Η ομοφοβία είναι πολύ κακό πράγμα. Η περιθωριοποίηση επίσης. Το ίδιο και ο αντίστροφος ρατσισμός. Αν τα βάλετε όλα μαζί δημιουργούν συνθήκες άπαρντχάιντ και θυμίζουν τη λέξη που ήταν της μοδός πριν λίγο καιρό στα κανάλια για να περιγραφεί ο χώρος του ιστορικού κέντρου της Αθήνας και όχι της βουλής ας πούμε που ταιριάζει και γάντι.

Γκέιτο λοιπόν καλείται ο χώρος, ανεξαρτήτου έκτασης στον οποίο τείνουν να συγκεντρώνονται όλοι οι ομοφυλόφιλοι και φυσικά δεν εννοούνται απλά γκέι-μπαρ γιατί τότε θα λέγαμε και καγκουρογκέτο ορισμένες καφετέριες στα δυτικά προάστια της Σαλονίκης ή καταστήματα που αν και δηλώνουν καφετερίες έχουν στην «βιτρίνα» τους περισσότερα παπιά, κωλοφτιαγμένα και μαλλιά σε περίεργες αποχρώσεις του ξανθού από την μπανιέρα όταν κάνει μπάνιο ο αδερφός μου, το αυτοκινητάδικο τύπου που έχει διαρκείας αεροπορικό εισιτήριο Ντύσελντορφ-Αθήνα και το κομμωτήριο της Σούλας (ποιας από όλες;) αντίστοιχα.

Γενικά μέρη που αποπνέουν τον αέρα του «διαφορετικού» όπως (λανθασμένα αλλά είναι άλλη κουβέντα αυτό) το Γκάζι ή η περιοχή στο τετράγωνο Τσιμισκή-Δωδεκανήσου-Φράγκων-Ι. Δραγούμη και που μόλις προτείνεις κάποιο μαγαζί κάπου εκεί κοντά όλοι σε κοιτάνε με άλλο μάτι. Οι λόγοι που τα γκέιτο ονομάζονται γκέιτο είναι προφανείς και αρκετοί. Οι περισσότεροι αναλύθηκαν στην πρώτη παράγραφο αλλά υπάρχουν και δυο τρεις που θα αναλυθούν στην τέταρτη. Κι ας μην κρυβόμαστε και πίσω από το δάχτυλό μας, η λεξιπλασία γαμεί κι όποιος την ακούσει γίνεται αυτομάτως ρεζίλι από τα χαχανητά, πέρσοναλ εξπίριενς.

- Που 'σαι ψηλέ, άκουσα ότι ένα κατάστημα στην οδό Εδέσσης σερβίρει και γαμώ τα ποτά. Πάμε;
- Τι λες ρε που θα χωθούμε στο γκέιτο, τρελός είσαι; Συχνάζεις εκεί;
- Όχι ρε, απλά άκουσα καλά λόγια.
- Γιατί εντάξει, εσύ με αυτά που φοράς θα χαθείς αλλά εγώ θα είμαι σαν τη μύγα μες το γάλα.
- Σου λέω τέτοιο μοχίτο δεν ξανάπιες. - Ρε μπας και την χτυπάς την μέντα;
- Όχι ρε, τον μπάρμαν τι τον έχουν, αυτός θα τα φτιάξει τα μοχίτα.
- Τρεις φορές σε είπα πούστη και δεν ένιωσες, μπας κι έχεις ανοσία;
- Ναι ρε, είχα κάνει απουστήρωση πιο παλιά.
- Έτσι εξηγείται.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση βγαλμένη από αιώνες γαστρονομικής εμπειρίας του συνόλου σχεδόν του ανθρωπίνου είδους, με εξαίρεση το μικρό ποσοστό των κανιβάλων-ανθρωποφάγων. Αυτή η εμπειρία λοιπόν λέει πως, όσο πιο εύκολα κατεβαίνει το φαΐ από τον οισοφάγο, αφού έχει ερεθίσει τις γευστικές απολήξεις όπου κι αν βρίσκονται μέσα στο στόμα, τόσο πιο δύσκολα θα κατέβει από το παχύ έντερο, αφού έχει ερεθίσει με περίεργο τρόπο το κωλάντερο και το στομάχι συμπεριφέρεται σαν να είστε 8 μηνών έγκυος
(- Κοίτα πως κλοτσάει το γλυκό μου).

Οπότε μην παίρνετε κι όρκο πως το γκουρμέ παϊδάκι, γαρνιρισμένο με σος αχλαδιού και ξύσμα λεμονιού που με το ζόρι το έβλεπε το μάτι σας, δεν θα έχει κάποιες άλλες επιπτώσεις ακριβώς λόγω του μεγέθους του. Συνήθως τα σιγανά ποταμάκια πρέπει να φοβάσαι (όχι εσύ προσωπικά, γενικά μιλάμε). Γι' αυτό την επόμενη φορά που θα φάτε οτιδήποτε και σας αρέσει, να ετοιμαστείτε για τις συνέπειες.

Η έκφραση φυσικά και απέδρασε από την βαρετή και για λίγους (και ίσως αντιεμπορική, αν και γι' αυτό πρέπει να δω τη βαθμολογία για το λήμμα φαγητό ντινγκ-ντονγκ που έχω στα σκαριά) σλανγκ των μαγειρείων και έχει περάσει στην καθομιλουμένη. Κάθε φορά που κάτι μας πάει δεξιά (εννοώ καλά, όμορφα, χωρίς προβλήματα) περιμένουμε να μας έρθει και μια κατραπακιά, γιατί δεν είναι δυνατόν να μονοπωλούμε την ευτυχία. Τότε είναι που η έκφραση ταιριάζει περισσότερο από γάντι. Η αναγνώριση δηλαδή του ότι δεν μπορεί, η καταστροφή θα έρθει. Ακριβώς όπως με το παραπάνω παϊδάκι, όταν έρχεται ο λογαριασμός.

- Φίλε δεν μπορείς να φανταστείς πόσο απίστευτο κρεβάτι κάνει η Κική!
- Σώπα ρε.
- Άσε, λες και έχει εμπειρία ετών! Αλλά η μουρμούρα της μετά δεν παλεύεται.
- Ε δεν ξέρεις κι εσύ, γλυκοφάε-πικροχέσε. Και σου γκρινιάζει;
- Δεν λες τίποτα. Θέλει να μιλάμε για το στοίχημα και την μπάλα γενικά. Μετά για ηλεκτρονικά και μετά για αυτοκίνητα. Άσε που θέλει να βλέπουμε και τσόντες μετά το σεξ. Δεν αντέχεται σου λέω.
- Άκου να δεις, τη στιγμή που θες τα ναζάκια και τις αγκαλίτσες να σου κάνει τέτοια πράματα.
- Άσε, δεν ξέρεις τι τραβάω.

(Ακολουθεί σύννεφο και τα σχετικά ηχητικά εφέ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μυθολογικό-υπερφυσικό ον που υπάρχει ανέκαθεν. Κατέχει την απόλυτη γνώση σε οποιονδήποτε τομέα και δίνει απλόχερα τα φώτα του σε όποιον τα χρειαστεί και τον επικαλεστεί. Κάνει όλες τις δουλειές που υπάρχουν, έχει πάει παντού, έχει άκρες επίσης παντού, έχει ζήσει τα πάντα (και τα κοάλα) και γνωρίζει προσωπικά όλους τους ανθρώπους στον κόσμο. Κανείς δεν τον έχει δει, παρόλα αυτά δεν είναι δυνατόν να μην υπάρχει γιατί πάνω σε αυτόν στηρίζονται τα θεμέλια του κόσμου όλου. Μαλάκες που το παίζουν κοινωνικοί ότι και καλά έχουν πολλούς γνωστούς, τύποι που ξεμένουν από επιχειρήματα και τύποι που δεν έχουν επιχειρήματα, που στην Ελλάδα είναι το 98,3% του πληθυσμού, του έχουν τυφλή εμπιστοσύνη και, αφού πιστεύουν ότι υπάρχει, υπάρχει.

Είναι χαζό φυσικά να σκεφτεί κανείς ότι έχει ρίζες από την Μεγαλόνησο όπως είναι εξίσου χαζό να σκεφτεί ότι είναι διαφορετικά άτομα. Η αλήθεια είναι ότι στατιστικά αποδεικνύεται πως τον έχουμε επικαλεστεί όλοι (ναι, ναι κι εσύ!), αλλά οι σοφοί πάντα αναγνωρίζουν τα λάθη τους. Τέλος να πούμε ότι αντικαθιστά το πέρα για πέρα ποζεράτο «ένας φίλος, ενός φίλου, ενός φίλου μου».

- Πώς πάει ρε Τάκη; Πώς πέρασες προχτές;
- Μια χαρά μωρέ.
- Εγώ που λες, ξεκίνησα από ταβερνούλα, έχω γνωστό γνωστού που είναι μάγειρας και έκανε καλό φαΐ. Μετά καφεδάκι χαλαρά, έχω γνωστό γνωστού μπάρμαν και μας τα κέρασε. Μετά χαλαρό ποτάκι, έχω γνωστό γνωστού σερβιτόρο και μας έκανε καλή τιμή. Τελικά καταλήξαμε κλαμπάκι, έχω γνωστό γνωστού πορτιέρη και μας βόλεψε.
- Δε μου λες, τον Σάκη τον Δημητρίου τον ξέρεις; Γνωστός μου είναι.
- Ε πως δεν τον ξέρω ρε, κι εμένα γνωστός μου είναι.
- Ε τότε εγώ έχω γνωστό γνωστού μαλάκα και μου ζαλίζει τα αυτά.

Ο Γνωστός Γνωστού κατά τον Γαΐτη (από Jonas, 21/04/09)Όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε πιο εξωτικά μέρη: (από ThomasTheBarbarian, 18/08/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο γνωστός τυπάκος που μας κάνει παρέα στον καναπέ, στον ωχαδερφισμό, στην αφασία γενικότερα. Πρόκειται για εξέλιξη του γνωστού σε όλους μας δημοσιογράφου μόνο που σαν εξελιγμένο μοντέλο έχει αναγάγει και προαγάγει την δουλειά του τόσο πολύ που έχει αναλάβει νέα καθήκοντα. Συγκεκριμένα:

  1. Από την απλή παράθεση των γεγονότων που το πεπαλαιωμένο μοντέλο εκτελούσε, πλέον ο δημοσιοκάφρος μπορεί να σχολιάσει και να χρωματίσει τα γεγονότα όπως ο ίδιος θεωρεί σωστό.

  2. Από εκεί που έδινε απλά τροφή στο νου τώρα πλέον έχει φτάσει στο σημείο να σκέφτεται για εμάς! Αυτή η τρομερά επίπονη και με χροιά προσφοράς προς το ευρύ κοινό εργασία έχει αγκαλιαστεί ένθερμα από τους τηλεθεατές.

  3. Πλέον, η δημοσιοκαφρία έχει προχωρήσει τόσο ώστε οποιοσδήποτε μπορεί να μοντάρει μικιμάου ανάμεσα σε βίντεο, όποιος λύνει υπαρξιακά προβλήματα του κώλου και όποιος μπορεί να προκαλεί το χάος από την άνοδο 2 λεπτών της τιμής της φέτας ονομάζεται κατευθείαν δημοσιοκάφρος.

  4. Το σημαντικότερο όμως προσόν του δημοσιοκάφρου είναι η αλλοίωση της πραγματικότητας. Όχι απλώς της αλήθειας, αλλά της πραγματικότητας της ίδιας. Όχι απλά κάνουν το άσπρο μαύρο αλλά και τον αέρα νερό, το ηθελημένο άθελο και το άχρηστο χρήσιμο. Για τη μόνη πληροφορία που πρέπει να είναι κανείς σίγουρος είναι τα σκορ σε ματς.

  5. Το νέο μοντέλο έχει αποβάλλει παλαιότερα πρόσθετα που αν και κάποτε ήταν απαραίτητα πλέον δεν είναι. Λέξεις όπως ηθική, αντικειμενικότητα, σφάλμα της σύνθεσης, τσίπα έχουν αντικατασταθεί από άλλες όπως νούμερα τηλεθέασης, με τη ματιά έγκυρων δημοσιογράφων, εύκολη ταμπελοποίηση και περισσότερα νούμερα τηλεθέασης (γιατί πρέπει και να εξελισσόμαστε).

Γι' αυτό λοιπόν παραγγείλετε και το δικό σας νέο μοντέλο απλά και μόνο με ένα κλικ στο τηλεκοντρόλ. Ειδική προσφορά για όσους έχουν ένα πραγματάκι με τη λέξη Nielsen πάνω στην τηλεόρασή τους η ευνοϊκή μεταχείριση σε περίπτωση που ενδιαφέρονται να συμμετάσχουν σε κάποιο τηλεπαιχνίδι. Είναι φανερό πως ο δημοσιοκάφρος δεν έχει γένος. Είναι μυθικό ον που επιτρέπεται να μην πληρώνει φόρους, να παρκάρει όπου γουστάρει και η δικαιολογία να είναι για διευκόλυνση του έργου του, να εκτελεί αυτοπροβολή διαφημίζοντας την εφημερίδα του, την άλλη του εκπομπή, το ταξί που έχει μισό μισό με τον μπατζανάκη του και τον ευλογημένο τόπο της Άνω Ραχούλας στον οποίο τυχαίνει να έχει οικόπεδα μπας και έρθει ο τουρισμός, και πολλά άλλα.

(Ο Λάκης, ο οποίος είναι απείρως συμφεροντολόγος, μιλάει με την Κούλα και ο Τάκης ακούει)

- Κούλα ακούς τι λέει; Έρχεται κρίση! Σταμάτησαν λέει να πίνουν καφέδες και πίνουν όλοι πορτοκαλάδα που είναι πιο φτηνή! Βουρ!
- Καλά ρε τι της λες, τις μαλακίες του δημοσιοκάφρου ακούς; Πριν καιρό δεν έλεγε ότι το πετρέλαιο θα φτάσει $300 και μου γέμισες το σπίτι αερόθερμα; Πάλι μούφα θα είναι...
- Ναι αλλά τον άκουσα προχτές να λέει ότι η καλύτερη επένδυση είναι μετοχές αναψυκτικών και επένδυσα. Σωστός; Πρώτα θα το εκμεταλλευτώ και μετά θα το πολεμήσω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πόσες φορές σας έτυχε να έχετε βγει έξω και να κοιτάτε τον βοηθό σερβιτόρου να παίζει με τον δίσκο και να φαίνεται σαν καραγκιόζης; Και όταν θέλετε να το δείξετε στο φίλο σας για να σπάσετε πλάκα μαζί να σκύβετε το κεφάλι γιατί η πάμπλουτη, πανίσχυρη, μαγική (αν προφέρεται με ιαμβικό μέτρο) και χιλιοτραγουδισμένη ελληνική γλώσσα σας απογοήτευσε μιας και δεν έχει λέξη γι' αυτό, και δεν είσαστε τύπος του «Ψιτ, κοίτα»; Κι όμως! Υπάρχει λέξη!

Ο βοηθός σερβιτόρου για κάποιο λόγο, που αυτή τη στιγμή που διαβάζετε ακόμη ερευνούν, θεωρείται ιδιαίτερα τρέντι και μπάνικη εργασία. Για να μην αποκαλυφθεί η αλήθεια και καταρρεύσει το σύστημα της νυχτερινής διασκέδασης πρέπει να το δείχνουν κιόλας. Οπότε βάζουν τον δίσκο στο δείκτη του «καλού» χεριού (από εδώ το πρώτο συνθετικό) και μιμούνται τον Μάτζικ ή και άλλους μπασκετμπολίστες που γυρνάνε την μπάλα με αυτόν τον τρόπο (το δεύτερο συνθετικό) γυρνώντας τον δίσκο. Την όλη εικόνα συμπληρώνει το απαραίτητο σούφρωμα των φρυδιών του πολ μουρ, πουλ μουρ, Paul Moore, το βλέμμα στο άπειρο και η προσωρινή κώφωση μιας και για να φέρει ένα ποτήρι νερό πρέπει να του το φωνάξεις τουλάχιστον με 120dB.

Πρόκειται για επαγγελματική αργκό και λειτουργεί όπως τα αστέρια στον στρατό, αποτελεί δείγμα προόδου (μαλακία παρομοίωση). Δεν είναι αποκλειστικό προνόμιο των βοηθών αλλά αυτοί χρειάζονται περισσότερη προσοχή πάνω τους, οι σερβιτόρες/οι έχουν ήδη αρκετή. Συντάσσεται με το ρήμα «κάνω»

(Ο φτασμένος βοηθός σερβιτόρου Δημήτρης μιλάει με την πολλά υποσχόμενη Φωτεινή)

Δ: - Και δε μου λες (Φωτεινή σε είπαμε;) πόσο καιρό πιάνεις δίσκο;
Φ: - Θα 'ναι 3 μήνες.
Δ: - Και με πόσα δάχτυλα κρατάς το δίσκο;
Φ: - Με τρία.
Δ: - Τί κλίση έχει η γωνία του αγκώνα;
Φ: - Γύρω στις 110 μοίρες για παρέες των 4ρων ατόμων με 1 κανάτα.
Δ: - Κάνεις δίσκοball;
Φ: - Όχι ακόμη, αλλά το παλεύω.
Δ: - Καλά, έλα να μου μιλήσεις όταν ο Τζόνι σταματήσει να περπατάει.

(από knasos, 29/10/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ατάκα-θρύλος της συμπαθούς ηθοποιού Σαπφούς (τςςς) Νοταρά στην ταινία «Αχ αυτή η γυναίκα μου» που, αν είσαστε πάνω από 5 χρονών, έχετε σίγουρα πετύχει σε επανάληψη στο πρόγραμμα δημοφιλούς ελληνικού τηλεοπτικού σταθμού. Παρόλο που έχει-δεν έχει καμιά σαραντάρα χρόνια από την πρώτη προβολή της ταινίας, η έκφραση χρησιμοποιείται ευρέως για χαρακτηρισμό διάφορων καταστάσεων στις οποίες περιπλεκόμαστε ή δεν περιπλεκόμαστε χωρίς να χαρακτηριστεί «πασέ». Η δε προσπάθεια προφοράς της με το ίδιο μπρίο, την ίδια χάρη, την ίδια φινέτσα και λεπτότητα όπως της ορίτζιναλ (όχι αυτής που έχει προβλήματα με βατράχους και πρίγκιπες) εκδοχής προκαλεί άφθονο, ειρωνικό, γέλιο και ένα βράχνιασμα τουλάχιστον για όσο χρειαστεί κάποιος για να πει «μπουρλότο» προς αυτόν που προσπαθεί.

Η έκφραση χρησιμοποιείται σε πλειάδα περιπτώσεων. Από τον κλασσικό χαμό της τουαλέτας αφού έχετε καταναλώσει βρώμικο με μπόλικο μπούκοβο (-Να βάλω κι άλλο; -Βάλε ρε! -Καλά, εγώ σε προειδοποίησα...), μέχρι τις κίνκυ καταστάσεις που θα συμβουλεύετε τα παιδιά σας να αποφεύγουν και καλύτερα να μην ξέρετε. Δοκιμάστε να το πείτε όταν θα είστε κοντά σε καθηγητή τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και δείτε την απόλυτη γκριμάτσα «αποδοχής αλλά με προσπάθεια άρνησης». Αυτή η εξαιρετική χρησιμότητα της εν λόγω έκφρασης την κατατάσσει στο πάνθεον των εκφράσεων σαν «έκφραση κοακόλα» γιατί πάει με όλα.

Τώρα για ετυμολογία... Όλοι ξέρετε τις δύο πόλεις και όλοι τώρα σκέφτεστε τι μαλακία κάνατε που πιστέψατε έστω και ένα δευτερόλεπτο πως οι κακοί έπαθαν αυτό που τους άξιζε. Τουλάχιστον υπάρχει και το Βέγκας αλλά είναι το λιγότερο κανά δεκαχίλιαρο μακριά μας.

(Ο ξανθός πισωγιομίδης από την Πολυκατοικία προσπαθεί να μην πουλήσει το σπίτι)

- Σας λέω τρέχουν από παντού νερά.
- Δε με ενοχλεί αυτό, ο ανιψιός μου είναι υδραυλικός.
- Αφήστε που οι γείτονες έχουν ζώα και ουρλιάζουν κάθε βράδυ.
- Α, τρελαίνομαι! Είμαι φιλόζωος!
- Βρε άνθρωπε μου τι να σου πω άλλο, τον βλέπεις τον μελαχρινό στην φωτογραφία; Μου τον έχωνε κάθε μέρα σε κάθε μέρος του σπιτιού!
- Πω πω! Εδώ μέσα γίνονται σόδομα και γόμορρα!
- Τι σας λέω τόση ώρα.
- Πάντως το βλέπω μεγάλο το σπίτι, μήπως χωράω κι εγώ;

Αμίμητη (από knasos, 24/11/08)"Σόδομα και Γόμορρα", το μυθιστόρημα, όπου ο αφηγητής- alter ego του Marcel Proust υπαινίσσεται την ομοφυλοφιλία του. All time classic της γκέι λογοτεχνίας! (από Hank, 05/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μεγάλη έκφραση που χρησιμοποιείται ευρέως αντί των συνώνυμων, αλλά εντελώς ξενέρωτων, έλα παππού να σου δείξω τα αμπελοχώραφά σου ή η αλεπού 100 το αλεπουδάκι 101. Το βαθύ νόημα της έκφρασης έγκειται στο ότι είναι παντελώς μάταιο να προσπαθεί κάποιος να κάνει οποιουδήποτε είδους υποδείξεις στον λέουρα που έχει φάει τη ζωή με το κουτάλι και όταν δεν προλάβαινε με το πιο μεγάλο κουτάλι ειδικά όταν ο ίδιος δεν έχει ακουμπήσει καν ούτε πλαστικό κουταλάκι της καραμπόλας.

Η έννοια που προσπαθεί να περάσει η έκφραση, η οποία θα αναλυθεί γιατί τις περισσότερες φορές ο συμβολισμός είναι επικίνδυνο σπορ, είναι πως το παιδί που βγήκε από την ζεστή, μαλακή, υγρή, γλυκιά (αχ το καλοκαίρι) οπή της μάνας του μετά από ενέργεια του πατέρα του δεν είναι σε θέση να δίνει οδηγίες για το πού βρίσκεται η εν λόγω οπή. Έτσι και ο κάθε τυχάρπαστος δεν μπορεί να την βγαίνει οφσάιντ στους έχοντας και κατέχοντας τη γνώση (με εξαίρεση ίσως την Ποκαχόντας αλλά αυτή δεν τονίζεται στην προπαραλήγουσα!). Τουλάχιστον όχι χωρίς να τους εκνευρίζει και να τους κάνει να συμπεριφέρονται ανάρμοστα. Μην ντρέπεστε να χρησιμοποιήσετε το λήμμα επειδή ίσως να το έλεγε κι ο μπαμπάς σας και να έχει παλιώσει τώρα, έτσι κι αλλιώς αυτός είναι ο πρωταγωνιστής.

- Κι έρχεται ο Μιχαλάκης και αρχίζει «Και η Κικίτσα αυτό, και η Κικίτσα το άλλο, και κόλπα και μόλπα». Έλα μπαμπά να σου δείξω πού το έχει η μαμά. Λες και δεν της τα έμαθα εγώ της Κικίτσας, που της έπαιρνα το χέρι να μου τον ακουμπήσει και μετά έμαθε να κάνει και αεροπλανικά.
- Πάντως ο Μιχάλης λέει ότι χαίρεται πολύ που επιτέλους την πηδάει κάποιος με πάνω από 10 εκατοστά.
- Ρε δεν λέω για την Κική αυτού του Μιχάλη, για την άλλη, του φίλου μου από το στρατό. Τον θυμάσαι ρε που είχε έρθει προχτές και-- Επ! Γεια σου ρε Κώστα! Πού χάθηκες εσύ;

(από Galadriel, 22/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός αγροτεμαχίου χαμηλής αξίας το οποίο δεν διαθέτει δικό του δρόμο και περιτριγυρίζεται από άλλα αγροτεμάχια. Έτσι, για να φτάσει κανείς σε αυτό πρέπει είτε να καταπατήσει ξένη ιδιοκτησία είτε να προσγειωθεί με ελικόπτερο. Κυκλοφορεί σε συμβολαιογραφικούς, λογιστικούς, δικηγορικούς και άλλους ντεκαβλέ κύκλους κάτι που αποδεικνύει πως η σλάνγκ, όπως τα βρύα και οι λειχήνες, μπορεί να δημιουργηθεί ακόμη και κάτω από τις πιο αντίξοες συνθήκες.

- Κατάλαβες φίλε; Ο αδερφός μου ο Σάκης να παίρνει όλη την περιουσία κι εγώ δυο στρέμματα ελικοδρόμιο πάνω στο βουνό! Μπορείς να μου πεις γιατί παρακαλώ; Ποιος τους ξεσκάτιζε; Ποιος τους έτρεχε στους γιατρούς; Ποιος τους τάιζε; Ποιος τους πότιζε;
- Ο Σάκης.
- Γι' αυτό λες, ε;

Got a better definition? Add it!

Published

Χαϊδευτικός όρος που χαρακτηρίζει όσους έχουν «προσληφθεί» σε μια επιχείρηση με προγράμματα ΕΣΠΑ και γιούζερνέιμ εκείνου του καριόλη που μου κλέβει το λουτ στο LOL. Αλλά ξέρω ότι το κάνει γιατί είναι απογοητευμένος από τα σύγχρονα επαγγελματικά αδιέξοδα της νεολαίας και δεν τον ξεσυνερίζομαι.

- Και που 'σαι κυρ-Παντελή, ναι ξέρω ότι σου χρωστώ τον καπνό μου.
- Ο μισθός σας θα φτάσει τα 230 ευρώ.
- Ακούς κυρ-Παντελή; Ακούς; Ξοφλάω σήμερα κυρ-Παντέλη, ξοφλάω.
- Με τις υπερωρίες μπορεί να φτάσει και τα 250 ή τα 253.
- Κι αλλο καπνό βάλε κυρ-Παντελή, και τα φιλτράκια τα σουάν, τα καλά, τα ακριβά.
- Μαζί με τα μπόνους και την καλοκαρδοσύνη μου μπορεί να φτάσει μέχρι τα 260.
- Κι εκείνη την καπνοθήκη την χειροποίητη βάλε κυρ-Παντελή. Ναι, εκείνη που ζαχαρώνω με τον μικρό πρίγκιπα απ' όξω. Προσλήφθηκα εσπάκι κυρ-Παντελή, εσπάκι προσφλήφθηκα!

Got a better definition? Add it!

Published

Η δραστηριότητα της ταυτόχρονης διενέργειας δύο εκ των φυσικών αναγκών του ανθρώπου. Ενώ κάποιος προσπαθεί να αεριστεί κάνοντας την χαρακτηριστική γκριμάτσα με τα σφιγμένα χείλια ο οργανισμός αποφασίζει πως είναι μεγάλη μαλακία μια τέτοια οδός να εξυπηρετεί μόνο ένα ρεύμα και την ίδια στιγμή δίνει προτεραιότητα και σε κάποια υποτυπώδους μορφής κουράδα. Άμεση συνέπεια είναι η αλλαγή του βηματισμού του εν λόγω ατόμου σε πιο «μάγκικη» και η στάμπα στο παντελόνι που δικαιολογείται πολύ εύκολα με τον σιχτιρισμό του ανυποψίαστου βοηθού σερβιτόρου, επειδή και καλά σκούπισε την καρέκλα που κάθισε ο μάγκας πλέον με βρεγμένο πανί. Η μυρωδιά είναι βέβαια ένα θέμα, αλλά αν είστε στο κατάλληλο σημείο αυτό είναι το τελευταίο που σας απασχολεί, μιας και το περιβάλλον είναι σύμμαχος, πχ Ψυρρή.

Ο ήχος την στιγμή της πραγματοποίησης του φαινομένου, γιατί περί τέτοιου πρόκειται, είναι τόσο απολαυστικός και τόσο σκανδαλιστικά και τσαχπινογαργαλιάρικα υγρός, που θα θέλετε να τον ακούτε συνέχεια. Κι αν συνέβη σε μέρος με θόρυβο τότε είναι ακριβώς σαν να σας έρχεται μωρό έξω από την πόρτα χωρίς πριν να έχετε καν ζμπρώξει, εκμηδενίζοντας δηλαδή το κομμάτι «αμιγές καλού» της γνωστής ρήσης.

- Τί έγινε ρε Σάκη τελικά; Το έχωσες στην Κικίτσα;
- Άσε ρε, χτύπησε πάλι ο Μέρφυ. Ήταν αμόλυντη παρθένα η μικρή.
- Και δεν ήθελε ε;
- Όχι ρε, δεν έβλεπε την ώρα, αλλά τα είχα και αξύριστα.
- Και δε γούσταρε με τρίχες ε;
- Όχι ρε, τρελαινόταν με τις τρίχες, αλλά εχέκλασα.
- Και σιχάθηκε ε;
- Όχι ρε, ήταν κρυωμένη και δεν κατάλαβε τίποτα, αλλά δεν είχα καπότες.
- Και φοβόταν ε;
- Όχι ρε, ήθελε την πρώτη της φορά να το νιώσει καλά.
- Ε τι σκατά έγινε τότε ρε;

και τα ιγκουάνα εχεκλάνουν! (από Jonas, 04/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified