εγώ προτιμώ τον μπαμπαδισμό «σκατιτζής»
Το λογοπαίγνιο της αφίσας είναι δαπέδου Καρατζαφέρη... Δεξιό και proud δηλαδής...
Στην Κρήτη δύο πουλιά βρίσκουν καμιά φορά παραπλήσιες μεταφορικές χρήσεις: το ένα είναι η Βιτσίλα (ή Χρυσαετός), ο οποίος αν και δεν τρώει σχεδόν ποτέ ψοφίμια, καραδοκεί διαρκώς και είναι τόσο επίφοβος όταν εφορμά που έχει αρνητική χροιά να πεις ότι π.χ. κάποιος.«εχύθυκε σαν τη βιτσίλα να του φάει τη θέση»... Πιο ταπεινός είναι ο Γύπας ή Όρνιο που στα μεν Σφακιά λέγεται Καναβός, στα δε Ανώγεια Σκάρα... Ο Καναβός είναι το όρνιο που τρώει (κυρίως) ψοφίμια, αυτός που καιροφυλακτεί να επωφεληθεί από την αδυναμία του άλλου.
Παλιά οι Σφακιανοί τρέφονταν σε πολύ μεγάλο βαθμό με κρέας και γαλακτοκομικά, και ελάχιστα με χορταρικά και οπωρικά (κάποιοι παλιοί ανθρωπολόγοι λέγεται ότι είχαν συγκρίνει τον τρόπο διατροφής και τη μακροζωία τους με τα αντίστοιχα των Κοζάκων του Καυκάσου). Όταν κατωμερίτες τους ρωτούσαν αν τρώνε και τίποτα χορταρικά απαντούσανε το άγνωστο στους πεδινούς Καναβόχορτο (το χορταρικό του Καναβού, δηλαδή, κρέας και πάλι).
Όχι, λοιπόν, ο συνειρμός Κρήτη -> φούντες δε φαίνεται να έχει σχέση εδώ, και επιφυλάσσομαι για τις ετυμολογίες.
Πρόσφατα σε κυλικείο πανεπιστημίου είδα ένα παλιό μου γνωστό ο οποίος ήξερα ότι έκανε πουτσουντί στην ανθρωπολογία ή κοινωνιολογία του τουρισμού (ναι, φυσικά υπάρχει ο κλάδος, βασικό και πολύ καλό ανάγνωσμα τοThe Tourist Gaze του John Urry, ο Τζον σίγουρα τό χει υπόψη, μη κοιτάτε που αποβελτσοποιήθηκε λιγάκι, που λέει κι ο βράστα). Με ρωτάει, λοιπόν, ο φίλος τι κάνω, του λέω, και εντελώς αφηρημένος, στην πίεση του να παραγγείλω καφέ και μιλώντας στο κινητό, τον ρωτάω κι εγώ «εσύ; ακόμα τουρισμό;»... Δεν το πήρε και πολύ καλά...
Ως γνωστόν οι μπαφάκηδες τρώνε πολλά σκαλώματα: ανέκδοτο...
Δυο παλουκάρια αράζουνε σε ένα μπαφόσπιτο... έχουνε ξυπνήσει τρεις το μεσημέρι, στρίβουν ένα μονόφυλλο για το ξύπνημα, πίνουνε και μια φράπα, κατά τις 7 το απόγεμα ο ένας ρίχνει ιδέα να βγούν το βράδυ. «Μέσα λέει ο άλλος, να πάω να ξυριστώ αδερφέ μου νά΄μ¨ωραίος». «Άραξε του λέει ο άλλος να πιούμ¨αλλο ένα και ξυρίζεσαι μετά». Αράζει ο άλλος, τό ΄να γάρο φέρνει τ΄άλλο, η ντάγκλα πάει σύννεφο, η ώρα πάει έντεκα....
Κοιτάζει σε κάποια φάση ο αξύριστος την ώρα, λέει «Αδερφέ, πάω να ρίξω το ξύρισμα που λέγαμε»... πάει μέσα, κοιτάζεται στον καθρέφτη, αρχίδια, πού να ξυριστεί, δεν την παλεύει καθόλου... Πάει πάλι μέσα «Όχι ρε φίλε, που να ξυριστώ τώρα, δεν τό χω καθόλου... Έπρεπε να ξυριστώ πριν πιω». Τρώει ένα γερό, μεγαλειώδες σκάλωμα, και επανέρχεται..«Όχι ρε, τι πριν πιω; Πιο πριν...».
Εύστοχες οι παρατηρήσεις σας, φιλοι και φίλες, λοιπόν, ο ανταγωνισμός στο χώρο του τύπου ρίχνει την ποιότητα [citation needed], ωσεκτουτού, και αφού με απέλυσα από τη σύνταξη «επειδή-δε-σκέφτηκα-πρώτος-αυτό-με-την-κουράδα», στο επόμενο τεύχος της Φραπέ Σλανγκόσιπ, ετοιμαστείτε για εκτενές αφιέρωμα στο πιο πιασάρικο θέμα και λήμμα όλων των εποχών...
!!!ΚΟΥΡΑΔΟΜΠΟΥΜΕΡΑΝΓΚ!!!, το τσιμπούμεραγκ της κοπρολαγνικής κοινότητας.
Μόνο ένας RIGO21 θα μπορούσε να μας ξεπεράσει σε κιτρινισμό...
άχετο, μπούμπη, στο ημερολόγιο καταστρώματος στα περιθώρια γράφε τις σλανγκιές που θα μάθεις και θα σε έχουμε στο σαλόνι του frappe slangossip traveller.
Ναι, ναι, καλά όλ΄αυτά, αλλά το πεδίο «ετυμολογία-προέλευση» είναι ένα ώριμο και δίκαιο αίτημα, για την προώθηση του οποίου ανακοινώνω την ίδρυση της αστικής - μη κερδοσκοπικής με τον πιασάρικο όσο και ξενέρωτο τίτλο ΑΙΤΥΜΑ.
Στην Αμέρκα πρέπει να ήταν συνήθης ύποπτος και ο coal-man, selling the hottest stuff in town...
Εν έτει 2009, στη ΑΝΕΚ το μεγάφωνο λέει
«all visitors are kindly REQUIRED [!!!] to disembark»
τι λέει ρε ο αποπάνω, χότζα η υπερασπιστική της γραμμής σου γραμμή γαμεί.
έλληνες να τουφεκάμε έλληνες;
αυτό το
Πώς μπορεί ο άλλος να αντιδράσει όταν ακούσει την ατάκα;;
πρέπει να συμπληρωθεί σε ένα σωρό λήμματα... Το νόημα της σλανγκιάς το ολοκληρώνει η αντίδραση του αποδέκτη-συνομιλητή.
τόταλ
γκαλό ταγκζίδι μπούμπι (μ΄έπιασε το χαλικούτικό, το αχθοφορικό μου)
Καλά το περί νοοτροπικών και πολιτικών σφίχτερμαν γάμησε...
ο Καρατζαφύρερ bd και νοοτροπικό στακάκι
ο ΓΑΠ παραδοσιακός, τζόκινγκ και Μουστακάκι.
Πάντως η σπουδή και η επιμονή με την οποία από πάσης φύσεως ειδικούς και σε κάθε ευκαιρία ο αυνανισμός σήμερα όχι απλά νομιμοποιείται αλλά καθαγιάζεται και ο αυνανιστής όχι απλά απενοχοποιείται αλλά αναγνωρίζεται ως ώριμος σεξουαλικο-κοινωνικός ρόλος δεν είναι άσχετη με ότι ο αυνανισμός ως ερωτική πράξη είναι απολύτως σύστοιχος ψυχολογικά και λειουργικά συμβατός με τις συνθήκες της υπερώριμης αποξενωτικής και θεαματικής κενωνίας στην οποία ζούμε. Ψέμματα;
Η ανάγκη δε µ' άφησε να µάθω γράµµατα...
Στην Κρήτη δεν υπήρχε ούτε το «σάματι» ούτε καν το «σάμπως» , λεγόταν και λέγεται το «μη μπας». Για το «μήπως» το ερωτηματικό που είναι νοηματικά κοντά στο «άραγε» λεγόταν, αλλά έχει ψιλοεκλείψει, το αραβικής μου φαίνεται προέλευσης «ατζέμπα»!
Από ριζίτικο:
«Μισεύγεις, γιε μου, στα μακριά κι εις τον αλάργον κόσμο,
κι άτζεμπα να σε ξαναϊδώ»).
ατζέμπα, c΄est vraiment slang;
Ένας μαμαδισμός στην Κρήτη απολύτως εκφραστικός είναι το σύσκατα.
Πιστεύω ότι εξαρτάται από το ζευγάρι ή το γάμησα και ψόφησε;
Βραστ, στο περίπου θα έλεγα... το ρήμα μπουμπουρίζω σημαίνει α) ως μεταβατικό = αναποδογυρίζω πχ μπουμπουρίζω ένα κουβά, ώστε να χύσω το περιεχόμενο του.... β) ως αμετάβατο = σκύβω (επίρρημα: μπουμπουριστά) γ) Επί χοχλιών σημαίνει με τη μούρη στο τηγάνι (το οποίο, βέβαια, δεν έχει νόημα στο μαγείρεμα κατσαρόλας).
Και αν δεν κάνω λάθος υπάρχει και ξεμπουμπουρίζω αλλά θα πρέπει να πάρω ένα τηλεφωνάκι για να το επιβεβαιώσω.
Κουλουμουντρώ στην Κρήτη σημαίνει γυρίζω ανάποδα από τ΄ανάσκελα που είμαι και μπρουμουτώ... πέφτω μπρούμητα δηλαδή. Λέγεται κατά τη διάρκεια εντριβών, βεντούζων και βεντούζων φαντάζομαι.
Βέβαια, χρειάζονται και κάποιες αναφορές στον Πλωτίνο και τον Νικόλαο Κουζανό, αλλά φοβάμαι μην μπει κανάς υδραυλικός ή κανάς βοθρατζής στο σάιτ και φρικάρει με αποτέλεσμα να χάσουμε την επαγγελματική σλανγκ. ;)
χαχχααχχα
«Α και να σε πετύχω πουθενά ρε πουθενά!» είπε ο Κύριος Κακομοίρογλου από μέσα του.... Το 6 πρέπει να γίνει η αρχή εκτενούς σλανγκικής φιλοσοφίας του όντος...
Ένα άλλο καλό τέτοιο είναι για επιθετικό χασογκόλη το «κρατάει το μηδέν μπροστά». Μεταφορικά θα-μπορούσε-να-λέγεται για εκείνους που χύνουν την καρδάρα με το γάλα, αλήθεια, πού χάθηκε αυτή η έκφραση; (Ο Σκουντής την έλεγε μου φαίνεται).
γίγας
ωραίο και σπεκ γιατί όντως το σαρίκι οφείλει να κρύβει και μέρος από το απάνω μέρος της κεφαλής και όχι να φοριέται σα κορδέλα τενίστα
Εντελώς άσχετο, αλλά σε πλι φορτ κε μουά: ο όρος για τη μεταγλώσσα στα Τούρκικα είναι dilbilim dili.