Λέγεται για κάποιον που είναι για πολύ ξύλο. Πολύ, όμως. Τόσο που αν πεις ότι θα του δώσεις δέκα σφαλιάρες, θα μετράς μία στις δέκα για να του δώσεις εκατό, και πάλι ίσως λίγες είναι.

Κλασσικότατο, αλλά γιατί να λείπει;

- Τι έγινε μ' αυτόνανε ρε;
- Τι να γίνει ρε μαλάκα. Ο τύπος είναι δέκα να βαράς, μία να μετράς. Έρχεται στο πάρτυ της γκόμενάς μου στο τίνγκα ζεβουαζιόν, συστήνεται ως κολλητός μου απ' το σχολείο, που ανάθεμα και τον έχω δει μισή φορά, και πάει και την πέφτει στο χύμα στην αδερφή της που είναι δεκάξι και μυξοπαρθένα. Άντε να τα μαζέψεις μετά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνοδεύεται από τη χειρονομία της πρώτης φωτό, που αποτελεί επέκταση σε δύο χέρια της κλασσικής μονοχειρικής μεταλλικής χειρονομίας.

Χρησιμοποιείται σε καταστάσεις μόνο μπλακ, όταν τα περίφημα κερατάκια συνοδευόμενα από το μοχθηρό ύφος μάλλον υποτιμούν το μέγεθος της καφρίλας.

Δια του παρόντος εισηγούμαι, με α πριόρι εξασφαλισμένη τη μηδενική απήχηση, την γελοία χειρονομία της δεύτερης φωτό, αναστροφή αυτής της πρώτης, η οποία δέον να συνοδεύεται από την ατάκα «νοτ ηνάφ χέβυ μέταλ φορ του χανντς», και λειτουργεί ως ενδιάμεσος κρίκος ανάμεσα στο απλό και το σύνθετο ομαδικό.

- ...και της λέω «πάρ' τα μωρή άρρωστη!».
- Τού ματς χέβυ μέταλ φορ ουάν χάνντ.

(από jesus, 17/09/09)(από jesus, 17/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται κυρίως σε παρελθοντικούς χρόνους και έχει τη σημασία του αντιλαμβάνομαι κάποιον του οποίου η εν λόγω ιδιότητα είναι καλά κρυμμένη.

Συνώνυμο το σακουλεύομαι.

  1. Τον έφαγες τον λίτη στη γωνία;

  2. Στάνταρ σ' έχει φάει ότι ξέρεις τι μούφες πουλάει και γι' αυτό ξέκοψε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σπάστης. Ο Ριζοσπάστης για τα επιλεγμένα γλιγλιοπωλεία και τους λιγοστούς συγγενείς.

Απαραίτητος σε κάθε λαϊκό σπίτι. (Το σλόγκαν στις διαφημίσεις στον 902 αριστερά στην τηλεόραση όπως βλέπεις το σεμέν, κάτω απ' το πορτραίτο του μπακούνη.)

Έχω και κουπόνι.

- Θα πάρεις ρίζο;
- Όχι.
- Κουπόνι;
- Ούτε.
- Τα άπαντα του Πλένιν;
- Αυτό, ναι!

(από Vrastaman, 14/09/09)Νίκος Ρίζος (από allivegp, 14/09/09)(από Vrastaman, 14/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο του πιωμένος, αλλά λέγεται όταν κάποιος φτάνει κάπου και είναι ήδη πιωμένος. Όταν, δηλαδή, αλλάξει μαγαζί, πιθανώς και παρέα, έχοντας πιει ποσότητα της τάξης του τελωνείου. Δεν μπορεί, κατά συνέπεια, να χρησιμοποιηθεί για το τέλος ξιδοποσίας.

- Τι έγινε χτες ρε; Γύρισες σπίτι σου ή ούτε καν;
- Γάμησέ με ρε συ...Θυμάσαι που ήμουνα ήδη φορτωμένος όταν ήρθα στο Μπιγκ Μπεν να σας βρω ε; Ε. Μετά πήγαμε σε άλλα δυο τελειωμενάδικα με τον Τάσο τον καολίλα και το λήξαμε μαζί με την αρτοκλασία...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συντάσσεται με ρήμα κίνησης και είναι αντίστοιχο του πίπα-κώλο και τα λοιπά ευγενή αθλήματα. Εν ολίγοις, μας γαμάνε από πίσω, προδοσία παλληκάρια μας ρίξανε στα σκατά, κάποιος ακουμπάει τον αφαλό του στην πλάτη μας.

Επειδή, όμως, θα γυρίσει ο τροχός, θα γαμήσει κι ο φτωχός, βλέπε και το όποιος βλέπει πλάτη, θα δει και μαξιλάρι.

Θξ στο θείο χότζα για την έμπνευση-υπενθύμιση.

- Πού εξαφανίστηκες ρε θείο;
- Γάμησέ με κι άφησέ με ρε συ...Αφαλό-πλάτη μας πάνε στη δουλειά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται στο τάβλι για τη ζαριά της οποίας το παίξιμο είναι φορσέ, κυρίως για τις διπλές, εξ ου και ο πληθυντικός.

- Τριάρες.
- Έλα, μετρημένες είναι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται στο τάβλι όπως στο παράδειγμα και πριν ριφθούν οι κύβοι, όταν κάποιος θέλει να του κάτσει ένα ζάρι από τα δύο σε συγκεκριμένο αριθμό, δηλώνοντας ότι το άλλο το γράφει ζμπούτσατ.

- Έξι και σκατά ρε πούστη, να σου πιάσω παραμαμά.
- Έλα ρίχ' τα, τα ζάλισες.
- Ασσόδυο...

(από allivegp, 14/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

.

Το τέσσερα-δύο στο τάβλι, προφανές λογοπαίγνιο με το τετράδιο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ή και μουσική για προθάλαμο οδοντιατρείου. Είναι η μουσική που έχει φτιαχτεί για να περνάει απαρατήρητη στο 99% των ανθρώπων, και γι αυτό το λόγο παίζεται σε ασανσέρ, στο αεροπλάνο όταν προσγειωθεί και περιμένεις σαν το μαλάκα τη φυσούνα (συφούνα κατά έναν καραγκιόζη φίλο μου) και σε άλλες τέτοιες καταστάσεις κατά τις οποίες μουσική παίζεται παρά φύσιν, οπότε πρέπει να εκφεύγει του φάσματος της συνειδητής ακουστότητας. Γιέα.

Για το 1% που την ακούει είναι φρικαλέα.

Αγγλιστί είναι η ήζυ λίσενινγκ μιούζικ. Βλέπε και εδώ.

- Ωραία, μας βάλανε και μουσική ασανσέρ για το περίμενε. Δε μας έφτανε ο πονοκέφαλος απ' το ταξίδι...

υπάρχει και λατέρνατιβ... (από BuBis, 13/09/09)Τα Μόνα Παιδιά Στο Ασανσέρ. Ναι μεν άκυρο αλλά.. (από PUNKELISD, 13/01/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified