Τσολιάς αποκαλείται και το πρότυπο του υγιούς, ρωμαλέου, εύρωστου, εύσωμου, καλοβαλμένου, καλοαναθρεμμένου ομορφάνδρα, που κάθε μητέρα ονειρεύεται ν' αποκτήσει και αναθρέψει, εξ ου και η ευχή προς κάθε άρρεν νεογέννητο πολύ συχνή κάποτε στην ύπαιθρο χώρα «Άντε και τσολιάς στα ανάκτορα».

Οι φαρμακοβιομηχανίες ισχυρίζονται ότι το εμβόλιο της γρίπης είναι αποτελεσματικό και ασφαλές, όμως ξεχνάνε ότι στο πειραματικό στάδιο δοκιμάστηκε σε τσολιάδες, ενώ ο πραγματικός πληθυσμός περιλαμβάνει μεγάλο ποσοστό ηλικιωμένων και πλήθος ευπαθών ομάδων.

Είναι πολύ βαριά... (από Khan, 13/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μπαμπαδίστικο αυτό λήμμα το χρησιμοποιούμε για να ταπώσουμε κάποιον στις παρακάτω τρεις (τουλάχιστον) περιπτώσεις που αυτός:

α) απάντησε σε μια ερώτησή μας με «Ε;» (με την ένοια του «Ορίστε;», «Πώς είπατε;»)
β) απευθύνθηκε στο άτομο μας με την κλητική αντωνυμία «Ε!»
γ) τα μασάει και αντί να μας εξηγήσει κάτι επαναλαμβάνει συνεχώς «εεε...εεε...»

Το λήμμα το έχει χρησιμοποιήσει (και απογειώσει) στην περίπτωση γ' ο μέγας Διονύσης Παπαγιαννόπουλος σε διάλογό του με την Αλίκη Βουγιουκλάκη στο «Το ξύλο βγήκε από τον Παράδεισο» (νομίζω).

(συνηθισμένο βρις-οφ σε δρόμο μεγάλης πόλης):
- Σου είπα να μη παρκάρεις εδώ! Δεν ακούς; Ε!
- Έξινος!
- Και ξερός!
- Και ξεράδια στο λαιμό σ'!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φοριέται πολύ ως πασπαρτού όταν θέλουμε να κλείσουμε μια φράση μας, στον προφορικό κυρίως λόγο, με την οποία έχουμε καταγράψει ή παραθέσει μια σειρά από πρόσωπα, αντικείμενα, καταστάσεις, χαρακτηρισμούς, ιδιότητες κ.λπ.

Χρησιμοποιώντας το λήμμα τονίζουμε το ευάριθμο των παραγόντων που υποστηρίζουν την άποψή μας, πλην όμως έχουμε μπουχτίσει τόσο πολύ, που απαξιούμε να τους αναφέρουμε όλους και αφήνουμε τον συνομιλητή μας να τους συμπεράνει.

Σε άλλες πάλι περιπτώσεις, σημαίνει «και τα λοιπά», «και τα όμοια».

Για πληρέστερη κατανόηση, βλ. παραδείγματα.

  1. Για όλα φταιν΄οι γκόμενες
    οι πρώην κι οι επόμενες
    επώνυμες κι ανώνυμες
    και γενικώς

  2. Μου τη δίνει η Γλασκώβη και θέλω να γυρίσω Άθενς! Μου τη δίνει το τσόκρυο, η υγρασία, το σκοτάδι που διαρκεί 20 ώρες την ημέρα, οι ξενερουά γκόμενες με τα μίνι στους -20, τα βραστά κάμπατζιζ που σερβίρουν στα εστιατόρια, και γενικώς!

  3. Φέρε ό,τι βρεις: Μπουζόκλειδο, σταυροκατσάβιδο, φλάντζες, γαλλικό κλειδί, άλλεν, κόφτη, πένσα και γενικώς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είδος χειρουργικής λαβίδας με μακριά σκέλη, μεγάλο άνοιγμα και μακριά σειρά μεγάλων δοντιών σε κάθε ένα από τα σκέλη του.

