Το εκμοντερνισμένο «χρυσό μου». Συνήθως το χρησιμοποιούν οι φιλενάδες μεταξύ τους. Ο τόσο γλυκός τρόπος που παραπέμπει σε βρεφική ηλικία (βλ. ζουζούνισμα) -μπιάχ!!
Έλα βρε ζουζού μου, πού χάθηκες;;
Το εκμοντερνισμένο «χρυσό μου». Συνήθως το χρησιμοποιούν οι φιλενάδες μεταξύ τους. Ο τόσο γλυκός τρόπος που παραπέμπει σε βρεφική ηλικία (βλ. ζουζούνισμα) -μπιάχ!!
Έλα βρε ζουζού μου, πού χάθηκες;;
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
...ή αλλιώς τα βορειοελλαδίτικα. Ο τρόπος ομιλίας των Μακεδόνων. Εμπεριέχονται: τα με, σε, το βαρύ λάμδα, γενικά η βαριοσύνη λόγω του κλίματος που σε αναγκάζει να 'σαι με την φραπεδιά ολημερίς. Εξού και φραπεδούπολη, προσωνύμιο της πόλης.
Δες και σε λέω, με λες.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Αν την δεις θα καταλάβεις τι εννοώ. Η κοντή γεματούλα, χωρίς το γνώθι σεαυτόν, που μου φοράει το μίνι, καλτσόν δίχτυ και μπότα μαύρη.
Κοίτα, κοίτα τον μπόγο, την χιονόμπαλα, λύγισμα και κούνημα και αυτοπεποίθηση το κοντοπούτανο! Με τρελή πίπα θα τον κρατάει τον άλλον τον χάφτα δίπλα της.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Για αυτούς που τον πουτσοπαίζουν, γενικά που είναι πέρα βρέχει και στον κόσμο τους.
Υ.Γ. Γιορτάζουν την Καθαρά Δευτέρα.
- Άντε καλή Σαρακοστή ρε Λία και χρόνια σου πολλά, μην ξεχάσω...
- Ευχαριστώ, αλλά γιατί;
- Ε βρε αδερφάκι μου, όλον τον χρόνο πετάς τον αετό. Αμόλα καλούμπα!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Προέρχεται από τις λέξεις: πουλάω + μούρη. Αυτός που έχει υφάκι, στιλ και γυαλί ρέιμπαν.
Πολύ στιλ ο τυπάς, πουλμούρ. Δεν τα χάφτω εγώ όμως. Έτσι και βγάλει το γυαλί και βγει απ' το γκάμπριο δε θα μετράει μία!
Βλ. και πολ μουρ, πουλ μουρ, Paul Moore.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Είδος κουδουνιού για τσοπανόσκυλα κυρίως, που κάνει τον χαρακτηριστικό ήχο τρακ τρακ τρακ, επειδή είναι πολλά μικρά κουδουνάκια μαζί.
Το λένε κυρίως για ανθρώπους αλαφροΐσκιωτους, χαζούληδες. Κυρίως στην Αρναία Χαλκιδικής.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified