Το μπορέλι από το γνωστό παίχτη του Παναθηναϊκού. Σημαίνει μπορεί, αλλά χρησιμοποιείται για την αντίθετη ακριβώς έννοια, δηλαδή ότι δεν παίζει, αποκλείεται, με καμία δύναμη.
- Τσακίσου φέρε μου τσιγάρα απ' το περίπτερο.
- Και μπορέλι...
Το μπορέλι από το γνωστό παίχτη του Παναθηναϊκού. Σημαίνει μπορεί, αλλά χρησιμοποιείται για την αντίθετη ακριβώς έννοια, δηλαδή ότι δεν παίζει, αποκλείεται, με καμία δύναμη.
- Τσακίσου φέρε μου τσιγάρα απ' το περίπτερο.
- Και μπορέλι...
Got a better definition? Add it!
Σημαίνει «κι έτσι». Γράφεται και προφέρεται σα μία λέξη και χωρίς το τελικό -ι. Χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει παραλληλισμό με μία κατάσταση ή έναν χαρακτηρισμό. Ουσιαστικά άχρηστο.
- Πήγαμε μπαρότσαρκα κιέτσ'.
- Άσε με, με τον μαλάκα. Την έχει δει αρχηγός κιέτσ'.
Got a better definition? Add it!
Μπανίζω, βλέπω, παίρνω μάτι.
Την είδα που με κόζαρε από το απέναντι τραπέζι και της έστειλα λελούδια.
Got a better definition? Add it!
Το κάρφωμα, όταν γίνεσαι στόχος.
- Όχι εδώ το βέρι ρε, θα γίνουμε κόζι...
Got a better definition? Add it!
Από το γαλλικό complet. Σημαίνει ολοκληρωμένος. Χρησιμοποιείται για καταστάσεις ή πράγματα που δεν παίρνουν άλλο, που είναι πλέον τίγκα.
Πιάσε και μια σαλάτα και είμαστε κομπλέ.
βλ. και κομπλέντερ, κομπλεδόν.
Got a better definition? Add it!
Από το κομπλέ + μπλέντερ. Συνώνυμο του κομπλέ.
Όταν βράσει, το σβήνεις με κρασί, ρίχνεις και το αλατοπίπερο και είναι κομπλέντερ...
βλ. και κομπλεδόν.
Got a better definition? Add it!
Συνώνυμο του κομπλέ.
Ναι ρε σου λέω, το 'φτιαξα, το 'κανα κομπλίκι. Καλύτερο από πριν!
Got a better definition? Add it!
Το πέος, ειδικά όταν είναι μεγάλου μεγέθους.
- Σου λέω διαγραφόταν καθαρά η κρεατόβεργά του, χρυσή μου!
Got a better definition? Add it!
Από το τα λέμε και τα lebel. Χαιρετισμός που σημαίνει σκέτο τα λέμε, αλλά πιο κουλ.
- Την κάνω φίλε...
- Τα λέμπελ...
Got a better definition? Add it!