(κατά τη διάρκεια χειρουργείου):

- Μόλις κόψω την περιτονία, συγκράτησε την ωοθήκη με το κροκοδειλάκι, αλλά μη τη ζουλάς πάρα πολύ, μη μας πάρουνε τίπτις ζουμιά. γκε-γκε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι ο μεταλλικός αγκτήρας, ένα χειρουργικό εργαλείο περίπου όμοιο με το τσιμπιδάκι με το οποίο ξεσυρράπτουμε φύλλα χαρτιού, και το χρησιμοποιούμε για την αφαίρεση μεταλλικών ραμμάτων μετά την επούλωση του τραύματος.

- Πάλι με συρρραπτικό έραψε ο τρόμπας ο εφημερεύων, θα είχε φαίνεται ένα αγριογούρουνο στη φωτιά να προλάβει. Φέρε το παπαγαλάκι προϊσταμένη, έχει γίνει εδώ ένα χηλοειδές, να!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μετά το δικάβαλο, θα ήταν παράλειψη να αφήσουμε χωρίς ορισμό το εξακάβαλο. Αν και ο νους των περισσοτέρων έχει ήδη πάει σε χρόνο dt στο πονηρό, δηλαδή σε κάποιο πάρτυ με ούζα, εντούτοις όχι, είναι κάτι διαφορετικό.

Είναι όταν σε ένα αυτοκίνητο, που είναι σχεδιασμένο για maximum 5 επιβάτες, στριμώχνεται και ένας έκτος, η χαρά του εφαψάκια δηλαδή. Συνήθως, ακολουθείται η τακτική 2 επιβάτες μπροστά και 4 πίσω ώστε να μη μπορεί να μας εντοπίσει εύκολα ο ο γαλατάς με το μπλε καρούμπαλο, αλλά και γιατί πίσω κουτσοβολεύεται καλύτερα η κατάσταση. Βέβαια, τα παίζουν λίγο τα αμορτισέρια, αλλά αν είναι να φορτώσουμε μωρά το τουτού μας, τί είν΄ ο πόνος μπρος στα κά(β)λη. Για εφτακάβαλο και οχτακάβαλο δεν γίνεται λόγος, γιατί τότε πάμε σε εξτρίμ καταστάσεις.

- Χθες που γυρνούσαμε από Φλογητά, μας κάνανε ωτοστόπ δυο δίμετρες Σουηδέζες κοντά στην Άθυτο. Μιλάμε, αν και είμασταν ήδη τέσσερις μέσα στο Twingo, τις πήραμε και κάναμε ένα εξακάβαλο άλλο πράμα. Γέμισε το αυτοκινητάκι με μπούτια, βυζιά και κώλους. - Τσσς, Αίσωπε!

Εξακάβαλο σε δίκυκλο. (από allivegp, 08/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι λέγεται αλλιώς ο ξάδελφος, κυρίως σε χωριά και με περιφρονητική διάθεση, ιδίως όταν ο εξάδελφος δεν μας κάνει οικογενειακά υπερήφανους με τα καμώματά του και την εν γένει πρόοδό του στη ζωή.

- Με πήγε στο χωριό του, Σία μου, αλλά δεν με προειδοποίησε πόσους συγγενείς του θα γνώριζα και έδωσα χειραψία με το μισό χωριό.
- Ε, καλά τώρα Κία μου, σε τέτοια κουτσοχώρια, όλοι μεταξύ τους είναι συγγενείς και ξάγυφτοι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Την έκφραση την χρησιμοποιούμε όταν κάποιος μας εκμυστηρεύεται ένα πάθημά του ή κάτι που δεν του πήγε καλά και θέλουμε να του απαντήσουμε «Ας πρόσεχες», «Ήθελέστα και πάθέστα» ή ακόμη «Τί γύρευες ξεβράκωτος στα αγγούρια». Επίσης, φέρνει και σε κάτι από «Γιατί τό 'δωσε ο Θεός το ακατοίκητο;», σε μια έμμεση προτροπή να βάζει το νιονιό του / της να δουλεύει άλλη φορά.

Δεν θέλουμε, δηλαδή, να του την πούμε κιόλας, γιατί μπορεί να μην έφταιγε, αλλά να στάθηκε απλά άτυχος /-η, ωστόσο η έκφραση λειτουργεί σαν προτροπή για να τον / την βάλουμε να κάνει λίγη αυτοκριτική, ώστε να είναι πιο προετοιμασμένος --η και προσεκτικός /-ή την επόμενη φορά.

Διευκρινίζεται ότι το λήμμα χρησιμοποιείται στην αυτή μορφή ανεξαρτήτως σε ποιο από τα γνωστά 4 φύλα (νέιμλυ άρρεν, θήλυ, homosexual και asexual) ανήκει ο συνομιλητής μας.

  1. - Μα να με παρατήσει ο Ντιντής μου επειδή πήγα έξι μήνες για μεταπτυχιακό στη Γαλλία;
    - Εμ, φιλενάδα;

  2. - Μόλις του είπα «Μπήκαμε στη Σαρακοστή, κομμένο το σεξ», άρχισε να τα σούρτα-φέρτα με την πρώην του.
    - Εμ, φιλενάδα;

  3. - Με το που είδε το τατουάζ με τον δράκο που έχω στον μπαργαλάτσο μου, το κάναμε μια φορά και αυτό ήταν! Μετά έκοψε λάσπη.
    - Εμ, φιλενάδα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

To γιο-γιο (αγγλ. yo-yo) είναι ένα παλιό σαν τις λάσπες παιχνίδι που απεικονίζεται ακόμη και σε Αθηναϊκούς κύλικες του 4ου π.χ. αιώνα, και περιλαμβάνει δύο πήλινες, ξύλινες ή πλαστικές δισκοειδείς επιφάνειες που ενώνονται με ένα άξονα, γύρω από τον οποίο είναι τυλιγμένο ένα σχοινί. Ρίχνοντας το σώμα του γιο-γιο προς τα κάτω, όταν το σχοινί ξετυλιχτεί εντελώς, αρχίζει και τυλίγεται ξανά σ' αυτό με αποτέλεσμα να επιστρέφει στο χέρι του παίχτη.

Μεταφορικά, λέμε ότι κάνουμε κάποιον γιο-γιο όταν τον τρέχουμε όσο θέλουμε, τον κάνουμε ό,τι θέλουμε, σήκω-σήκω, κάτσε-κάτσε, σύρφερ και τράβα πάλι πίσω να δεις αν έρχομαι, γενικά δλδ τον έχουμε του χεριού μας και τον εξουσιάζουμε. Προκειμένου για γκόμενες που εξουσιάζουν τους γκόμενούς τους, λέμε ότι τους έχουν βάλει στο βρακί τους.

Τώρα γιατί ο εξουσιαζόμενος δέχεται να γίνει γιο-γιο, πολλά μπορεί να παίζουν: από φορέας γονιδίων του Φώντα Μαζώχ, γιαλομικά σύνδρομα, μαλακοκαύλης, ριτάρντεντ, ή απλά πίσω έχει η αχλάδα την ουρά.

Το λήμμα έχει και μια πιο στενή ποδοσφαιρική έννοια, όπου «κάνω γιο-γιο τον αντίπαλο» σημαίνει του μοιράζω σακούλα, τον κάνω εμετό/λώλο, του παίρνω την ταυτότητα/τα σώβρακα και γενικά τον κάνω ό,τι θέλω.

  1. - Μόλις γυρνά από τη δουλειά ο Ντίντης, η Ζηνοβία τον στέλνει στο σούπερ μάρκετ για ψώνια και στο καπάκι να πάει τα παιδιά φροντιστήριο, ενώ αυτή αράζει τα κυβικά της. Γιο-γιο τον έχει κάνει τον άνθρωπο!
    - Ε, τί τα θες, τον έχει βάλει στο βρακί της.

  2. Πού πάει ρε ο μούλος με Βίντρα από δεξιά... Γιο-γιο θα τον κάνει ο Γκαλέτι!

(από allivegp, 07/08/09)(από allivegp, 07/08/09)(από allivegp, 07/08/09)Ο μπασίστας των Queen John Deacon παίζει γιο-γιο στο 1:27 (από allivegp, 08/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αμερικλανιά, σατιρική παραφθορά του συνθήματος «Υes we can» (Ναι, μπορούμε) που ακούγεται σε αμερικλάνικες προεκλογικές συγκεντρώσεις.

Η παρήχηση ακολουθεί τη σειρά: Υes, we can (ναι, μπορούμε) ==> yes, we can't (ναι, δεν μπορούμε) ==> yes, weekend (ναι, σαββατοκύριακο) και αποδομεί ένα στιβαρό σύνθημα πολιτικής αποφασιστικότητας σε ένα αλέν ντελόν αίτημα για μια σουκού εξόρμηση.

- Together we stand for a new era of change...
- Yes, weekend!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified