Παράδειγμα εδώ Τον Νικο τον τρέμουν ολοι,ειναι Μπλατνοι

Got a better definition? Add it!

Published

Παράδειγμα εδώ

Η σαχλαμάρα,το άνωριμο και κακόγουστο αστειο

-Νιαου νιαου ειμαι μια γατουλα

-Ρε Γιωργο!σταματα τις χατσαριλιες σου

Got a better definition? Add it!

Published

Γκομενομάνι ονομάζεται η συγκέντρωση πολλών κοριτσιών - γκόμενων (θηλ. γένους) με επίβουλες ιδέες προς το ισχυρό φύλον με σκοπό την αποκόμιση χρημάτων. Συνήθως ένα γκομενομάνι συναντάται σε πολυσύχναστους χώρους όπως μια καφετερια, ένα εκπαιδευτικό ίδρυμα ή στο γνωστό Ευαγές Ίδρυμα.

Οι παρέες που απαρτίζουν το γκομενομάνι είναι απαραίτητο να αποτελούνται από τρείς η περισσότερες γκόμενες για να θεωρείται δίκαια η κατάληξη -μάνι, η οποία προσδίδει την ιδέα του πλήθους, στην έννοια γκομενομάνι.

Οι γκόμενες απαντώνται σε διάφορα είδη-μορφές ανάλογα με τον απώτερο σκοπό τους. Υπάρχουν οι ηδονικές , οι φεμινιστικές, οι εισοδηματικές και άλλες πολλές μορφές γύναιων που προσπαθούν για να πετύχουν το πλήρες φαλήρισμα του αντρικού πληθυσμού και γι'αυτό χαρακτηρίζονται από πανεπιστήμονες ως άκρως επικίνδυνες προς τα αρσενικά.

"Ρε φίλε, εγώ θα πέθαινα για να αφήσω τις πουτσοσταλίδες μου στην μουνίδα της καθε κοπελιάς που ανήκει σε αυτό το γκομενομάνι.

Got a better definition? Add it!

Published

Από τις λέξεις καυλαντίζω + δεινόσαυρος. Ο άντρας που καυλαντίζεται για μεγάλο χρονικό διάστημα με κάποια γυναίκα αλλά δεν προχωρά σε σεξουαλική πράξη μαζί της.

-Πως τα πάει ο Γιάννης με την Κατερίνα;
-Άσε ρε τον μαλάκα, ένα μήνα καυλαντίζονται κι ακόμα να την πηδήξει. Καυλαντόσαυρος κατάντησε.

Got a better definition? Add it!

Published

Ασε τι έπαθα, νόμιζα ότι ήμουν ο πρώτος της αλλά τελικά αποδείχτηκε πεπειραμμένη βαλβιδοπνίχτρα...

Αρχική χρήση στη σατιρική εκπομπή "Πρωινό Φρικασέ". Περιγράφει αυτή που έχει ταλέντο στο να στρίβει σαν να "πνίγει" αντρικά μόρια σαν βαλβίδες συνήθως χρησιμοποιώντας τα χέρια ή στομα. Εκείνη που έχει συχνές και πολύ στενές επαφές με πολλαπλές "βαλβίδες" του αντίθετου φύλλου...

Got a better definition? Add it!

Published

Παράδειγμα εδώ

Κεφαλίδα ##% https://www.google.gr/search?q=μπεβατρον&prmd=imvn&source=lnms&tbm=isch&sa=X&ved=0ahUKEwirusf-o-rbAhWQx6YKHcZ2DDoQ_AUIESgB&biw=1024&bih=666&dpr=2#imgdii=QF7COf5pehgHFM:&imgrc=dDUcAMqr0A1zkM:&isa=y

Η μεσσηνννια είναι η καλιφορνια της Ελλάδας και δεν το νοιωθεται

- είσα ρε από sugarland δεν είσαι; Και μιλάς για καλαμα. Μπεβατρο ρε γατάκι,μπεβατρο να φύγει η φλούδα να μείνει το μάγμα της γαμημενης ( Ηλείας Μεσσηνίας Αχαΐας ότι προερεισθε

0 τελείως χαλασμένος ΕΛ.οπως όλοι μας δλδ.απο τον θεόπροσωπο ημιπαραφρωνα, αλλά και άζουδο γκιολάνη, ενδεικτικά από εδώ:https://ufotruth-gr.blogspot.com/2014/12/blog-post_15.html

Το όπλο είναι τροχιακό, αλλά τζειμιης Μπονδ, σε Λαγκραντ 3 στο Δυα Το πλανήτη. Στρέφει προς τη γη άμα ακουσι, Μεσσηνία ηλια, Πύργο της. Σαν το νιιιιι των Monty Η μεσσηνννια είναι η καλιφορνια της Ελλάδας και δεν το νοιωθεται

- είσα ρε από sugarland δεν είσαι; Και μιλάς για καλαμα. Μπεβατρο ρε γατάκι,μπεβατρο να φύγει η φλούδα να μείνει το μάγμα της γαμημενης ( Ηλείας Μεσσηνίας Αχαΐας ότι προερεισθε

0 τελείως χαλασμένος ΕΛ.οπως όλοι μας δλδ.απο τον θεόπροσωπο ημιπαραφρωνα, αλλά και άζουδο γκιολάνη, ενδεικτικά από εδώ:https://ufotruth-gr.blogspot.com/2014/12/blog-post_15.html

Το όπλο είναι τροχιακό, αλλά τζειμιης Μπονδ, σε Λαγκραντ 3 στο Δυα Το πλανήτη. Στρέφει προς τη γη άμα ακουσι, Μεσσηνία ηλια, Πύργο της. Σαν το νιιιιι των Monty

Got a better definition? Add it!

Published

Επίθετο, το οποίο με την μεταφορική έννοια του όρου, τις δεκαετίες 70 και 80, εχρησιμοποιείτο διασταλτικά για να χαρακτηρίσει πρόσωπο ή αντικείμενο ως παρακατιανό, ή αδέξιο, κακόγουστο, ξεπερασμένο κοκ. Ενοίοτε, απο πιό προχωρημένους για την εποχή νέους, ο όρος εχρησιμοποιείτο στη μορφή "καρεκλωτό".

Ρε Κώστα, τί καρεκλάδικο βάψιμο είναι αυτό που έκανες στον τοίχο? Δεν γίνεται να το αλλάξεις? Χάλια είναι.

Πατέρα μα τί καρεκλάδικο αυτοκίνητο είναι αυτό που αγόρασες? Τί καρεκλάδικα πουκάμισα είναι αυτά που φοράτε όλοι σας? Μα πού τα βρήκατε αυτά τα λαχούρια και τα βάλατε? Εγώ δεν βγαίνω έξω μαζί αν δεν τα βγάλετε. Ρε Γιάννη, τί καρεκλωτό χρώμα είναι αυτό του μπουφάν? Δεν μπορούσες να πάρεις άλλο?

Πηγή φωτογραφίας με καρεκλάδικα Λαχούρια πουκάμισα

καρεκλάδικα πουκάμισα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτος που περναγε από την Kυψελη φωναζε το εξης "πρωτοτυπο" : "καρεκλάς, αντε καρεκλάς"
[1\http://www.stougiannidis.gr/AENAON/AS9/kareklas.pdf Χτές ήρθε ο καρεκλάς ο Γιώργος στο πάρτυ, και φορούσε ένα καρεκλάδικο ντύσιμο, πουκάμισο με γιακά μεγάλο σαν προπέλα, βελούδινο κουστούμι, καμπάνα παντελόνι και μπότα-πλατφόρμα.

Συνήθως πλανόδιος, τεχνίτης πλεξίματος και επισκευής καρεκλών τύπου καφενείου (με ψάθυνο κάθισμα). Όσοι απο εμάς είμαστε αρκετά ηλικιωμένοι και το προλάβαμε, θυμόμαστε τον πλανόδιο, συνήθως Ρομά (γύφτους τους λέγαμε τότε) ο οποίος φώναζε "Έλα Έλα καρεκλάς" ή "Ο καρεκλάααας" κοκ. Θυλικό: καρεκλού

Επειδή συνήθως οι Ρομά εκείνη την εποχή πολές φορές φορούσαν και πολύχρωμα πουκάμισα, συχνά τύπου λαχουρέ, η χρήση του όρου εξαπλώθηκε και έλαβε μεταφορικό χαρακτηρισμό όσων φορούσαν πολύχρωμα ή κακόγουστα, παλαιομοδίτικα ή Disco ρούχα. Πλανόδιος Καρεκλάς Καρεκλάς επι το έργον

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Δραμιτινός

Κυρίως αρσενικό,μεσήλικας, μετρίου αναστήματος, παντρεμένος. Αυτό που χαρακτηρίζει τον Δραμιτινό, είναι η ξεροκεφαλιά και η υπερφυσική ιδιότητα να βρίσκει απάντηση σε όλα τα ερωτήματα που προκύπτουν σχετικά με την σωματική και νοητική αντοχή και κατάσταση του συνομιλητή του. Κοινώς, απεχθάνεται τους φυγόπονους.

Παράδειγμα :

*Γιάγκος: "Ρε συ Μάνο, έχω σπάσει το πλευρό μου και πονάω"

Μάνος: "Στο μυαλό σου είναι το σπάσιμο, αν πείσεις το μυαλό σου ότι δεν πονάς, δεν θα πονάς"

Γιάγκος: "άσε με ρε Δραμιτινέ"*

Got a better definition? Add it!

Published

Τηλεπλουμπιά, η (ουσ.). Η προαναγγελία τηλεφωνικής επικοινωνίας κατά την οποία ο αναγγέλων ειδοποιεί το συνομιλητή του για την επερχόμενη επικοινωνία επίσης τηλεφωνικά.

- Έλα, σε κλείνω. Έχω άλλη γραμμή.
- Ωπ, έγινε κάτι;
- Όχι, μάλλον ο Γιάννης παίρνει να μου πει ότι θα με ξαναπάρει.
- Σε έχει ταράξει στην τηλεπλουμπιά σήμερα.

Got a better definition? Add it!

Published