Μαύρον όπως την καρκιάν μου, όπως το πλοκ μου τζιαι όπως το τρίχωμαν μου :) Για την τιμή σκέφτου ότι εν είμαι καμιά εταιρεία που θα τυπώσει shιλιάες τζιαι θα πιάσει τιμές καλές :)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν ατάκες, διαφημίσεις, γιουτουμπάκια, γαμήδια, κ.ταλ. εξαπλώνονται αστραπιαία δίκην ιογενών μιμηδίωνε μέσω κοινωνικών δικτύων, μουμουέ, ή από στόμα σε στόμα.

Πρόκειται για συνηθισμένο μηχανισμό εξάπλωσης σλανγκικών νοσημάτων.

Αγγλιστί: to go viral. Βλ. επίσης, viral marketing.

- Το πολυσυζητημένο βιντεάκι της «I am Hellene» έγινε αυτή τη βδομάδα το πιο πρόσφατο ελληνικό βάιραλ με πάνω από 1.000.000 χτυπήματα...
(εδώ)

- ...ιιιι χωρίς πλάκα έχει γίνει βάιραλ!
(Galadriel, αναφερόμενη στην μουνίδα)

- Τράτζικ!
(Μπένι, φορέας σχετικού βάϊρους, προς παιδαριογέροντα Τσίπρα, εκεί)

Κάνε μου βάιραλ (από Vrastaman, 07/05/12)Βάϊραλ απάντηση στην ιογενή Hellene. (από Vrastaman, 07/05/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος που έχει ενταχθεί τα τελευταία χρόνια στο χώρο των επιχειρήσεων. Ο όρος προέρχεται από το πρόγραμμα, Η/Υ SAP.

Το SAP, είναι επιχειρηματικό λογισμικό, της εταιρείας SAP που εμπλέκει όλους σχεδόν τους τομείς μιας επιχείρησης (πωλήσεις, αποθήκη, παραγωγή, λογιστήριο, κλπ) και στοχεύει στην αρτιότερη οργάνωσή της. Στις εταιρείες που έχει εφαρμοστεί υπάρχει ορισμένο προσωπικό ανά τμήμα που ενημερώνει το σύστημα με τα κατάλληλα δεδομένα.

Ο όρος μπορεί να έχει χιουμοριστική χροιά, μπορεί όμως να έχει και απαξιωτική χροιά. Στην περίπτωση αυτή μιλάμε για την αντιμετώπιση των δυσκολιών που αφορούν την προσαρμογή του προγράμματος στα δεδομένα της εταιρείας και στην αποτελεσματική αποδοχή του από τον εμπλεκόμενο κόσμο. Οι δυσκολίες αυτές έχουν να κάνουν κυρίως με υπάρχουσες νοοτροπίες.

Πιο συγκεκριμένα, μιλάμε για δυσκολίες που: - Προκαλούνται στη δουλεία κάποιου που, όντας εξοικειωμένος για χρόνια με άλλους εργασιακούς τρόπους, δεν μπορεί εύκολα να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες. - Προκύπτουν σε εταιρείες και ειδικά σε ανοργάνωτες εταιρείες, όπου γίνονται meeting επί meeting προκειμένου να συμφωνηθούν οι κατάλληλες διαδικασίες, ώστε να προσαρμοστεί καταλλήλως το πρόγραμμα στα εταιρικά δεδομένα. Εντούτοις σε εταιρείες του δημοσίου, όπου η δυοξύνη καλά κρατεί, κρατάει χρόνια αυτή η φάση της επανοργάνωσης, οπότε η σημασία του λήμματος «σαπίζω» διανθίζεται με την έννοια του λήμματος όπως την ανάρτησε η ironick σήμερα. Εκεί η ανοργανωσιά και τα αναφερόμενα meeting είναι πολλαπλά και άκαρπα.

  1. (χιουμοριστική χρήση)
    - Ο Γιάννης ασχολείται με το SAP
    - Α κατάλαβα... Σαπίζει... χα χα χα1

  2. (απαξιωτική χρήση)
    - Στην εταιρεία μας σαπίζουν τόσα άτομα στην κούραση προκειμένου να στρώσουν το SAP. - Στη δικιά μας, πάλι, που είναι εταιρεία του δημοσίου, χρόνια και χρόνια σαπίζει ένα σωρό κόσμος και με τις δυο έννοιες, αλλά αποτέλεσμα δεν υπάρχει.

(από GATZMAN, 18/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified