Ο πολύ τριχωτός άντρας.
- Κοίτα τον τυπάκο ρε, πόσο τριχωτός είναι!! Σκέτος αρκουδιάρης!
Ο πολύ τριχωτός άντρας.
- Κοίτα τον τυπάκο ρε, πόσο τριχωτός είναι!! Σκέτος αρκουδιάρης!
Σχετικά: βελέντζας, βερμουδιάρης, Γκρήκ λόβερ με τρίχα για πουλόβερ, ερωτικό χαλί, φλοκάτη, πιθήκι, πουλόβερ, τριχοφοβία, χαμένος κρίκος
Got a better definition? Add it!
Ο πολύ χοντρός άνθρωπος (συνηθέστερα χρησιμοποιείται για γυναίκες).
Κοίτα πώς έχει παχύνει αυτή!! Έχει γίνει σκέτη ντρόσχω από το πολύ φαΐ!
Got a better definition? Add it!
Συνομοταξία ανθρώπων της φυλής των Ρομά (αλλιώς απλά τσιγγάνος).
Ο τελείως ξεφτίλας άνθρωπος, ο βρωμιάρης, ο τσιγγούνης, ο άνθρωπος χωρίς τρόπους κλπ.
Εμφανίζεται συχνά και ως γύφτουλας.
- Πάλι στην τράκα την έβγαλε ε; - Αφού είναι γνωστός γύφτος!!
Got a better definition? Add it!
Σχετίζεται με τον ορισμό «γύφτος», αλλά δείχνει μια εντονότερη προσβολή προς το πρόσωπο του αναφερόμενου.
- Δεν πάει άλλο με τις τράκες του, τα έχει ξεφτιλίσει όλα-
- Αφού τον ξέρεις τι παλιόγυφτας είναι!!!
Got a better definition? Add it!
Κατηγορία ομοιόμορφων trendy νέων ηλικίας 13-18, συνήθως από Β. Π., που λιώνουν στα Starbucks της γειτονιάς τους με τις ώρες (συν. έχουν μαλλί κουνουπίδι).
Αυτά τα starbuckάκια είναι τόσο ίδια μεταξύ τους, που δεν ξεχωρίζεις το ένα από τ' άλλο.
Got a better definition? Add it!
Το μέρος όπου συχνάζουν με τις ώρες τα starbuckακια.
- Πού θα πάμε για καφέ;
- Πάμε στην starbuckούπολη να βρούμε και τους άλλους;
Got a better definition? Add it!
- Πού πας με αυτό το σαράβαλο ρε ολυμπιονίκη μαλάκα;;
Got a better definition? Add it!
Όταν πλακώνονται γκόμενες μεταξύ τους.
Ρε φιλαράκι, πλακώθηκαν η Λίτσα και η Πίτσα. Μαδομούνι έγινε σου λέω.
Λέξεις με ρήμα για πρώτο συστατικό: αλλαξοκωλιά, γαμο-, γαμογελώ, γαμολεβιές, γαμοπαίδι, γαμοπερίπτωση, γαμοπιλώθω, γαμόπουστας, γαμοσείρι, γαμοσπέρνω, γαμοσταυρίδι, γαμοτζάζ, γαμόφλαρος, γαμοχέρουλα, γλειφομούνι, γλειφοκώλι, γλειφοπούτσι, ζαλαρχίδης, κλασομούνι, κλαψομούνης, κοψοχρονιά, λαχταροψώλα, μαδομούνι, σπαζαρχίδης / σπασαρχίδης, σπασικαύλιος, σπασοκλαμπάνιας, τρεχέδειπνος
Got a better definition? Add it!
Γενικά οι οπαδοί της Ν.Δ., αλλά και ειδικότερα αυτοί που έχουν καβατζωθεί σε όλον τον Δημόσιο Τομέα (αλλιώς: τα γαλάζια παιδιά).
- Έχουν κυριεύσει όλο το Υπουργείο τα στρουμφάκια.
Got a better definition? Add it!
Λέξεις του ντου: ανθρακωρύχος, αύρα, γηπεδικός, γκαζάκιας, θα περάσει κράνος, καπελάκιας, κνάιτ, ΚΝΑΤ, κνιτόμπατσο(ς), λίστα του ντου, λίτης, Λουκάνικος, ματατζής, μάχιμος, μπατσοθύελλα, μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι, μπατσόπτερο, μπάτσος, μπαχαλάκης / μπαχαλάκιας / μπάχαλος, μπάχαλο, μπλε / χακί, μπούκα, μπουκάλι, μπουκαλάκιας, ντου, σπασιματίας, συλλαλητήριος, φασιστικιά, φλιτάρω, φυσουνιά, χαοτικός.
Got a better definition? Add it!